ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ''ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ: OI ΥΠΟΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ ΔΙΚΕΣ ΜΑΣ



Ὁλόκληρον το μυστήριον τῆς χριστιανικῆς πίστεως εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ὁλόκληρον το μυστήριον τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Θεάνθρωπος. 
λόκληρον το μυστήριον τοῦ Θεανθρώπου ἔγκειται εἰς τὸ ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε «σάρξ», ὅτι δηλαδὴ εἰς τὸ ἀνθρώπινον σῶμα κατώκησεν ὅλον το πλήρωμα τῆς Θεότητός Του μὲ ὄλας τὰς θείας δυνάμεις καὶ τελειότητας, δηλαδὴ ὅλον το μυστήριον τοῦ Θεοῦ. Τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ συνοψίζεται εἰς τὸ ἑξῆς παγχαρμόσυνον μήνυμα: «Μέγα ἐστι τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον: ὁ Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκὶ» (Ἃ' Τιμ. 3, 16). Ὁ Θεὸς Λόγος ἔγινεν ἡ κεφαλὴ τοῦ θεανθρώπινου σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Κατὰ τὸν θεοσοφὸν Ἀπόστολον ὁ Θεὸς Πατὴρ διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «ἔδωκε» τὸν Θεάνθρωπον, «κεφαλὴν ὑπὲρ πάντα τὴ Ἐκκλησία, ἥτις ἐστὶ τὸ σῶμα Αὐτοῦ, τὸ πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πάσι πληρουμένου»  (Εφ. 1, 22-23).

Ἡ ἱεραποστολὴ τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας δὲν ἦταν ὅπως εἶναι τῆς σημερινῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ποὺ συνίσταται μερικὲς φορὲς στὸ νὰ διαφημίζωμε τὰ ὡραῖα μας δόγματα ἢ τὴν λατρευτική μας παράδοσι, σὰν νὰ εἶναι τίποτα προϊόντα γιὰ πούλημα…Λέμε, π.χ.: Κοιτάξτε, ἐμεῖς ἔχομε τὰ πιὸ ὡραῖα δόγματα, τὴν πιὸ ὡραία λατρεία, τὴν πιὸ ὡραία ψαλμωδία, τὶς πιὸ ὡραῖες στολὲς - κοίτα πόσο ὡραῖος εἶναι ὁ σάκκος τοῦ Δεσπότη! κ.λ.π., Βέβαια ἔχει κάποιο νόημα καὶ κάποια ἐπιτυχία μιὰ ἱεραποστολὴ ποὺ γίνεται κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ὅμως δὲν εἶναι ἡ γνήσια ἱεραποστολή, ὅπως ἐκείνη τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας.
Ἡ σημερινὴ ἱεραποστολὴ συνίσταται κυρίως στὸ ἑξῆς: Διαφωτίζομε ἀνθρώπους ποὺ εἶναι δεισιδαίμονες καὶ τοὺς κάνομε Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, χωρὶς νὰ προσπαθοῦμε νὰ τοὺς θεραπεύσωμε. Ἔτσι ὅμως ἀντικαθιστοῦμε ἢ ἀνταλλάσσομε τὸ προηγούμενο τοὺς δόγμα μὲ ἕνα καινούργιο δόγμα. Ἀνταλλάσσομε μέσα τους τὴν μία δεισιδαιμονία μὲ μιὰ ἄλλη δεισιδαιμονία. Καὶ τοῦτο διότι ἡ Ὀρθοδοξία, ὅταν ἔτσι παρουσιάζεται καὶ προσφέρεται, σὲ τί διαφέρει ἀπὸ δεισιδαιμονία; Διότι, ὅταν ἡ Ὀρθοδοξία παρουσιάζεται καὶ προσφέρεται σὰν ἕνας Χριστιανισμὸς ποῦ δὲν θεραπεύει, παρ’ ὅλο ποῦ τὸ κύριό του ἔργο εἶναι ἡ θεραπεία, τότε σὲ τί διαφέρει ἀπὸ τὴν δεισιδαιμονία;

Τώρα τὸ ἐρώτημα ποὺ ἀκολουθεῖ εἶναι: Ποὺ σταματάει ἡ δεισιδαιμονία καὶ ποῦ ἀρχίζει ἡ ἀληθινὴ πίστις;
Σ’ αὐτὰ τὰ θέματα οἱ Πατέρες ἔχουν σαφεῖς θέσεις καὶ διδασκαλία. Ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἀκολουθεῖ ἢ μᾶλλον νομίζει ὅτι ἀκολουθεῖ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καὶ ἁπλῶς πηγαίνει στὴν Ἐκκλησία κάθε Κυριακή, ποὺ κοινωνεῖ κατὰ τακτὰ διαστήματα, ποὺ χρησιμοποιεῖ τοὺς παπάδες γιὰ νὰ τοῦ κάνουν ἁγιασμοὺς, εὐχέλαια κλπ., χωρὶς νὰ ἐμβαθύνη σ’ αὐτά, παραμένοντας στὸ γράμμα τοῦ νόμου καὶ ὄχι στὸ πνεῦμα τοῦ νόμου, αὐτὸς ὠφελεῖται ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία; Μετὰ ἕνας ἄλλος, ὁ ὁποῖος προσεύχεται ἀποκλειστικὰ γιὰ τὴν μέλλουσα ζωὴ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους καὶ ἀδιαφορεῖ τελείως γι’ αὐτὴν τὴν ζωή, αὐτὸς πάλι ὠφελεῖται ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία; Ἡ μία τάσις ἐκπροσωπεῖται ἀπὸ τὸν παπὰ τῆς ἐνορίας καὶ ὅσους μαζεύονται γύρω του μὲ τὸ παραπάνω πνεῦμα καὶ ἡ ἄλλη ἐκπροσωπεῖται ἀπὸ ἕναν Γέροντα σὲ μοναστήρι, συνήθως κάποιον ἀρχιμανδρίτη, ποὺ βρίσκεται σὲ σύνταξι καὶ περιμένει νὰ πεθάνη, μὲ μερικοὺς μοναχοὺς γύρω του.

Ἐφ’ ὅσον οἱ δύο αὐτὲς τάσεις δὲν εἶναι ἐπικεντρωμένες γύρω ἀπὸ τὴν κάθαρσι καὶ τὸν φωτισμό, ἀπὸ πατερικῆς ἀπόψεως, εἶναι λανθασμένες ὡς πρὸς ἐκεῖνο ποὺ ἐπιδιώκουν. Ὅσο ὅμως εἶναι ἐπικεντρωμένες γύρω ἀπὸ τὴν κάθαρσι καὶ τὸν φωτισμὸ καὶ ἐφαρμόζουν τὴν Ὀρθόδοξη Πατερικὴ ἀσκητικὴ ἀγωγὴ γιὰ τὴν ἀπόκτησι τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τότε μόνον τὰ πράγματα τίθενται πάνω σε ὀρθὴ βάσι. Αὐτὲς οἱ δύο τάσεις εἶναι ὑπερβολὲς πρὸς τὰ δύο ἄκρα. Δὲν ἔχουν αὐτὲς οἱ τάσεις κοινὸν ἄξονα. Ὁ κοινὸς ἄξονας ποὺ διακρατεῖ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ διατηρεῖ τὴν συνοχή της, ὁ ἕνας καὶ μοναδικός της ἄξονας ἐπάνω σε ὅλα τα θέματα που την ἀπασχολοῦν καὶ ὁ ὁποῖος τοποθετεῖ τὰ πράγματα πάνω σε ὀρθὴ βάσι, ὅταν λαμβάνεται ὑπ’ ὄψιν, εἶναι ὁ ἄξονας: Κάθαρσις – φωτισμὸς - θέωσις.

Τώρα ἡ κάθαρσις καὶ ὁ φωτισμὸς γιὰ ποιὸν λόγο χρειάζονται; Γιὰ νὰ πάη ὁ ἄνθρωπος στὸν Παράδεισο καὶ νὰ ἀποφύγη τὴν Κόλασι; Γι’ αὐτὸ χρειάζονται; Εἰς τί συνίσταται ἡ κάθαρσις καὶ ὁ φωτισμὸς καὶ γιὰ ποιὸν λόγο ἐπιδιώκονται ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους; Γιὰ νὰ βρῆ κανεὶς τὸν λόγο καὶ νὰ δώση ἀπάντησι στὴν ἐρώτησι αὐτή, πρέπει νὰ κατέχη τὸ βασικὸ κλειδί, τὸ ὁποῖο εἶναι τοῦτο: Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἐπάνω στὴν γῆ ἔχουν τὸ ἴδιο τέλος ἀπὸ Ὀρθόδοξη θεολογικὴ ἄποψη. Εἴτε εἶναι κανεὶς Ὀρθόδοξος εἴτε εἶναι Βουδδιστὴς εἴτε Ἰνδουϊστὴς εἴτε ἀγνωστικιστὴς εἴτε ἄθεος, ὀ,τιδήποτε καὶ ἂν εἶναι, δηλαδὴ κάθε ἄνθρωπος ἐπάνω στὴν γῆ, εἶναι προωρισμένος νὰ δὴ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ. Θὰ δὴ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ κατὰ τὸ κοινὸ τέλος τῆς ἀνθρωπότητος κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θὰ δοῦν τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀπὸ αὐτῆς τῆς ἀπόψεως ἔχουν τὸ ἴδιο τέλος. Ὅλοι βέβαια θὰ δοῦν τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ μὲ μία διαφορά: Οἱ μὲν σεσωσμένοι θὰ δοῦν τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ ὡς Φῶς γλυκύτατον καὶ ἀνέσπερον, οἱ δὲ κολασμένοι, θὰ δοῦν τὴν ἴδια δόξα τοῦ Θεοῦ ὡς πῦρ καταναλίσκον, σὰν φωτιὰ ποὺ θὰ τοὺς καίη. Αὐτό, τὸ ὅτι ὅλοι θὰ δοῦμε τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἕνα ἀληθινὸ καὶ ἀναμενόμενο γεγονός. Τὸ νὰ δὴ κανεὶς τὸν Θεό, δηλαδὴ τὴν δόξα Του, τὸ Φῶς Του, αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ θὰ γίνη εἴτε τὸ θέλομε εἴτε ὄχι. Ἡ βίωσις ὅμως αὐτοῦ του Φωτὸς θὰ εἶναι διαφορετικὴ στοὺς μὲν ἀπὸ τοὺς δέ.
Ὁπότε τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν παπάδων δὲν εἶναι νὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ δοῦμε αὐτὴν τὴν δόξα, διότι αὐτὸ θὰ γίνη ὁπωσδήποτε. Τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας ἑστιάζεται στὸ πὼς θὰ δὴ ὁ κάθε ἄνθρωπος τὸν Θεόν. Ὄχι στὸ ἂν θὰ δὴ τὸν Θεόν. Δηλαδὴ τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νὰ κηρύττη στοὺς ἀνθρώπους ὅτι ὑπάρχει Θεὸς ἀληθινός, ὅτι ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτεται εἴτε ὡς Φῶς εἴτε ὡς πῦρ καταναλίσκον, ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ θὰ δοῦμε τὸν Θεόν, καὶ νὰ προετοιμάζη τὰ μέλη της, ὥστε νὰ δοῦν τὸν Θεὸν ὄχι σὰν φωτιά, ἀλλὰ σὰν Φῶς.

Αὐτὴ ἡ προετοιμασία τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, καθὼς καὶ ὅλων των ἀνθρώπων, ποὺ θέλουν νὰ δοῦν τὸν Θεὸν ὡς Φῶς, εἶναι στὴν οὐσία τῆς μία θεραπευτικὴ ἀγωγή, ἡ ὁποία πρέπει νὰ ἀρχίση καὶ νὰ τελειώση σ’ αὐτὴν τὴ ζωή. Πρέπει σ’ αὐτὴν τὴ ζωὴ νὰ γίνη ἡ θεραπεία καὶ νὰ περατωθῆ. Διότι μετὰ θάνατον οὐκ ἐστι μετάνοια. Αὐτὴ ἡ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ εἶναι ἡ οὐσία καὶ τὸ κύριο περιεχόμενο τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως ὡς καὶ ἡ κύρια μέριμνα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Συνίσταται δὲ καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ τὰ ἀκόλουθα τρία στάδια πνευματικῆς ἀναβάσεως: Τὴν κάθαρσι ἀπὸ τὰ πάθη, τὸν φωτισμὸ ἀπὸ τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ τὴν θέωσι, πάλι ἀπὸ τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Συμβαίνει δὲ καὶ τοῦτο: Ἂν δὲν φθάση κανεὶς τουλάχιστον σὲ κατάστασι μερικοῦ φωτισμοῦ, σ’ αὐτὴν τὴν ζωή, δὲν μπορεῖ νὰ δὴ τὸν Θεὸν σὰν Φῶς οὔτε σ’ αὐτὴν τὴν ζωή, ἀλλὰ οὔτε καὶ στὴν ἄλλη ζωὴ

Ἡ ἑνότης τῆς Ἐκ­κλησίας εἶναι ἐκεῖνο τό ὑπερφυές δῶρο, γιά τό ὁποῖο προσευχήθηκε ὁ Μέγας Ἀρχιερεύς πρός τόν Οὐράνιο Πατέρα: «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν, καθώς σύ, Πάτερ, ἐν ἐμοί, κἀγώ ἐν σοί … ἵνα θεωρῶσι τήν δόξαν τήν ἐμήν, ἥν δέδωκάς μοι, ὅτι ἠγάπησάς με πρό καταβολῆς κόσμου» (Ἰω. 17, 21-24). Λόγῳ αὐτῆς τῆς ὑπερ­φυοῦς ἑνότητος τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, σέ ὅποια τοπική Ὀρθόδοξο ἐκκλησία καί ἄν ἀνήκουν, συνδέονται μέ τήν ἴδια Ὀρθόδοξο Πίστι, τελοῦν τήν ἴδια Θεία Εὐχαριστία, ζοῦν τήν ἴδια ζωή τοῦ Πνεύματος. Κάθε τοπική ἐκκλησία ἐκ­φράζει καί ἀντανακλᾶ τήν Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία (βλ. ἁγ. Εἰρηναίου Λουγδούνου, Ἔλεγχος καί ἀνατροπή τῆς ψευδωνύμου γνώσεως, 1, 3). 

Τὸ πρώτον ἅγιον μυστήριον εἶναι τὸ Βάπτισμα, ἡ δὲ πρώτη ἀρετὴ ἡ πίστις. «Μία πίστις» (Ἔφ. 4, 5) καὶ ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὴν δὲν ὑπάρχει ἄλλη. «εἰς Κύριος» (πρβλ. Ἃ' Κορ. 8,16. 12, 5. Ἰουδ. 3) ἐκτός του ὁποίου δὲν ὑπάρχει ἄλλος (Ἔφ. 4, 5) καὶ «ἐν βάπτισμα» καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ αὐτό. Μόνον εἰς τὴν ὀργανικὴν ἕνωσιν μὲ τὸ θεανθρώπινον σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὡς «σύσσωμος» αὐτοῦ του θαυμαστοῦ ὀργανισμοῦ, ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τὴν πλήρη αἴσθησιν καὶ ἐπίγνωσιν καὶ πεποίθησιν ὅτι ὄντως ὑπάρχει μόνον «εἰς Κύριος», ἡ Παναγία Τριάς. μόνον «μία πίστις», ἡ πίστις εἰς τὴν Παναγίαν Τριάδα (Ἔφ. 3, 6. 4, 13. 4, 5. Ἰουδ. 3). μόνον «ἐν βάπτισμα», τὸ βάπτισμα εἰς τὴν Παναγίαν Τριάδα (Ματθ. 28, 19) καὶ μόνον «εἰς Θεὸς καὶ Πατὴρ πάντων, ὁ ἐπὶ πάντων, καὶ διὰ πάντων, καὶ ἐν πάσιν ἠμὶν» (Ἔφ. 4, 6). 

Οἱ Πατέρες τονίζουν ὅτι ἡ σωτηρία δὲν ἔρχεται μὲ τὸ Ὀρθόδοξο δόγμα ἀπὸ μόνο του. Δὲν εἶναι τὸ δόγμα ποὺ σώζει τὸν ἄνθρωπο. Τὸ δόγμα ἁπλῶς ἀνοίγει τὸν δρόμο στὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ φθάση στὴν κάθαρσι καὶ στὸν φωτισμό. Ὅμως χωρὶς τὸ Ὀρθόδοξο δόγμα δὲν φθάνει κάποιος στὴν κάθαρσι καὶ στὸν φωτισμό. Χωρὶς τὴν ὀρθὴ δογματικὴ συνείδησι καὶ χωρὶς τὴν Ὀρθόδοξη πράξι, χωρὶς τὴν Ὀρθόδοξη λειτουργικὴ ζωὴ δὲν φθάνει κανεὶς στὴν κάθαρσι καὶ στὸν φωτισμό. Τὸ δόγμα καὶ ἡ λειτουργικὴ ζωὴ δὲν εἶναι τὰ μέσα γιὰ νὰ φθάση κανεὶς στὴν κάθαρσι τῆς ψυχῆς καὶ στὸν φωτισμό. Εἶναι ὅμως οἱ ἀπαραίτητες προϋποθέσεις, τὰ ἀπαραίτητα θεμέλια, γιὰ νὰ ὁδηγηθῆ κάποιος στὴν κάθαρσι καὶ τὸν φωτισμό. Δὲν εἶναι δηλαδὴ τὸ δόγμα ἕνα αὐτόματο μέσο ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ ἀπὸ μόνο του σ’ αὐτὲς τὶς καταστάσεις.

Τώρα συμβαίνει νὰ βρισκώμαστε σὲ μία καμπὴ στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ὁ ἴδιος ὁ κομπογιαννίτης γιατρὸς (δηλαδὴ ὁ μὴ δυνάμενος νὰ θεραπεύση ἢ νὰ καθοδηγήση σωστὰ πνευματικὸς πατὴρ) δὲν ἔχει ἐπίγνωσι ὅτι εἶναι κομπογιαννίτης. Ὁ κομπογιαννίτης ὅμως εἶναι σὲ θέση νὰ ἀναγνωρίση ἕναν πραγματικὸ γιατρό, ὅταν συναντηθῆ μὲ αὐτὸν ἢ ὄχι; Ἡ ἀπάντησις εἶναι, ὅτι, ἂν ἔχη πορρωμένη συνείδησι, δὲν θὰ τὸν ἀναγνωρίση. Αὐτὸ συνέβη μὲ τὸν Ἰούδα, ὁ ὁποῖος ἐγνώρισε μὲν τὸν Χριστόν, ἀλλὰ ὄχι ὅπως οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι. Ὁ Ἰούδας δὲν κατάλαβε ποιὸς ἦταν ὁ Χριστός. Γιατί; Διότι πνευματικὰ δὲν ἦταν ἐν τάξει. Δηλαδὴ ὁ Ἰούδας ἀπεδείχθη κομπογιαννίτης καὶ οὔτε τὸν ἑαυτὸ τοῦ μπόρεσε νὰ σώση.

Ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἄρρωστος ἀπὸ τὴν Πατερικὴ ἄποψι. Δὲν ὑπάρχει ἕνας ἄνθρωπος ποὺ νὰ εἶναι φυσιολογικός, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς Ἁγίους. Σήμερα τὸ τί εἶναι φυσιολογικὸς ἄνθρωπος, εἶναι κάτι ποὺ κρίνει ὁ καθένας μὲ τὰ ἰδικὰ τοῦ κριτήρια. Ποιὸς ὅμως εἶναι ὁ πραγματικὰ φυσιολογικός; Ποιὸς εἶναι ὁ τρελλὸς καὶ ποιὸς δὲν εἶναι; Ὑπάρχουν μερικοὶ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι τόσο πολὺ ἀφύσικοι, ὥστε τοὺς κλείνουν μέσα σὲ τρελλοκομεία, ἐπειδὴ εἶναι ἐπικίνδυνοι εἴτε γιὰ τὸν ἑαυτό τους εἴτε γιὰ τὴν κοινωνία. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ πολλοὶ ἄλλοι, ποὺ εἶναι ἐξ ἴσου ἐπικίνδυνοι, ποὺ δὲν εἶναι ὅμως κλεισμένοι στὰ τρελλοκομεία. Πῶς λοιπὸν μποροῦμε νὰ διακρίνωμε ποιὸς εἶναι νορμὰλ καὶ ποιὸς δὲν εἶναι νορμάλ;
Ἔρχεται λοιπὸν ἡ Πατερικὴ Θεολογία καὶ λέγει ὅτι κανένας δὲν εἶναι νορμάλ. Καὶ ἐπεξηγεῖ:

Ὁ Θεὸς ἔδωσε στὸν ἄνθρωπο νοερὰ ἐνέργεια, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα φυσιολογικὸ συστατικό της ἀνθρωπίνης φύσεως, καὶ ἡ ὁποία δυστυχῶς στὸν ἄνθρωπο δὲν λειτουργεῖ καθόλου ἢ λειτουργεῖ ὑποτυπωδῶς. Γιὰ νὰ ἐπαναλειτουργήση αὐτὴ ἡ νοερὰ ἐνέργεια, χρειάζεται νὰ προηγηθῆ ἡ θεραπεία τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος.
Αὐτὲς τώρα οἱ παράμετροι, δηλαδὴ ἡ ἀνάγκη θεραπείας καὶ ἡ μέθοδος θεραπείας τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος, συνιστοῦν τὴν οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνο ἡ νοερὰ ἐνέργεια τῶν Ὀρθοδόξων ποὺ πρέπει νὰ θεραπευθῆ. Ἡ νοερὰ ἐνέργεια δὲν εἶναι Ὀρθόδοξη. Δηλαδὴ δὲν εἶναι μόνον τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν αὐτὴ ἡ ἀνάγκη, ἀλλὰ ὅλων των ἀνθρώπων. Νοῦν ἔχει ὅλος ὁ κόσμος καὶ ὁ νοῦς αὐτὸς πρέπει νὰ θεραπευθῆ. Ἔτσι, ὅταν μιλᾶμε γιὰ Ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ὅπως τὴν ἐννοοῦν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, σημαίνει ὅτι μιλᾶμε γιὰ τὴν θεραπεία τοῦ νοὸς ὅλων των ἀνθρώπων. Δηλαδή, ἡ Ὀρθόδοξος πνευματικότης εἶναι μία θεραπευτικὴ ἀγωγή, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται πρὸς ὅλους του ἀνθρώπους καὶ εἶναι σχεδιασμένη νὰ περιλάβη ὅλους τους ἀνθρώπους.

Σήμερα δίνει ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία τὴν δυνατότητα σὲ κάποιον νὰ ἀνιχνεύση τὸν πραγματικὸ γιατρὸ καὶ νὰ τὸν διακρίνη ἀπὸ ἕναν κομπογιαννίτη; Δηλαδὴ μποροῦμε σήμερα νὰ ἀνιχνεύσωμε τὸν ἀληθινὸ πνευματικὸ πατέρα, ἐκεῖνον ποῦ εἶναι σὲ θέσι νὰ θεραπεύη, ἀνάμεσά σε πολλοὺς ἄλλους; Ἢ ἀλλιῶς μποροῦμε σήμερα νὰ ἀνιχνεύσωμε τὸν ἅγιο μέσα στὸ πλῆθος; Δύσκολο φαίνεται. Δηλαδὴ οἱ Χριστιανοὶ σήμερα ἔχουν φθάσει στὸ σημεῖο δύσκολα νὰ ξεχωρίζουν τοὺς πνευματικοὺς γιατροὺς ἀπὸ τοὺς κομπογιαννίτες. Καὶ φθάσαμε σ’ αὐτὴν τὴν κατάστασι, διότι ἀντικαταστήσαμε τὴν Πατερικὴ Θεολογία μὲ Δυτικοῦ τύπου Θεολογία, μὲ Θεολογία τῶν δογμάτων, μὲ Θεολογία τοῦ βιβλίου δηλαδὴ καὶ ὄχι ἐμπειρική, ἡ ὁποία δὲν ὁδηγεῖ στὴν κάθαρσι τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη.




ΠΗΓΗ: ''ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ Ι. Σ. ΡΩΜΑΝΙΔΟΥ''

1 comments:

  1. Συναίσθημα και Αγάπη

    Μητροπολίτης Ιταλίας Γεννάδιος :
    Ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης καί ὁ Ἐπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, οἱ δύο Πατριάρχαι Ἀνατολῆς καί Δύσεως, Κορυφαί τιμῆς καί ἀγάπης, ἀλλά καί πρῶτοι Διάκονοι τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἐλευθερώνονται ἀπό τό ἐπικίνδυνον συναίσθημα τοῦ Συναγωνισμοῦ ...

    π. Ι. Ρωμανίδης
    Ὁ Θεὸς ἔδωσε στὸν ἄνθρωπο νοερὰ ἐνέργεια, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα φυσιολογικὸ συστατικό της ἀνθρωπίνης φύσεως, καὶ ἡ ὁποία δυστυχῶς στὸν ἄνθρωπο δὲν λειτουργεῖ καθόλου ἢ λειτουργεῖ ὑποτυπωδῶς. Γιὰ νὰ ἐπαναλειτουργήση αὐτὴ ἡ νοερὰ ἐνέργεια, χρειάζεται νὰ προηγηθῆ ἡ θεραπεία τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος ... και "Η θρησκεία είναι νευροβιολογική ασθένεια, η δε Ορθοδοξία η θεραπεία της".

    Σημείωση κχ. Σημειώσατε, θρησκεία τέλος. Ίασις. Άρα, συναίσθημα τέλος, τέλος και η αγάπη. Όμως, όχι ! Έχουμε τον Πάπα και τον οικουμενικό Βαρθολομαίο, που μας ελευθερώνουν δια της αγάπης από το επικίνδυνο συναίσθημα.

    Δημήτρης Λιαντίνης :
    Οι θρησκείες θα αφανίσουν τον άνθρωπο (Ηχητικό απόσπασμα από το τελευταίο μάθημα του Δημήτρη Λιαντίνη προς τους μετεκπαιδευόμενους δασκάλους του Μαράσλειου Διδασκαλείου. http://youtu.be/gZvgrzfQhSs

    κχ :
    Τι τα θέλετε αυτά αγαπητοί ; Οι εξελικτικά προελθόντες εκ των πιθήκων αδυνατούν να διακρίνουν την εξ ενστίκτου αγάπη, την οποία έχουν όλα τα ζώα, από την εκ Θεού αγάπη, η οποία είναι αίτιος της δημιουργίας ανθρώπου. Ο Θεός αγάπη εστί. Υπάρχει αγάπη άνευ συναισθήματος ; Υπάρχει θρησκεία άνευ συναισθήματος ; Υπάρχει Εκκλησία άνευ συναισθήματος ;
    Θρησκεία χωρίς συναίσθημα και Εκκλησία άνευ καθαράς καρδίας ( : καρδίαν καθαράν κτίσον), δηλαδή, διαφορετικής φύσεως αγάπης, είναι ένα και το αυτό : Ζωώδες συναίσθημα, ενστικτώδης αγάπη.

    Το "επικίνδυνον συναίσθημα του Συναγωνισμού" (sic) - είναι το "δάκνοντες αλλήλους" - του Μητροπολίτη Ιταλίας Ιγνατίου, όπως και των άλλων, βρήκε αντικαταστάτη το εξελικτικό συναίσθημα της ακάθαρτης - ζωώδες γαρ - αγάπης. Που είναι πολύ περισσότερο επικίνδυνη, καθόσον ψευδεπίγραφη, υποκριτική και ενστικτική, όπως εγράφη.
    Η λογική εκτοπίζει το συναίσθημα και το συναίσθημα τον Λόγο. Κλασική έκφραση : Η πολιτική δεν γίνεται με το συναίσθημα. Συνέπεια, ο αποδομισμός της θρησκείας, ακόμη και ορθοδόξως ! Ο σιωνισμός καλά κρατεί. Ποιος αντιλέγει; Quis enim negit ? θα μας έλεγε ο Ιταλίας Ιγνάτιος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

 
Top