ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ '' ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ'': ΤΑ ΠΑΡΟΝΤΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΜΗΜΑ ΟΜΙΛΙΑΣ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΩΣ ΠΟΥ ΔΙΕΞΗΧΘΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΝΟΡΙΑ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΣΗΣ ΠΕΡΙΣΥ ΤΟΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΣΕΛΙΔΟΣ.
Σας χαιρετούμε αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, πατέρες ευλογείτε! Θα ομιλήσουμε σήμερα για την ορθόδοξη συμμετοχή εις την Οικουμενι(στι)κή κίνηση. Είναι αίρεσις ή ορθόδοξη μαρτυρία όπως ισχυρίζονται οι ίδιοι; Αυτό θα το κρίνετε εσείς εις το τέλος της ομιλίας.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος είχε δηλώσει ὀτι:
«Διά τῆς τακτικῆς ταύτης δέν
προδίδομεν τήν Ὀρθοδοξίαν, ὡς κατηγορούμεθα, οὔτε ὑποστηρίζομεν οἰκουμενιστικάς
ἀντιλήψεις, ἀλλά κηρύσσομεν πρός τούς ἑτεροδόξους καί πρός πάντας τήν Ὀρθόδοξον
ἀλήθειαν». (Χαιρετισμός τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ
Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατά τήν Ὑποδοχήν ἐν τῇ Αἰθούσῃ τοῦ Θρόνου τοῦ
Μακ. Πατριάρχου Βουλγαρίας κ. κ. Νεοφύτου (Φανάριον, 20
Σεπτεμβρίου 2013)
αλλά και στην εισήγησή του στην Σύναξη των ιεραχών του θρόνου στις 29/8/15 είχε αναφέρει και πάλι:
«Η συμμετοχή ημών εις την Οικουμενικήν Κίνησιν, είτε υπό την μορφήν των θεολογικών διαλόγων, είτε διά της συμμετοχής εις διαχριστιανικούς οργανισμούς, κατ᾿ ουδένα λόγον προσκρούει εις την πίστιν ημών ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία αποτελεί την Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν, την οποίαν ομολογούμεν εις το Σύμβολον της Πίστεως ημών, εν ουδεμιά δε περιπτώσει υποδηλοί η συνεπάγεται απάρνησιν η νόθευσιν των δογμάτων της πίστεως ημών η, ως κακοβούλως διαδίδουν τινές, εις «συγκρητισμόν» και δημιουργίαν υπερ-εκκλησίας. Αντιθέτως, διά της συμμετοχής ημών εις την Οικουμενικήν Κίνησιν και ιδία διά των θεολογικών διαλόγων δίδεται η μαρτυρία της Ορθοδόξου πίστεως και καταδεικνύεται η υπεροχή της Ορθοδοξίας, ο σεβασμός προς την οποίαν έχει εμφανώς αυξηθή εις την εποχήν μας εν τη Δύσει ακριβώς λόγω της προβολής αυτής διά της συμμετοχής ταύτης. Άληθεύοντες εν αγάπη», κατά την Αποστολικήν προτροπήν (Εφ. δ΄ 15), ουδέν έχομεν να ζημιωθώμεν».
Έλαβε όμως την κατάλληλη απάντηση από τον μακαριστό καθηγητή κ. Ιωάννη Κορναράκη ο οποίος εσημείωσε τα εξής σημαντικά:
«Πρόκειται, σήμερα,
για έναν ισχυρισμό, ο οποίος στηρίζεται στην κοινή λογική, σύμφωνα με την οποία
η επικοινωνία μας αυτή επιβάλλεται ως μονόδρομος μιας τέτοιας
προσφοράς, εφόσον είναι λογικό να δεχθούμε ότι, εάν δεν συναντηθούμε εν διαλόγω
με τους αλλοδόξους αδελφούς μας, δεν μπορούμε να τους πληροφορήσουμε πειστικά
για τον πλούτο των αληθειών της πατερικής μας παραδόσεως και γενικά για
την ορθοδοξία της πίστεώς
μας!
Αλλά ένας τέτοιος
ισχυρισμός θα ήταν πράγματι, σήμερα, ένα πειστικό επιχείρημα για τη συμμετοχή
της Εκκλησίας μας σε τέτοιους διαλόγους, εάν υπήρχαν όντως οι όροι και οι
προϋποθέσεις και οι συνθήκες εκείνες, οι οποίες θα καθιστούσαν πραγματοποιήσιμο
ένα τέτοιο έργο μαρτυρίας της ορθοδόξου πατερικής διδασκαλίας στους πλανεμένους
αλλοδόξους αδελφούς μας! Εντούτοις, σήμερα, πολλοί παράγοντες, ποικίλης φύσεως,
αποδεικνύουν ουτοπικό έναν τέτοιο ισχυρισμό ή μέθοδο
επικοινωνίας μας με τους αλλοδόξους, με στόχο την ανάπτυξη της ιεραποστολικότητας της
Εκκλησίας σε χώρους διαχριστιανικών διαλόγων, στους οποίους κυριαρχεί το οικουμενιστικό πνεύμα,
της αλλοτριώσεως της χριστιανικής πίστεως από τα στοιχεία της
αγιοπνευματικής-χαρισματικής της δυναμικής! Έτσι κάτω από τις προϋποθέσεις και
τους όρους, υπό τους οποίους οι διάλογοι αυτοί πραγματοποιούνται σήμερα, το
επιχείρημα της αναγκαιότητος αναπτύξεως ιεραποστολικότητος της Εκκλησίας στους
εν λόγω χώρους, ως ουτοπικό, αποτελεί μύθο!
Και είναι αλήθεια
ότι ο μύθος αυτός γίνεται σήμερα πιστευτός και αποδεκτός από
ανθρώπους της Εκκλησίας, οι οποίοι δεν γνωρίζουν τα συμβαίνοντα στον
οικουμενιστικό χώρο του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών ή στους διαλόγους
με τους παπικούς και γενικότερα στις διαθρησκειακές δραστηριότητες! Εξάλλου, τα
συμβαίνοντα στους οικουμενιστικούς χώρους, που θεμελιώνουν την πραγματικότητα
του μύθου, στο ουτοπικό επιχείρημα της δυνατότητος μαρτυρίας ή ιεραποστολικότητος,
είναι μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:
1. Κάθε ετερόδοξος
εκπρόσωπος, σε ένα διαχριστιανικό διάλογο, έχει συγκεκριμένη αποστολή να
εκθέσει και να υπερασπισθεί την ομολογιακή του πίστη στις σχετικές συζητήσεις.
Δεν προσέρχεται, καταρχήν, σ΄ ένα διάλογο, για να αναζητήσει καλύτερες θέσεις
στην προσωπική του πίστη. Έπειτα, οι ομολογιακές διαφορές μεταξύ Ορθοδόξου
Εκκλησίας και ετεροδόξων-αιρετικών-διδασκαλιών, είναι συνήθως διαμετρικά
αντίθετες, και δεν μπορεί να επηρεάσει αποφασιστικώς μια ορθόδοξη μαρτυρία τον
ετερόδοξο αποδέκτη!
Εν προκειμένω, ο
συνάδελφος Πατρολόγος Καθηγητής Στυ. Παπαδόπουλος, με πολυετή εμπειρία στους
χώρους των διαχριστιανικών διαλόγων, βεβαιώνει ότι: «Δεν συνέβη μέχρι σήμερα,
κάποια Ομολογία να εγκαταλείψει στοιχείο της διδασκαλίας της ως αποτέλεσμα των
διαλόγων… Κάποιες ίσως δευτερεύουσες πρακτικές πλευρές δυνατόν να δέχθηκαν οι
εταίροι μας να αλλάξουν· ποτέ στοιχείο της διδασκαλίας
τους…».
2. Εκ της πρακτικής
του τρόπου διεξαγωγής των διαλόγων αλλά, κάποιες φορές, και του είδους της
παρουσίας και δράσεως ημετέρων εκπροσώπων, βεβαιώνεται, το αντίθετο, ότι δηλ.
ορθόδοξοι εκπρόσωποι, όχι μόνο δεν δίνουν την οφειλομένη μαρτυρία αλλά
στηρίζουν ετερόδοξες
θέσεις.
Σε έκθεση, του
Μητρ. Περιστερίου Χρυσοστόμου και π. Θ. Ζήση, σχετικά με τη συμμετοχή ημετέρων
σε συγκεκριμένο διάλογο, σημειώνονται και τα εξής· «…οι ορθόδοξοι αντιπρόσωποι
εις τους διαλόγους παρουσιάζονται ¨τελείως απαράσκευοι¨ και δεν συμφωνούν
μεταξύ τους. Πολλά ορθόδοξα μέλη, λόγω αγνοίας, υιοθετούν ΡΚαθολικάς απόψεις…
και απορρίπτουν τας Ορθοδόξους ή θεωρούν τον διάλογον προσωπικήν των υπόθεσιν
και βάσει των προσωπικών γνωριμιών και συμφερόντων καθορίζουν την θέσιν
των…».
3. Στους
διαχριστιανικούς διαλόγους, οι ετερόδοξοι προτιμούν θέματα, ή ζητήματα, τα
οποία, όπως εκτιμούν, μας ενώνουν, αλλά ποτέ δεν δέχονται να συζητηθούν εκείνες
οι διδασκαλίες, που μας χωρίζουν! Γεγονός, που βεβαιώνεται από το περιεχόμενο
των «κοινών δηλώσεων», που συντάσσονται μετά το πέρας ενός
διαλόγου!
Και εδώ σημαντικά
και αποδεικτικά είναι όσα σχετικώς βεβαιώνει ο καθ. Στ. Παπαδόπουλος· «Στο
διάλογο με τους ΡΚαθολικούς έλαβα μέρος για δέκα σχεδόν έτη. Κατά το χρονικό
αυτό διάστημα, συντάχθηκε σειρά κειμένων και σε κανένα απ΄ αυτά «δεν αναφέρεται
ότι οι δύο Εκκλησίες έχουν δογματικές διαφορές». Οι ΡΚαθολικοί αρνήθηκαν
επίμονα να γραφεί κάτι τέτοιο και οι Ορθόδοξοι άνετα το δέχθηκαν, παρά την
έντονη επιμονή μου να σημειωθεί το γεγονός των δογματικών διαφορών… Θέλουνε να
μη εμφανίζεται ο διάλογος ως οφειλόμενος σε δογματικές διαφορές αλλά σε
ψυχολογικές και πολιτικές ή – το πολύ – σε διαφορές Θεολογικών «Σχολών»!
4. Αλλά κάθε
προσπάθεια εκφοράς ορθοδόξου μαρτυρίας, σ΄ ένα διαχριστιανικό διάλογο,
αποβαίνει αδύνατη, λόγω των σχετικών καταστατικών αρχών του Π.Σ.Ε.
Έτσι:
α) Η Οικουμενική Χάρτα (2000) προτρέπει να παραιτηθούμε από την ιεραποστολή
στους ετεροδόξους, επειδή αυτό θεωρείται προσηλυτισμός. Έτσι «υποσχόμεθα να μη
προτρέπωμεν ανθρώπους να αλλάσσουν την Εκκλησίαν
αυτών».
β) Μας έχει
επιβληθεί η αρχή (Βανκούβερ 1983), σύμφωνα με την οποία οι θεολογικές διαφορές
είναι σε κάθε περίπτωση νόμιμες και δεν θεωρούνται ως εμπόδιο για την ενότητα
των διαφόρων ομολογιών. Την αρχή αυτή ανανέωσε και ισχυροποίησε η αρχή της Θ΄
Γεν. Συνελεύσεως του Π.Σ.Ε. στο Πόρτο Αλέγκρε της Βραζιλίας (2006), σύμφωνα με
την οποία· «Η αποστολική πίστη της Εκκλησίας είναι μία, αλλά μπορούν νόμιμα να
υπάρχουν διαφορετικές διατυπώσεις της πίστεως της Εκκλησίας». Ο Θεός θα
εναρμονίσει τις διαφορές και θα εξαφανίσει «τις ανθρώπινες αδυναμίες!». Η
οικουμενιστική αυτή νομιμοποίηση των αιρέσεων εξουδετερώνει τον ορθόδοξο
χαρακτήρα κάθε μαρτυρίας εκπροσώπου της Εκκλησίας
μας!
Το επιχείρημα
επομένως, το οποίο συγκινεί ιδιαίτερα τους αγνοούντες ορθοδόξους πιστούς τα
συμβαίνοντα στους οικουμενιστικούς χώρους των διαχριστιανικών και
διαθρησκειακών διαλόγων, και τους πείθει να έχουν την άποψη ότι πρέπει να
πηγαίνουμε στους διαλόγους αυτούς, λόγω του χρέους μας να δίνουμε την ορθόδοξη
μαρτυρία, αποτελεί μύθο, ο οποίος εξυπηρετεί τους σκοπούς των οικουμενιστών
«ορθοδόξων», κληρικών και λαϊκών!
Η ιεραποστολικότητα
της Εκκλησίας ανθεί θεοφιλώς, πράγματι, στους χώρους της εξωτερικής
δραστηριότητος των ιεραποστολών, όπου οι ψυχές των αποδεκτών του ορθοδόξου
μηνύματος της εν Χριστώ σωτηρίας το προσλαμβάνουν διψαστικώς και το βιώνουν και
συγκροτούν την νεόφυτη Ορθοδοξία! Την Ορθόδοξη… Ορθοδοξία!
Η ιεραποστολικότητα
της Εκκλησίας δεν συγκινεί νόες διαποτισμένους από την επάρατη αίρεση! Ας μη
αποπροσανατολίζουμε με μύθους την ορθόδοξη συνείδηση του πληρώματος της
Εκκλησίας!».
Η ΕΜΦΑΝΙΣΙΣ ΤΟΥ
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
Ο Οικουμενισμός
εμφανίσθη τον παρελθόντα αιώνα. Δεν γράφουμε λεπτομερειακή ιστορία αυτής της
επιδημίας αλλα λαμβάνονται μόνον τα αναγκαία στοιχεία προς κατανόηση του περί
τίνος πρόκειται, τίνων είναι έργον και εις τι αποβλέπει.
Πρόδρομοι του Οικουμενισμού είναι μεταξύ άλλων
διάφοροι προτεσταντικαί «χριστιανικαί οργανώσεις», όπως ήτο η Χ.Α.Ν.(Χριστιανική Αδελφότης
Νέων), και η Χ.Ε.Ν. (Χριστιανική Ένωσις Νεανίδων), κατασκευασθείσαι αμφότεραι
υπό των Άγγλων, η μεν το 1844, η δέ το 1855. Οι οργανώσεις αυταί είναι
«αδογμάτιστες». Κατ΄ αρχάς τα μέλη των ήσαν μόνο προτεστάνται, ακολούθως
εδέχοντο και παπικούς και ορθοδόξους αλλά και αλλοθρήσκους. Εξ΄ αυτών προήλθον
πολλά από τα μεγάλα στελέχη του Οικουμενισμού.
Μιάς των τοιούτων οργανώσεων, της Παγκοσμίου «Χριστιανικής φοιτητικής ομοσπονδίας» η οποία ήτο συγγενής προς τα προηγούμενας και ωργανώθη παγκοσμίως το 1895, κύριος εμπνευστής και οργανωτής ήτο ο προτεστάντης Ιωάννης Μοτ, που θα αναφέρουμε κατωτέρω.
Ιδίως άρχισε να διοργανίζεται επισήμως αυτή η
Κίνησις και να περιπλέκη και την Ορθοδοξίαν απο του 1897, κυρίως δια της
Αγγλικανικής Εκκλησίας της Αγγλίας και της Επισκοπελιανής εκκλησίας της
Αμερικής.
Το 1920 έγραφε το επίσημον
όργανον του Οικουμενικού Πατριαρχείου ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ τα εξής:
«πρώτη αφορμή προς
επίσημον επικοινωνίαν των δυο Εκκλησιών (Ορθοδόξου και Προτεσταντικής) εδόθη εκ
του εν Λάμπεθ συνεδρίου του συνελθόντος κατά Ιούλιον του 1897, εν τω οποίω οι
εξ΄ απάσης της των Αγγλικανών κοινωνίας επίσκοποι, 194 τον αριθμόν, ομού
συνελθόντες μία φωνή εψήφισαν ενέργειαν αποβλέπουσα εις την ένωσιν των
Εκκλησιών».
Συνεπεία τούτου ο
αρχιεπίσκοπος Κανταουρίας Φρειδερίκος διεβίβασε τον Φεβρουάριον του 1898,
επιστολάς προς τους Πατριάρχας της Ανατολής και τον Αρχιεπίσκοπον Κύπρου, μετ΄
αντιγράφων των αποφάσεων του Συνεδρίου, και ζήτησε ίνα η Ορθόδοξος Εκκλησία
παραδεχθή το βάπτισμα των Αγγλικανών και επιτρέψη εις τους ιερείς αυτών την
μετάδοσιν των θείων δώρων εις τους επιθανατίους Αγγλικανούς, εις μέρη που δεν
υπάρχουν ίδιοι αυτών ιερείς.
Σημαντικό σταθμό εις την
πορεία του Οικουμενισμού αποτελεί το έτος 1910. Κατά το έτος τούτο οι
προτεστάντες συνεκάλεσαν εις Αγλλίαν και Ελβετίαν διάφορα συνέδρια. Μεγαλύτερο
και επισημότερο των συνεδρίων τούτων ήτο το «Διεθνές Ιεραποστολικόν Συνέδριον»
γενόμενον εις Εδιμβούργον του 1910.
Το συνέδριον τούτο του 1910 οι
οικουμενισταί αποδέχονται ως ιστορικήν αρχήν της Οικουμενικής κινήσεως.
Πρόεδρος τούτου ήτο ο προαναφερθέν Ιωάννης Μότ, όστις και υπήρξεν ο εισηγητής
των όρων «Οικουμενισμός» και «Οικουμενικός» πρός ονομασίαν της νέας αιρέσεως
της Οικουμενιστικής κινήσεως. Εις αυτό έλαβον μέρος οι μεγαλύτεροι προωθηταί
του Οικουμενισμού.
Καρπός των συνεδρίων τούτων
υπήρξε ο λεγόμενος «Παγκόσμιος Σύνδεσμος Διεθνούς Φιλίας δια των Εκκλησιών»
(1914). Εκ του συνδέσμου τούτου εξεπήδησε η περιβόητος «Παγκόσμιος Κίνησις Ζωής
και Εργασίας». Προκαταρκτικόν συνέδριον της «Κινήσεως Ζωή και Εργασία» συνήχθη
εις την Γενεύη το 1920.
Επίσης τον Αύγουστο του 1920 συνήλθε επίσης
και η νεοεφεύρετη «Κίνηση Πίστης και Τάξης».
Οι δυο αυτές κινήσεις,
χωρισμένες φαινομενικά, ενώ πολλά πρόσωπα μετείχον και της μιάς και της άλλης,
συνεκρότησαν ανά δύο Παγκόσμια συνέδρια, η μεν εις την Στοκχόλμην το 1925 και
εις Οξφόρδην το 1937, η δε εις την Λωζάννην το 1927 και Εδιμβούργον το 1937. Το
1937 απεφάσισαν την συνένωσιν αυτών των δύο «Κινήσεων» και έτσι προήλθεν εξ΄
αυτών, το 1948, το πρωτοφανές εις την ιστορίαν και πρωτάκουστον εις την
ονομασίαν ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΝ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ, όπου θα ομιλήσουμε δι΄ αυτό
κατωτέρω.
Η δράσις των Οικουμενιστών,
η οποία ανεκόπη εν μέρει κατά τα έτη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου επανήρχισε μετά
το τέλος αυτού. Το 1919 ερρίφθη υπό του Αρχιεπισκόπου Ουψάλας Νάθαν Σόδερμπλομ
η
ιδέα συγκλήσεως «Παγχριστιανικού
Συνεδρίου». Από τότε άρχισαν συστηματικές επισκέψεις Προτεσταντών εις το
Οικουμενικό Πατριαρχείο και εν γένει εις την Ανατολή και προσκλήσεις Ορθοδόξων
εις τα συνέδριά των.
Το επίσημο όργανον του Οικ.
Πατριαρχείου «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ» έγραφε το 1919:
«Ἐν
τῆ συνεδρία τῆς 10ης Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους τούτου (1919) ἐγένετο ὑπὸ
τῆς Α. Σεβασμιότητος τοῦ Τοποτηρητοῦ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου κυρ. Δωροθέου ἡ ἑξῆς
πρότασις εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ Ἱεράν Σύνοδον:
Ν ο μ ί ζ ω ὅ τ ι
ε ἶ ν α ι κ α ι ρ ὸ ς π λ έ ο ν ὅ
π ω ς ἡ
Ὀ
ρ θ ό δ ο ξ ο ς Ἐ κ κ λ η σ ί α σ κ ε φ θ ῆ
σ ο β α ρ ῶ ς κ α ὶ π ε ρ ὶ τ ο ῦ
ζ η τ ή μ α τ ο ς τ ῆ ς ἑ ν ώ σ ε ω ς
τ ῶ ν ἐ π ὶ μ έ ρ ο υ ς
χ
ρ ι σ τ ι α ν ι κ ῶ ν Ἐ κ κ λ η σ ι ῶ
ν»! (εννοεί των αιρετικών χριστιανικών ομολογιών).
Κατὰ τὴν αὐτὴν ὡς ἄνω συνεδρίαν τῆς Ι.
Συνόδου, Μετὰ συζήτησιν τῆς προτάσεως ταύτης κατηρτίσθη Ἐπιτροπή, ἥτις ὑπέβαλεν
«Ἔκθεσιν ἐγκριθεῖσαν ὑπὸ τῆς Ι. Συνόδου». Εἰς αὐτὴν περιελαμβάνοντο καὶ ταῦτα
(σ.σ. δεν την αναφέρουμε όλη λόγω συντομίας χρόνου):
«Ἡ τῶν διαφόρων χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν
προσέγγισις καὶ κοινωνία μὴ ἀποκλειομένη ὑπὸ τῶν ὑφισταμένων μεταξύ αὐτῶν
δογματικῶν διαφορῶν, ἀλλ’ ὑπό τινας ὅρους οὖσα δυνατὴ καὶ παρὰ ταύτας, ὑπάρχει
ἅμα καὶ εὐκταία ὡς ἀναγκαία καὶ πολλαχῶς χρήσιμος εἰς τὸ καλῶς έννοούμενον
συμφέρον τῶν ἐπὶ μέρους ἐκκλησιῶν καὶ τῆς χριστιανοσύνης ἁπάσης. Ὁ πρῶτος καὶ
ἀπαραίτητος ὅρος τῆς εὐκταίας προσεγγίσεως καὶ κοινωνίας εἶναι ἡ ἀπομάκρυνσις
πάσης ἀμοιβαίας δυσπιστίας καὶ δυσφορίας… Ἕτερος οὐχ ἧττον σπουδαῖος ὅρος τοῦ
δυνατοῦ καὶ τελεσφόρου τῆς ζητουμένης προσεγγίσεως καὶ ἐπικοινωνίας εἶναι τὸ
ζωηρὸν ἐνδιαφέρον ὑπὲρ τῆς εὐσταθείας καὶ εὐεξίας καὶ τῶν ἄλλων ἐκκλησιῶν, μὴ
λογιζομένων ὡς πάντη ξένων καὶ ἀλλοτρίων, ἀλλ’ ὡς συγγενῶν καὶ οἰκείων ἐν
Χριστῶ. Τρίτος ὅρος εἶναι ἡ προθυμία καὶ σπουδὴ εἰς τὸ παρακολουθεῖν μὲν
τοῖς παρὰ ταῖς ἄλλαις ἐκκλησίαις συμβαίνουσι…τείνειν δὲ αὐταῖς χεῖρα βοηθείας
καὶ ἀντιλήψεως…Ἀνταλλαγή ἀδελφικῶν γραμμάτων κατὰ τε τὰς ἐπισήμους τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ
ἐνιαυτοῦ ἑορτὰς καὶ ἐν ἄλλαις περιστάσεσιν ἐκτάκτοις…νέοι χάριν σπουδῶν
ἀποστελλόμενοι ἑκατέρωθεν παρὰ τῆ ἑτέρα…ἐπικοινωνία τῶν θεολογικῶν
σχολῶν…συνεργασία ἐν ταῖς χριστιανικαῖς ἀδελφότησι τῶν νέων…συγκρότησις παγχριστιανικῶν
συνεδρίων…διαπραγμάτευσις τῶν δογματικῶν διαφορῶν…παροχή ὑπὸ τῆς
μιᾶς ἐκκλησίας εὐκτηρίων οἴκων καὶ κοιμητηρίων πρὸς ταφὴν τῶν ὀπαδῶν τῆς
ἄλλης…διακανονισμός τῶν μικτῶν γάμων…Ἡ ὑπὸ τῶν ἄλλων ἐκκλησιῶν ἀποδοχὴ τῶν ὡς
ἄνω θὰ ἀποτελέση τὸ πρῶτον βῆμα τῆς προσεγγίσεως αὐτῶν».
Συμφώνως λοιπόν με το ανωτέρω πρόγραμμα,
άρχισε μεταξύ Ορθοδόξων και αιρετικών η μέθοδος των αλληλοεπισκέψεων και αυτά
θεωρούνται ως κοσμοιστορικό γεγονός!!
Η ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΟΥ 1920
«Δέν χρειάζεται, λοιπόν, νά τονισθοῦν αἱ
ἐκδηλώσεις θρησκευτικοῦ φανατισμοῦ τοῦ παρελθόντος, διά νά καταστῇ αἰσθητόν πόσον οὐτοπικόν
ἐφαίνετο τό ἐν ἔτει 1920 Μήνυμα (Ἐγκύκλιος) τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου πρός ἁπάσας τάς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ διά μίαν «εἰρηνικήν προσέγγισιν», τό ὁποῖον ἀπετέλεσε τήν ἀφετηρίαν τῆς ἀργότερον λαβούσης σάρκα καί ὀστᾶ Οἰκουμενικῆς Κινήσεως κατά τό πρότυπον τῆς τότε Κοινωνίας τῶν Ἐθνῶν». (Λόγος του Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου από την Εσθονία (9/2013)
Αυτά μας λέγει ο κ. Βαρθολομαίος όσον αφορά την Εγκύκλιο του 1920!
Αποτέλεσμα των συσκέψεων και
διαβουλεύσεων της Επιτροπής της διορισθείσας υπό της Συνόδου του Πατριαρχείου
μετά την γενομένην, ως ανωτέρω ελέχθη, πρότασιν του Τοποτηρητού Δωροθέου κατά
την συνεδρίαν της 10 Ιανουαρίου 1919, υπήρξεν η μετά ένα ακριβώς έτος εκδοθείσα
περιβόητος ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΟΥ 1920 η οποία αποτελεί έκτοτε τον «Καταστατικόν χάρτην»
των Οικουμενιστών. Ιδού αυτούσιον το κείμενο αυτής:
''Η καθ΄
ημάς Εκκλησία φρονούσα ότι η των διαφόρων Χριστιανικών Εκκλησιών προσέγγισις
προς αλλήλας και κοινωνία ουκ αποκλείεται υπό των υφισταμένων μεταξύ αυτών
δογματικών διαφορών και ότι τοιαύτη τις προσέγγισις τα μάλα εστίν ευκταία και
αναγκαία και πολλαχώς χρήσιμος εις τε το καλώς ενοούμενον συμφέρον εκάστης των
επί μέρους Εκκλησιών και του όλου χριστιανικού σώματος και εις παρασκευήν και
διευκόλυνσιν της πλήρους ποτέ, συν Θεώ και ευλογημένης ενώσεως, έκρινε τον
παρόντα καιρόν τα μάλιστα πρόσφορον προς ανακίνησιν και από κοινού μελέτην του
σπουδαίου τούτου ζητήματος. Ει γαρ και εν τούτω ενδέχεται ίνα προκύψωσι και παρεμβληθώσιν
αι από των παλαιών προλήψεων και έξεων ή και εξ αξιώσεων δυσχέρεια, αι τοσάκις
τέως το έργον της ενώσεως ματαιώσασαι, όμως κατά την γνώμην ημών, περί απλής το
κατ΄ αρχάς προκειμένου συναφείας και προσεγγίσεως, αι δυσχέρειαι αύται έσονται
πάντως ήττον σπουδαίαι, αγαθής δε υπαρχούσης θελήσεως και διαθέσεως ούτε
δύνανται ούτε οφείλουσι κώλυμα αποτελέσαι ακαταγώνιστον και ανυπέρβλητον.
΄Οθεν το πράγμα ημείς γε και κατορθωτόν και
είπερ ποτέ εύκαιρον επί τη συντελεσθείση νυν επ΄ αισίοις συμπήξει της Κοινωνίας
των Εθνών υπολαμβάνοντες, προαγόμεθα θαρρούντως εκθείναι ενταύθα εν ολίγοις τας
σκέψεις και την γνώμην ημών περί του τρόπου, καθ΄ ον την προσέγγισιν ταύτην και
συνάφειαν ενοούμεν και δυνατήν υπολαμβάνομεν, μετά πόθου εκζητούντες και
απεκδεχόμενοι την κρίσιν και την γνώμην και των λοιπών των τε κατά την Ανατολήν
αδελφών και των εν τη Δύσει και απανταχού σεβασμίων Χριστιανικών Εκκλησιών.
Νομίζομεν τοίνυν ημείς, ότι δύο τάδε τα μέγιστα
εις την επίτευξιν της τοιαύτης εφετής και ωφελίμου προσεγγίσεως συντελέσαι και
ταύτην κατεργάσασθαι και εκδηλούν δύνανται.
Και πρώτον αναγκαίαν και απαραίτητον
υπολαμβάνομεν την άρσιν και απομάκρυνσιν πάσης αμοιβαίας δυσπιστίας και
δυσφορίας μεταξύ των διαφόρων Εκκλησιών, προκαλουμένης εκ της παρά τισιν εξ
αυτών παρατηρουμένης τάσεως εις το σαγηνεύσαι και προσηλυτίσαι άλλων ομολογιών
οπαδούς. Ουδείς γαρ αγνοεί τι και σήμερον συμβαίνει δυστυχώς πολλαχού, επί
διασπάσει της εσωτερικής ειρήνης των Εκκλησιών, ιδία των εν Ανατολή, νέων ούτω
θλίψεων και δοκιμασιών παρ΄ αυτών των ομοθρήσκων επιφερομένων αυτοίς, και οίαν
μεγάλην, αντί του μηδαμινού αποτελέσματος, προκαλεί απέχθειαν και οξύτητα
αντιθέσεως η τάσις αύτη τινών εις το προσηλυτίζειν και σαγηνεύειν τούς οπαδούς
των άλλων χριστιανικών ομολογιών.
Ούτω δε της ειλικρινείας και της εμπιστοσύνης
προ παντός αποκαθισταμένης μεταξύ των Εκκλησιών, νομίζομεν δεύτερον ότι
επιβάλλεται ίνα αναζωπυρωθή και ενισχυθή προ παντός η αγάπη μεταξύ των
Εκκλησιών,μη λογιζομένων αλλήλας ως ξένας καί αλλοτρίας, αλλ΄ ως συγγενείς και
οικείας εν Χριστώ καί "συγκληρονόμους και συσσώμους της επαγγελίας του
Θεού εν τω Χριστώ". (Εφεσ. 3, 6). Υπό της αγάπης γαρ εμπνεόμεναι αι
διάφοροι Εκκλησίαι και ταύτην προτάσσουσαι εν ταις περί των άλλων κρίσεσι και
ταις προς αυτάς σχέσεσι, την μεν διάστασιν αντί του επεκτείνειν και αυξάνειν ως
οίον τε συντομεύσαι και σμικρύναι δυνήσονται, δια της διεγέρσεως δε τακτικού
φιλαδέλφου ενδιαφέροντος περί της καταστάσεως, της ευσταθείας και της ευεξίας
των άλλων Εκκλησιών, δια της σπουδής εις το παρακολουθείν τοις παρ΄ αυταίς
συμβαίνουσι και ακριβέστερον γνωρίζειν το κατ΄ αυτάς και δια της προθυμίας εις
το τείνειν εκάστοτε αμοιβαίως χείρα βοηθείας και αντιλήψεως, πολλά τα αγαθά εις
δόξαν και εις όφελος εαυτών τε και του χριστιανικού σώματος επιτελέσουσι και
κατορθώσουσι.
Δύναται δε η φιλία αύτη και αγαθόφρων πρός
αλλήλους διάθεσις εκφαίνεσθαι και τεκμηριούσθαι ειδικώτερον, κατά την γνώμην
ημών, ως εξής:
α΄) δια
της παραδοχής ενιαίου ημερολογίου προς ταυτόχρονον εορτασμόν των μεγάλων
χριστιανκών εορτών υπό πασών των Εκκλησιών,
β΄) δια της ανταλλαγής αδελφικών γραμμάτων κατά τας μεγάλας
του εκκλησιαστικού ενιαυτού εορτάς, εν αις είθισται, και εν άλλαις εκτάκτοις
περιστάσεσι,
γ΄) δια της οικειοτέρας συσχετίσεως των εκασταχού
ευρισκομένων αντιπροσώπων των διαφόρων Εκκλησιών,
δ΄) δια της επικοινωνίας των Θεολογικών Σχολών και των
αντιπροσώπων της Θεολογικής Επιστήμης και δια της ανταλλαγής των εν εκάστη
Εκκλησία εκδιδομένων θεολογικών και εκκλησιαστικών περιοδικών και συγγραμμάτων,
ε΄) δια της αποστολής νέων χάριν σπουδών από της μιάς εις τας
σχολάς της άλλης Εκκλησίας
στ΄) δια της συγκροτήσεως παγχριστιανικών συνεδρίων προς
εξέτασιν ζητημάτων κοινού πάσαις ταις Εκκλησίαις ενδιαφέροντος
ζ΄)δια της απαθούς και επί το ιστορικώτερον εξετάσεως των
δογματικών διαφορών από της έδρας και εν ταις συγγραφαίς,
η΄) δια του αμοιβαίου σεβασμού των κρατούντων εν ταις
διαφόροις Εκκλησίαις ηθών και εθίμων,
θ΄) δια της παροχής αμοιβαίως ευκτηρίων οίκων και
κοιμητηρίων δια τας κηδείας και την ταφήν των εν τη ξένη αποθνησκόντων οπαδών
των ετέρων ομολογιών,
ι΄) δια του διακανονισμού μεταξύ των διαφόρων ομολογιών του
ζητήματος των μικτών γάμων
ια΄) δια της πρόφρονος τέλος αμοιβαίας υποστηρίξεως των
Εκκλησιών εν τοίς έργοις της θρησκευτικής επιρρώσεως, της φιλανθρωπίας και τοίς
παραπλησίοις.....
Ο τοποτηρητής του Πατριαρχικού Οικουμενικού
Θρόνου Κωνσταντινουπόλεως Μητροπολίτης
Προύσης Δωρόθεος
Ο
Μητροπολίτης Καισαρείας Νικόλαος.
Ο
Μητροπολίτης Κυζίκου Κωνσταντίνος.
Ο
Μητροπολίτης Αμασείας Γερμανός
Ο
Μητροπολίτης Πισσιδείας Γεράσιμος
Ο
Μητροπολίτης Αγκύρας Γερβάσιος
Ο
Μητροπολίτης Αίνου Ιωακείμ
Ο
Μητροπολίτης Βιζύης Άνθιμος
Ο
Μητροπολίτης Σηλυβρίας Ευγένιος
Ο
Μητροπολίτης Σαράντα Εκκλησιών Αγαθάγγελος
Ο
Μητροπολίτης Τυρολόης και Σερεντίου Χρυσόστομος
Ο
Μητροπολίτης Δαρδανελλίων και Λαμψάκου Ειρηναίος
Σημαντικό
είναι ότι ο υπογράψας την Εγκύκλιον ταύτην ως Τοποτηρητής του Θρόνου, ο Προύσης
Δωρόθεος, όταν επορεύθη εις την Αγγλίαν δια να παραστή εις μίαν συνεδρίαν που
ετοιμάσθη δι΄ αυτόν τιμητικά και σχετικά δια την σύσφιξιν των δεσμών των δύο
Εκκλησιών, Ορθοδόξου και Αγγλικανικής, δεν πρόλαβε διότι την ίδια ημέρα και ώρα
εξέψυξεν!
ΤΟ ΠΡΩΤΟΝ «ΒΗΜΑ»
Κατὰ τὴν αὐτήν, ὡς προαναφέρθη,
συνεδρίαν τῆς Ι. Συνόδου τοῦ Πατριαρχείου (τῆς 10 Ἰανουαρίου 1919), ὁ Βιζύης
(κατόπιν Μαρωνείας) Ἄνθιμος, ὑπέβαλεν πρότασιν «περὶ ἀναθεωρήσεως καὶ μελέτης τοῦ ζητήματος τοῦ Ἡμερολογίου».
Ἡ Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου,
λαβοῦσα ὑπ’ ὄψιν τὴν πρότασιν ταύτην, διώρισεν Ἐπιτροπήν, ἡ ὁποία ὑπέβαλε τὴν
σχετικὴν αὐτῆς «Ἔκθεσιν» τὴν 1 Σεπτεμβρίου καὶ περιλαμβάνονται καὶ ταῦτα:
«Ἀποδοχὴν τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου
προτείνει ὁ Μητροπολίτης Σελευκείας, φρονῶν ὅτι ἡ χρησιμοποίησις αὐτοῦ καὶ ὑπὸ
τῆς Ἐκκλησίας εἰς οὐδένα κανονικὸν λόγον προσκρούει, ἀποτελεῖ δὲ μάλιστα τὸ
πρῶτον βῆμα πρὸς τὴν ποθητὴν Κοινωνίαν τῶν Ἐκκλησιῶν…Φόβος σκανδαλισμοῦ τῶν
Ὀρθοδόξων ἐκ τῆς ἀποδοχῆς τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου δὲν ὑφίσταται πλέον, κατ’
αὐτόν. Πρὸς τὴν τοιαύτην ἀντίληψιν διαφωνεῖ ὁ Μητροπολ. Πρ. Καισαρείας, φρονῶν
ὅτι τὸ πλεῖστον τῶν Ἑλληνορθοδόξων Χριστιανῶν θέλει θορυβηθῆ καὶ σκανδαλισθῆ ἐκ
τῆς γενησομένης τυχὸν ἀμέσου ἀντικαταστάσεως τοῦ Ἰουλιακοῦ διὰ τοῦ Γρηγοριακοῦ
Ἡμερολογίου καὶ ὅτι τοῦ θορύβου τούτου καὶ σκανδαλισμοῦ ἐπωφελούμενοι οἱ
καθολικοὶ ἱεραπόστολοι θέλουσι κατενέγκει βαρὺ πλῆγμα κατὰ τῆς ἡμετέρας
Ἐκκλησίας, τοσούτω μᾶλλον ὅσω τὸ Ἰουλιακὸν ἡμερολόγιον στενώτατα συνδέεται πρὸς
τὸ ἑορτολόγιον τὸ ἐκφραζων ζωηρῶς τὸν θρησκευτικὸν βίον τῶν χριστιανῶν,
κηρύσσεται ὑπερ τῆς ἀπαρεκκλίτου τηρήσεως τοῦ νῦν ἐν χρήσει παρ’ ἡμῶν Ἰουλιακοῦ
ἡμερολογίου».
Ο ανωτέρω Άνθιμος συνέγραψε το βιβλίον: ''Το Ημερολογιακόν Ζήτημα'', από το οποίο θα σχολιάσουμε μερικά σημεία του.
Ο υπότιτλος αναφέρει: ΔΙΑΡΡΥΘΜΙΣΙΣ ΤΟΥ ΙΟΥΛΙΑΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΜΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΙΣ THΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΠΑΣΧΑ
Την αλλαγή του ημερολογίου την
πραγματοποίησαν αλλά την μονιμοποίηση της εορτής του Πάσχα όχι και είναι ένα
από τα σχέδια που οπωσδήποτε πρέπει να υλοποιήσουν. Κατά καιρούς συνεχώς μας το
υπενθυμίζουν αναφέροντας οι ίδιοι δια μια σταθερή ημερομηνία εορτής του Πάσχα.
Εδω μας
ομιλούν δια ''ἐμμονὴ εἰς ἀπηρχαιωμένες σκέψεις''
(μας λέγουν τότε ακριβώς τα λόγια των σύγχρονων Οἰκουμενιστῶν καὶ
Μεταπατερικῶν θεολόγων)! Μάλιστα πρέπει νὰ τεθῆ και τέρμα εἰς τὴν
''ἀταξία'' λόγω χρήσεως διπλοῦ ἡμερολογίου (ἐννοοῦν πολιτικὸ καὶ
ἐκκλησιαστικό). Άραγε όμως οι υπόλοιπες
Εκκλησίες που δεν άλλαξαν το ημερολόγιο είχαν κάποιο θέμα αταξίας;
Εδω μας υπενθυμίζουν και πάλι την μεταρρύθμιση του Πασχαλίου,
αλλά μας λέγουν ότι ΔΕΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ και η μεταρρύθμιση του ημερολογίου!
Εδω
ξεκάθαρα μας λέγουν ποιός ο σκοπός της αλλαγής του ημερολογίου! ΠΑΝΤΕΣ ΕΝ
ΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΟΜΟΦΩΝΩΣ ΑΝΑΠΕΜΠΕΙΝ ΤΑΣ ΕΥΧΑΣ ΤΗ ΑΓΙΑ ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ!
αλλά
και η αλλαγή αυτή ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟΝ ΒΗΜΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΟΘΗΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ
«ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ»!
Αν
δεν θυμάστε το πρώτο βήμα της Εγκυκλίου του 1920 που αναφέραμε προηγουμένως,
σας το υπενθυμίζω:
α΄) δια της παραδοχής ενιαίου
ημερολογίου προς ταυτόχρονον εορτασμόν των μεγάλων χριστιανικών εορτών υπό
πασών των Εκκλησιών»
Εδω μας διαβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει κάποιος κίνδυνος των
Ορθοδόξων, όπως προηγουμένως εδήλωσε ο Μητροπολίτης Καισαρείας, αλλά μάλιστα
τέτοιοι ισχυρισμοί είναι και αστήρικτοι! Μάλιστα πρέπει να υπάρξη μια εκ των πραγμάτων (!) επιβαλλομένη (από ποιούς;) Κοινωνία των Εκκλησιών παράλληλη προς την Κοινωνίαν των Εθνών!!!
Τὸ
ΠΟΘΟΥΜΕΝΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ καὶ ὁ ΕΠΙΔΙΩΚΟΜΕΝΟΣ ΣΚΟΠΟΣ εἶναι
ΟΛΟΙ ΑΝΕΞΑΙΡΕΤΩΣ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΙ ΛΑΟΙ νὰ ἔχουν τὴν ΑΥΤΗΝ ΜΗΝΟΛΟΓΙΑΝ καὶ
νὰ ἑορτάζουν ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΩΣ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΠΑΣΧΑ καὶ τὰς λοιπάς
ἐορτάς!
Μὴν ἀπορεῖτε λοιπὸν σήμερα διατὶ Πάπας καὶ
Πατριάρχης ὁμιλοῦν διὰ τὸ ΚΟΙΝΟ ΠΑΣΧΑ λέγoντας:
«Συζητήσαμε ώστε να γίνει
κάτι και για το θέμα του Πάσχα. Είναι αστείο να ρωτάς πες μου ο Χριστός σου
πότε ανασταίνεται; Ο δικός μου την επόμενη εβδομάδα. Ο δικός μου
αντιθέτως αναστήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα». Αλλά και ο Γενικός
Γραμματέας του Παγκοσμίου Συμβουλίου «Εκκλησιών» Olav Fykse Tveit, παρότρυνε το
2012 όλους τους Χριστιανούς να συνεχίσουν να «δουλεύουν» για μια κοινή
ημερομηνία του Πάσχα .(Christians
and churches encouraged to continue working on common date for Easter) "Σε
έναν κόσμο που χωρίζεται από τη φτώχεια και τη βία, είναι σημαντικό να είμαστε ενωμένοι και στις δράσεις και στα λόγια –
τόνισε ο Tveit. - Και είμαστε
ευχαριστημένοι συνέχισε που “φέτος οι χριστιανοί της Ανατολικής και Δυτικής
παράδοσης θα γιορτάσουν την ανάσταση του Κυρίου την ίδια μέρα ".”Αυτό
συνέβει πέντε φορές τα τελευταία 10 χρόνια και στο μέλλον θα συμβεί, το 2017
και το 2025”."Ελπίζω ότι κατά την επόμενη δεκαετία, οι Χριστιανοί των
διαφορετικών παραδόσεων να συνεργαστούν σε πνεύμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης και
υπευθυνότητας και να συμφωνήσουν σε μια κοινή ημερομηνία του Πάσχα".
Πως όμως θα επιτευχθεί τούτος ο στόχος τους Τι μας λέγουν;
«ΕΑΝ ΚΑΠΟΤΕ.....συγκληθεί
Οικουμενική Σύνοδος και λάβει υπ΄ όψιν της τις σύγχρονες συνθήκες και ανάγκες
και αποφασίσει την μονιμοποίηση της εορτής του Πάσχα.....»!!!
ΤΟ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΣΥΝΕΔΡΙΟΝ ΤΟΥ 1923
Μετά την εγκύκλιο του 1920 ο Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης
την 3 Φεβρουαρίου 1923 αποστέλλει γράμματα πρός τους Πατριάρχας και Προέδρους
των Εκκλησιών, και εζήτει να στείλουν αντιπροσώπους των δια συγκρότησιν
συνεδρίου.
Η επιστολή ανέφερε:
«Πολλά εισί τα εκκλησιαστικά
ζητήματα τα μίαν ή και πάσας τάς επί μέρους Αγίας Εκκλησίας απασχολούντα, μη άλλως διευθετηθήναι δυνάμενα ει μη εξ΄
αποφάσεως κοινής της όλης Ορθοδόξου Εκκλησίας...»
Συνεκάλεσε λοιπόν ένα
συνέδριο απο 10 Μαίου έως 8 Ιουνίου 1923 το οποίο κακώς απεκαλέσθη ''Πανορθόδοξο''
και έλαβε αποφάσεις σοβαρές δια την Εκκλησία.
Αποτελείτο από τον Μελέτιο Μεταξάκη, 5 Αρχιερείς, ένα Αρχιμανδρίτη, ένα
Αρχιγραμματέα του Πατριαρχείου Κων/πόλεως και 2 λαϊκούς.
Τα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων, Αλεξανδρείας και Αντιοχείας δεν
συμμετείχαν. Τα δύο πρώτα δεν ανεγνώριζαν τον καλούντα το συνέδριον ως
κανονικώς κατέχοντα τον Οικουμενικόν θρόνον,
και το Αντιοχείας διότι δεν θεώρησε, όπως και τα άλλα βέβαια,
συμφέρουσαν εις την Εκκλησίαν την μελετωμένη διαρρύθμιση των Εκκλησιαστικών
πραγμάτων.
Ανέφερε ο μακαριστός πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος
Καβουρίδης:
«...Ὅτι
δὲ τοιοῦτος εἶναι ὁ μύχιος πόθος: "νὰ προσεγγίσωσι πάσῃ θυσίᾳ τὴν
Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μὲ τὰς Ἐκκλησίας τῆς Δύσεως") καὶ σκοπὸς τῶν
δύο τούτων μεταρρυθμιστῶν (σ.σ. Μεταξάκη καὶ Παπαδόπουλου) τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δείκνυται τόσῳ ἐκ μιᾶς ἐρωτήσεως, ἥν
ἀπηύθυνε ὁ Ἀντιπρόσωπος τοῦ Μακαριωτάτου ἐν τῷ Πανορθοδόξῳ λεγομένῳ Συνεδρίῳ
τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅσῳ καὶ ἡ ἐκ τῆς ἀποκρίσεως ἥν ἔδωκεν ὁ προεδρεύων
Οἰκουμενικός τότε Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης. Εἰς πίστωσιν παραθέτομεν
αὐτουσίας τὴν ἐρώτησιν καὶ τὴν ἀπόκρισιν. Ἐρώτησις: "Εἶναι ἀνάγκη νὰ
μεταρρυθμισθῇ καὶ τὸ Πασχάλιον, ἤ ἀρκεῖ μόνη ἡ προσαρμογὴ τῶν ἀκινήτων ἑορτῶν
πρὸς τὰς ἀντιστοίχους ἡμερομηνίας τοῦ πολιτικοῦ ἡμερολογίου;". Ἀπόκρισις:
"Μετὰ τὴν ἀποδοχὴν ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ νέου ἡμερολογίου διὰ τὰς ἀνἀγκας
τὰς βιοτικὰς, ἡ προσαρμογὴ πρὸς αὐτὸ, καὶ δὴ ταχέως, καὶ τοῦ ἑορτολογίου
ἀποβαίνει ἀναπόφευκτος. Ἄλλος λόγος ἐπὶ πλέον πρὸς ἄμεσον προσαρμογὴν καὶ τοῦ
Πασχαλίου εἶναι ἡ μεγάλη ἠθικὴ σημασία καὶ ἐντύπωσις, ἥν θὰ παραγάγῃ εἰς ὅλον
τὸν πεπολιτισμένον κόσμον ἡ διὰ τῆς ἀβιάστου πρωτοβουλίας ταύτης προσεγγίσις
τῶν δύο Χριστιανικῶν κόσμων τῆς Ἀνατολῆς καὶ τῆς Δύσεως ἐν τῷ ἐορτασμῷ τῶν
μεγάλων Χριστιανικῶν ἐορτῶν" (Γρηγορίου Ευστρατιάδου, περὶ ἡμερολ. σελ.
7). (Τὸ ἐκκλησιαστικόν ἡμερολόγιον ὡς κριτήριον τῆς Ὀρθοδοξίας, Ι.Μ.
Ἁγ. Διονυσίου Ὀλύμπου)
Πολλές από τις αποφάσεις του συνεδρίου αυτού, δηλαδή τα επί μέρους θέματα, εμφανίζονται εις την ερχομένη Μεγάλη Σύνοδο που ετοιμάζουν. Θα σας αναφέρουμε κάποιες από τις αποφάσεις αυτού ενδεικτικά δια συντομία χρόνου:
ΑΠΟΦΑΣΙΣ Α΄
1. ΑΠΑΛΕΙΦΟΝΤΑΙ ΑΙ 13 ΗΜΕΡΑΙ ΤΟΥ ΙΟΥΛΙΑΝΟΥ
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΑΙ ΑΠΟΤΕΛΟΥΣΑΙ ΤΗΝ ΔΙΑΦΟΡΑΝ ΑΥΤΟΥ ΕΝ ΣΧΕΣΕΙ ΠΡΟΣ ΤΑ ΑΠΌ ΤΗΣ ΕΝ
ΝΙΚΑΙΑ Α΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΟΝ ΗΛΙΑΚΑ ΕΤΗ
2. ΑΙ ΕΟΡΤΑΙ ΤΩΝ
ΑΠΑΛΕΙΦΘΗΣΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΘΑ ΕΟΡΤΑΣΘΩΣΙ Η ΑΠΑΣΑΙ ΟΜΟΥ ΤΗΝ 14Η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
1923 Η ΩΣ ΘΕΛΕΙ ΟΡΙΣΕΙ ΤΟΥΤΟ Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ
10. Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΙΣ ΤΟΥ ΙΟΥΛΙΑΝΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
ΔΕΝ ΔΥΝΑΤΑΙ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΗ ΕΜΠΟΔΙΟΝ ΠΡΟΣ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑΝ ΑΥΤΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΙΝ, ΗΝ
ΗΘΕΛΟΝ ΑΠΟΔΕΧΘΗ ΑΠΑΣΑΙ ΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΙ…
ΑΠΟΦΑΣΙΣ
Β΄
1. ΠΑΡΑΚΑΛΕΙ ΤΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ
ΟΠΩΣ ΜΕΤΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΝ ΣΥΝΝΕΝΟΗΣΙΝ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΔΗΛΩΣΗ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ ΟΤΙ Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΠΡΟΘΥΜΩΣ ΘΕΛΕΙ ΑΠΟΔΕΧΘΗ ΤΟ
ΜΕΛΛΟΝ ΝΑ ΕΞΕΥΡΕΘΗ ΝΕΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ…
2. Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΠΡΟΤΙΜΑ ΜΕΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ
ΔΙΑΤΗΡΟΥΝ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑΝ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ, ΔΕΝ ΔΕΣΜΕΥΕΤΑΙ Δ΄ ΌΜΩΣ ΕΝ ΤΗ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙ
ΤΑΥΤΗ, ΕΝ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙ ΑΙ ΑΛΛΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΙ ΣΥΜΦΩΝΗΣΩΣΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΧΗΝ ΝΕΟΥ
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝΤΟΣ ΤΗΝ ΔΙΑΚΟΠΗΝ ΤΗΣ ΣΥΝΕΧΕΙΑΣ ΤΗΣ ΕΔΟΜΑΔΟΣ
3. ΕΦ΄ ΟΣΟΝ ΘΑ
ΕΠΗΡΧΕΤΟ ΚΟΙΝΗ ΣΥΓΚΑΤΑΘΕΣΙΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ, Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
ΕΊΝΑΙ ΠΡΟΘΥΜΟΣ ΝΑ ΚΗΡΥΧΘΗ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΜΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ ΕΝ ΗΜΕΡΑ
ΠΑΝΤΟΤΕ ΚΥΡΙΑΚΗ.
4. ΕΚΦΡΑΖΕΙ ΤΗΝ
ΕΥΧΗΝ ΌΠΩΣ Η ΤΟΙΑΥΤΗ ΑΜΕΤΑΚΙΝΗΤΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΔΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ
ΚΑΘΟΡΙΖΟΜΕΝΗΝ .
ΑΠΟΦΑΣΙΣ Γ΄
1. ΔΕΧΕΤΑΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΛΟΓΟΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΟΣ
ΜΟΝΙΜΟΥ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ ΓΑΜΟΥ ΚΑΙ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΩΣ
ΘΕΩΡΕΙ ΚΑΤ΄ ΑΡΧΗΝ ΕΠΙΤΡΕΠΤΟΝ ΤΟΝ ΓΑΜΟΝ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΚΟΝΩΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ
ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑΝ, ΕΞΑΙΡΟΥΜΕΝΩΝ ΜΕΝΤΟΙ ΕΚΕΙΝΩΝ, ΟΙΤΙΝΕΣ ΕΧΟΥΣΙ ΔΕΣΜΕΥΘΗ ΔΙΑ ΜΟΝΑΧΙΚΗΣ
ΕΥΧΗΣ
2. ΔΙΚΑΙΟΥΝΤΑΙ ΑΙ
ΣΥΝΟΔΟΙ ΤΩΝ ΕΠΙ ΜΕΡΟΥΣ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΕΠΙ ΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙ ΤΟΥ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ
ΌΠΩΣ ΕΠΙΤΡΕΠΩΣΙΝ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΤΟΥΝΤΑΣ ΕΝ ΧΗΡΕΙΑ ΙΕΡΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΚΟΝΟΥΣ ΤΗΝ ΣΥΝΑΨΙΝ
ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΓΑΜΟΥ
Ενώ συνεχίζοντο οι εργασίες του συνεδρίου την
1ην Ιουνίου 1923 πλήθος πολύ λαού απεδοκίμασε το συνέδριο. Ιδού πως περιγράφει την αντίδρασιν του λαού το περιoδικό '' ΕΚΚΛΗΣΙΑ'':
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ