Νεκτάριος Δαπέργολας
Τρόμαξα πραγματικὰ χτὲς μὲ τὴν ἀνακοίνωση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου. Νὰ ἦταν ἄραγε οἱ εὐχαριστίες πρὸς τὸ ἀντίχριστο καθεστὼς καὶ οἱ διαβεβαιώσεις γιὰ τὴν ἀγαστὴ συνεργασία Ἐκκλησίας καὶ Κράτους ποὺ θὰ συνεχιστεῖ; Νὰ ἦταν ἡ ἔκφραση χαρᾶς γιὰ τὸ «εὐήκοον οὖς» ποὺ ἔτεινε ὁ πρωθυπουργὸς στὸ αἴτημα νὰ ξανανοίξουν
πλέον οἱ ναοί;
Νὰ ἦταν ἡ διαπίστωση πὼς ἡ κρίση παρέρχεται, τὸ θέμα τῶν κλειστῶν ναῶν σὲ λίγο ἀποκαθίσταται
καὶ ἄρα δὲν ὑπάρχει λόγος πλέον νὰ συγκληθεῖ ἡ ὁλομέλεια τῆς Ἱεραρχίας (ὅπως τόσο ἔντονα ζήτησαν ἱεράρχες, ὅπως ὁ Κερκύρας καὶ ὁ Κυθήρων); Νὰ ἦταν τὸ ὅτι ὅλος ὁ ἀποτρόπαιος κι ἀπροκάλυπτος διωγμὸς ποὺ ζήσαμε ἐπὶ βδομάδες θάφτηκε καὶ ἀποσιωπήθηκε κάτω ἀπὸ μία μικρὴ ἀράδα γιὰ
«δικαιολογημένα παράπονα» καὶ γιὰ πικρία λόγῳ κάποιων
φαινομένων σκληρῆς ἀντιμετώπισης τῶν πιστῶν μέσα στή Μ.Εβδομάδα;
Ἦταν ὅλα αὐτὰ μαζί. Ἀλλὰ τὸ πιὸ καταλυτικὸ καὶ τρομακτικὸ ἦταν τελικὰ κάτι ἄλλο: τὸ ὅτι - μετὰ ἀπὸ ὅσα ζήσαμε - ὄχι μόνο
μαζεύτηκαν οἱ ἐκκλησιαστικοί μας πατέρες καὶ δὲν βρῆκαν μία ἔστω ὑποτυπώδη ἔκφραση συγγνώμης νὰ ποῦν, ἕνα ἔστω ἴχνος αὐτοκριτικῆς νὰ καταθέσουν, ἀλλὰ ἀντιθέτως ἐμφανίστηκαν ἀπόλυτα
δικαιωμένοι καὶ ἀναπαυμένοι.
Καί - ὡς ἐπιστέγασμα - τόνισαν ἐμφατικὰ ὅτι συγχωροῦν ὅσους τοὺς ἐπέκριναν γιὰ τὴ στάση τους ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα, συνάμα ὅμως ζητοῦν καὶ νὰ ἐπανορθώσουν οἱ ἐπικριτές, ἀποκαθιστῶντας τὴν ἀδικία ἀπέναντί τους!
Ἐκεῖ κυρίως ἦταν ποὺ τρόμαξα. Ἴσως δὲν θὰ ἔπρεπε, καθότι ἤμουν πολὺ ὑποψιασμένος καὶ θεωροῦσα πὼς ἤμουν ἕτοιμος νὰ ἀκούσω πλέον τὰ πάντα - ὅμως αὐτὸ μοῦ ἦρθε κυριολεκτικὰ σὰν
χαστούκι. Γιατί ἐκεῖ κυρίως συνειδητοποίησα ἀπόλυτα σὲ πόσο μακρινὸ κόσμο, σὲ πόσο παράλληλο καὶ ἀπομακρυσμένο σύμπαν ζοῦν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι.
Σὲ ποιὰ χαώδη ἀπόσταση ἀπὸ τοὺς πιστοὺς (πέρα ἴσως ἀπὸ κάποιους κόλακες ποὺ καθημερινὰ χαϊδεύουν τ᾿ αὐτιά τους) καὶ πόσο πολὺ αὐτὴ ἡ ἀπόσταση, ποὺ ἐδῶ καὶ 2 μῆνες μεταβλήθηκε σὲ πραγματικὸ χάσμα, θὰ συνεχίσει καὶ ἐφεξῆς νὰ διευρύνεται.
Θὰ συνεχίσει, ἁπλούστατα ἐπειδὴ κάποιοι δείχνουν πὼς δὲν πρόκειται νὰ κάνουν
τίποτε γιὰ νὰ τὴ γεφυρώσουν καὶ νὰ θεραπεύσουν τὴ χαίνουσα πληγή, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ πιστεύουν ὅτι οἱ ἴδιοι κατέχουν σχεδὸν τὸ ἀλάθητο καὶ ἀδυνατοῦν κἂν νὰ ἀντιληφθοῦν τὴν ὕπαρξη τοῦ προβλήματος.
Αὐτὸ ἦταν πραγματικὰ τρομακτικό. Καὶ δὲν εἶναι τόσο γιὰ νὰ μᾶς προκαλέσει ὀργὴ κι ἀγανάκτηση (τὰ περάσαμε κι
αὐτὰ δυστυχῶς τὶς προηγούμενες ἑβδομάδες). Εἶναι κυρίως γιὰ νὰ μᾶς ἀφήσει
ξέπνοους, ἀποκαρδιωμένους,
ἀποκαμωμένους. Εἶναι ἴσως ἡ χαριστικὴ βολή.
Γιὰ νὰ μὴν ὑπάρχουν
διόλου ἀμφιβολίες πιὰ σχετικὰ μὲ τὸ πόσο βαθὺ καὶ τραυματικὸ εἶναι τὸ πρόβλημα μέσα στή διοικοῦσα Ἐκκλησία. Καὶ γιὰ νὰ μὴν περιμένουμε
καὶ πολλὰ ἢ ἴσως καὶ τίποτε πλέον, πέρα ἀπὸ μεμονωμένες φωνὲς ἱεραρχῶν (ποὺ ὄντως νοιάζονται καὶ θλίβονται, ἀλλὰ εἶναι λίγοι).
Καὶ προφανῶς, γιὰ νὰ καταστεῖ σαφὲς ὅτι τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ φέρει πραγματικὴ λύση καὶ σὲ αὐτὸ τὸ πρόβλημα, εἶναι τὸ ἴδιο ποὺ μπορεῖ νὰ ἀνασχέσει συνολικὰ τὸν ζοφερὸ κατήφορο στὸν ὁποῖο κατρακυλάει ὁλόκληρη ἡ πατρίδα μας,
ἀπ᾿ ὅλες τὶς ἀπόψεις: ἕνα μεγάλο Θαῦμα ἄνωθεν. Μόνο Ἐκεῖνος πραγματικὰ μπορεῖ. Κανεὶς ἄλλος...