Μετά την εγκατάσταση του λαού Ισραήλ στη γη της Επαγγελίας, δεν σταμάτησαν οι λοιμοί, γιατί δε σταμάτησαν οι αμαρτίες του. Μόνο μέσα από τις επιδημίες μπορούσε ο λαός να συνειδητοποιήσει ότι δεν βάδιζε σωστά, αλλά έπρεπε να αλλάξει πορεία ζωής, για να υγιαίνει και να ευημερεί. Μαζί με τον Ισραήλ ασθενούσαν και οι γείτονές του, επειδή η αμαρτία δεν ήταν ελάττωμα μόνο των Ισραηλιτών, αλλά παντός λαού.
Ακολουθεί χρονολογικά η επιδημία που έπληξε τους Φιλισταίους. Οι Φιλισταίοι σε μία μάχη με τους Ισραηλίτες έκλεψαν την Κιβωτό του Θεού και τη μετέφεραν σε μία πόλη τους, την Άζωτο, την τοποθέτησαν μέσα στο ναό του θεού τους, του Δαγών, και πρόσφεραν στο θεό τους ευχαριστίες, ενώπιον της παρουσίας της Κιβωτού του Γιαχβέ (1 Βασ 5:2-3). Οι κάτοικοι ύστερα από αυτή την ανίερη πράξη τους, πλήχθηκαν από βουβωνική πανώλη και άρχισαν να αποκτούν εκζέματα στους αφεδρώνες τους, δεχόμενοι παράλληλα την επίθεση ποντικών (1 Βασ 5:6). Ο βιβλικός συγγραφέας αποδίδει στον Θεό την επιδημία αυτή, εξαιτίας της ανίερης πράξης των Φιλισταίων που προηγήθηκε, για να μάθουν οι Ισραηλίτες ότι ο Θεός δεν αφήνει ανυπεράσπιστο το λαό του, αλλά και να αναγνωρίσουν οι αλλόφυλοι την παντοδυναμία του Γιαχβέ. Όμως, μέσα από τις μαρτυρίες του ιερού κειμένου φαίνεται ότι και οι ίδιοι οι Φιλισταίοι απέδωσαν την ασθένεια στο τιμωρό χέρι του Θεού. Βλέποντας να εξαπλώνεται η επιδημία σε όλες τις πόλεις από τις οποίες πέρασε η Κιβωτός, πίστεψαν πραγματικά ότι ο Θεός των Ισραηλιτών κατοικεί μέσα σ’ αυτήν και τους τιμωρεί για την άνομη πράξη τους. Γι’ αυτό, αποφάσισαν να επιστρέψουν την Κιβωτό του Θεού στους Ισραηλίτες και μαζί με αυτήν να προσφέρουν ως αφιερώματα στο Θεό, για να τον εξευμενίσουν, πέντε ομοιώματα εδρών, που συμβόλιζαν τις πέντε σατραπείες των Φιλισταίων, και πέντε ομοιώματα ποντικών, που προκάλεσαν την επιδημία υποκινούμενα από το χέρι του Θεού κατά την πίστη τους (1 Βασ 6:4-9).
Αργότερα, επί της βασιλείας του Δαυίδ οι Ισραηλίτες πέθαναν, επίσης, από μία θανατηφόρα επιδημία, η οποία εικάζεται ότι ήταν η πανώλη. Το περιστατικό έχει ως εξής: Ο βασιλιάς του ισραηλιτικού λαού, ο Δαυίδ, από ματαιοδοξία και μόνο κι επειδή είχε αρχίσει να στηρίζεται στις δικές τους δυνάμεις παρά στη δύναμη του Θεού, διενήργησε απογραφή του πληθυσμού του βασιλείου του, πιθανώς μετά την κατάκτηση της Ιερουσαλήμ και την ανάδειξή της ως πολιτικο-θρησκευτικού κέντρου του Ισραήλ. Η αρίθμηση όμως του λαού στο θεοκρατικό πολίτευμα των Ισραηλιτών αποτελούσε αμαρτία, γιατί ερχόταν σε αντίθεση με την πίστη ότι ο περιούσιος λαός ανήκει στον Θεό και ότι ο Θεός, ο οποίος είναι παντοδύναμος, φροντίζει για την ευημερία του λαού Του (Εξ 30:12-16). Η ματαιόπονη αυτή ενέργεια του Δαυίδ αποδοκιμάστηκε από τον Γιαχβέ, με αποτέλεσμα να πεθάνουν από θανατηφόρο επιδημία, πιθανώς πανώλη, εβδομήντα χιλιάδες λαού για την αμαρτία του ηγέτη τους. Λαός και βασιλιάς αποτελούσαν ένα αδιαίρετο σύνολο στο θεοκρατικό πολίτευμα των Ισραηλιτών, γι’ αυτό και τιμωρούνται όλοι. Την αυστηρή αυτή ποινή την επέλεξε ο ίδιος ο Δαυίδ, καθώς το κείμενο αναφέρει ότι ο Θεός του έδωσε τρεις επιλογές τιμωρίας με τον προφήτη του, τον Γάδ: την πείνα, την εχθρική καταπίεση ή την επιδημία. Ο Δαυίδ επέλεξε τη θανατηφόρα νόσο, διότι ήταν προτιμότερο, όπως λέει ο ίδιος, να πέσει στα χέρια του Κυρίου παρά στα χέρια των ανθρώπων (Παρ 21:13). Μία βαθύτερη μελέτη και ανάλυση των βιβλικών κειμένων αποδεικνύει ότι η αιτία της θανατηφόρας μάστιγας οφείλεται κατά κύριο λόγο σε κάποια αμαρτία που διέπραξε ο ίδιος ο λαός νωρίτερα και η οποία δεν κατονομάζεται στο κείμενο. Πάνω στην αμαρτία του λαού προστέθηκε και η αμαρτία του βασιλιά Δαυίδ με την απογραφή. Αυτό φαίνεται στη διήγηση του βιβλίου των Βασιλειών, όπου εκεί ο Θεός είναι οργισμένος από πριν με το λαό Του και παρακινεί τον Δαυίδ για την απογραφή (2 Βασ 24:1). Το ίδιο φαίνεται και στο βιβλίο των Παραλειπομένων, όπου εκεί ο σατανάς εισχώρησε πρώτα στο λαό και έπειτα παρακίνησε τον βασιλιά σε αυτή την ενέργεια (1 Παρ 21:1). Εδώ, πρόκειται για το κατά παραχώρηση θέλημα του Θεού, σύμφωνα με το όποιο ο Θεός επιτρέπει στο σατανά να δράσει με αυτόν τον τρόπο, ώστε ο Θεός να διορθώσει τις ατέλειες της ηθικής και πνευματικής ζωής του λαού Του. Διαβάζοντας κανείς τα προηγούμενα κεφάλαια αντιλαμβάνεται ότι η αμαρτία του λαού που επέσεισε την οργή του Θεού ήταν η εξής: ένας σημαντικός αριθμός από το λαό είχε αποδεχθεί ως βασιλιά τον Αβεσσαλόμ, το γιο του Δαυίδ, και ένα άλλο μέρος του λαού είχε κρατήσει αδιάφορη και ουδέτερη στάση στα γεγονότα που συνέβησαν με την αποστασία του Αβεσσαλόμ και την επίδοξη ενέργεία του να κλέψει το θρόνο του πατέρα του. Όλοι αυτοί ήταν ένοχοι ενώπιον του Γιαχβέ, επειδή δεν είχαν αποδεχθεί τον χρισμένο από τον Θεό βασιλιά Δαυίδ. Ουσιαστικά είχαν απορρίψει τον ίδιο τον Θεό τους. Ο Γιαχβέ δεν μπορούσε να αγνοήσει αυτή την αποστασία του λαού του και να την αφήσει ατιμώρητη, γιατί αυτό θα σήμαινε στο μυαλό των Ισραηλιτών ότι η αποστασία από το θεοκρατικό πολίτευμα του έθνους τους δεν ήταν κατακριτέα και συνεπώς θα μπορούσε να επαναληφθεί στο μέλλον. Ο Θεός, όμως, ήθελε να προστατέψει το λαό του από τα πολιτικά παιχνίδια των άλλων λαών και να κρατήσει μέσα στη μνήμη του ότι η καλύτερη κυβέρνηση του έθνους επιτυγχάνεται όταν ο λαός εμπιστεύεται τις επιλογές του Γιαχβέ και όχι τις επιλογές της αμαρτωλής φύσης του.


0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top