«Έως ποιο βαθμό οι αντιλήψεις, οι κρίσεις, οι αποφάσεις μας στην καθημερινή ζωή είναι “δικές μας”
και όχι αποτέλεσμα επιρροής της μικρής και της μεγάλης κοινωνίας απάνω μας; (Μικρήν εννοώ
τον στενό οικογενειακό, φιλικό και επαγγελματικό κύκλο και μεγάλη όλο τριγύρω μας το ανθρώπινο περιβάλλον μέσα και έξω ακόμη από τον εθνικό και γεωγραφικό μας χώρο)..... Δεν είμαστε τόσο “ελεύθεροι” να σχηματίζομε τις εντυπώσεις, τις πεποιθήσεις, το πρόγραμμα των επιδιώξεών μας, όσο νομίζομε. Το κοινωνικό σώμα, η “ομάδα” μέσα στην
οποία έχομε ενταχθεί (από τη γλώσσα που μιλούμε, από το Θεό που λατρεύομε, από την ανατροφή
και την εκπαίδευση που έχομε πάρει, από το επάγγελμα που ασκούμε κτλ.) καθορίζει σε τέτοιaν
έκταση και σε τόσο βάθος τον τρόπο και τα μέτρα με τα οποία αντιλαμβανόμαστε και σημασιολογούμε τα πράγματα και τα γεγονότα, ώστε κάθε άλλο παρά “δικές μας”, με την αυστηρή έννοια
της λέξης, είναι οι αλήθειες και οι αξίες μας. Φυσικά τούτο δεν το παραδέχεται ο εγωισμός μας.
Μια βαθύτερη όμως διερεύνηση (που μπορούμε και οι ίδιοι να κάνομε μέσα μας, εάν έχομε
το θάρρος να ανατάμομε τον εαυτό μας) θα μας πείσει ότι σε αναρίθμητες περιπτώσεις η πνευματική μας ανεξαρτησία είναι ένας ωραίος μύθος. Η όραση, η κρίση, η πίστη “μας” είναι η όραση, η πίστη της κοινωνικής φάλαγγας με την οποία συμπορευόμαστε. Το φαινόμενο τούτο στη
γλώσσα της επιστήμης λέγεται “κοινωνικός κομφορμισμός” και έχει γίνει αντικείμενο όχι μόνο
θεωρητικών αλλά και πειραματικών ερευνών. Μιαν απ’ όλες θα αναφέρω για παράδειγμα
Το 1951 ο Αμερικάνος J. E. Asch έκανε, ανάμεσα σε άλλα, και τούτο το έξυπνο
πείραμα. Έδειξε σε έξι πρόσωπα μια γραμμή ορισμένου μήκους και τους εζήτησε να βρουν την
αντίστοιχή της, στο μέγεθος, ανάμεσα σε τρεις άλλες που είχαν κι αυτές παρουσιαστεί στον
πίνακα. Πρωτύτερα όμως είχε δώσει μυστικά την εντολή σε πέντε από τα έξι αυτά πρόσωπα
να διαλέξουν όχι τη σωστή, αλλά μια ψεύτικη γραμμή. Το πρόσωπο που δεν μετείχε στη συνωμοσία, θα απαντούσε τελευταίο και είχε τοποθετηθεί έτσι ώστε να ακούσει και να ιδεί τα
άλλα που θα μιλούσαν πρώτα. Το πείραμα έγινε πολλές φορές με πολλά και διάφορα πρόσωπα και είχε τούτο το παράδοξο αποτέλεσμα: με συχνότητα εκπληκτική, το αμύητο στη συνωμοσία πρόσωπο δεν εμπιστευόταν στη μαρτυρία των δικών του ματιών, αλλά συντασσόταν με
την ομόφωνη απάντηση, την εσφαλμένη, των άλλων μελών της ομάδας. Και μια λεπτομέρεια,
ακόμη, πολύ χαρακτηριστική. Στα πειράματα του Asch τα πρόσωπα που έπεφταν στην παγίδα,
όταν μάθαιναν το τέχνασμα, δεν παραδέχονταν ότι είχαν υποχωρήσει στην “πίεση” της ομάδας,
αλλά υποστήριζαν ότι το λάθος ήταν δικό τους· απροσεξία, βιασύνη, κακή εκτίμηση των περιστατικών κτλ. Ώστε όχι μόνο δεχόμαστε, χωρίς να το καταλαβαίνομε, την επιρροή των άλλων
(όταν ιδίως αυτοί αποτελούν συντεταγμένο σύνολο, ομάδα κοινωνικού τύπου), αλλά και στην
περίπτωση που η αφανής αυτή αλλά έντονη επιρροή μάς παρασύρει σε εσφαλμένες αντιλήψεις ή κακές εκτιμήσεις, την πλάνη συνηθίζομε να την προσγράφομε σε μια δική μας αστοχία
ή ανεπάρκεια, όχι στους άλλους που μας παρέσυραν στον εκτροχιασμό. Από φιλοτιμία βέβαια,
για να δείξομε ότι στεκόμαστε στα δικά μας πόδια, αλλά και για έναν άλλο ακόμη λόγο: για να
αντισταθούμε (ηθικά τουλάχιστο) σε μια πανίσχυρη έλξη που ασκεί απάνω μας το κοινωνικό
πλαίσιο. Η άρνηση της παραδοχής είναι εδώ (όπως και σε πολλές άλλες καταστάσεις της προσωπικής μας ζωής) ένα είδος διαμαρτυρίας – δε θέλομε να αναγνωρίσομε τη δουλεία μας...».
Απόσπασμα από Ε.Π. ΠΑΠΑΝΟΥΤΣΟΣ ''ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΠΥΓΜΗΣ''.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου