Καινοτομίες με πρόσχημα την Παράδοση: Αντι-οικουμενικές προσπάθειες με σκοπό να εκτροχιαστεί η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος
γραφείο ο Καθηγητής Γιώργος Δημακόπουλος *
Τα
κείμενα τα οποία έλαβαν την έγκριση των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών εν
όψει της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου δεν είναι ιδιαιτέρως αμφιλεγόμενα. Αποτελούν
προϊόν συναίνεσης, μετά από δεκαετίες διαπραγμάτευσης, και κατά κύριο λόγο
επαναλαμβάνουν προηγούμενες διακηρύξεις, ενώ δεν φαίνεται να ασχολούνται με τα
πιο δύσκολα ερωτήματα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Εκκλησία στις μέρες
μας.
Τη
μόνη πιθανή εξαίρεση συνιστά το κείμενο με τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου
Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», το οποίο επιδιώκει να
διευκρινίσει το σκοπό της εμπλοκής της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην οικουμενική
κίνηση. Επειδή το κείμενο αυτό επικρίνει όσους βάζουν εμπόδια στην πορεία της
οικουμενικής κίνησης, έχει βρεθεί στο επίκεντρο της κριτικής από ορισμένους
αυτοαποκαλούμενους ως παραδοσιακούς.
Μεγάλο
μέρος της κριτικής αυτής βασίζεται σε μια εξαιρετικά επιλεκτική και
απλουστευτική προσέγγιση της πλούσιας κανονικής παράδοσης, η οποία επιδιώκει να
δικαιολογήσει ποικίλες απλοϊκές ιδεολογικές κατασκευές.
Για
παράδειγμα, ο Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ [1], σε μια ευρείας κλίμακας
καταδίκη της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, επικεντρώθηκε αποκλειστικά στη χρήση του
όρου «εκκλησία» στο σχετικό κείμενο για τον οικουμενισμό για τις μη ορθόδοξες
κοινότητες. Κατά την άποψή του, αποδίδοντας τον όρο «εκκλησία» στους
ρωμαιοκαθολικούς και τους προτεστάντες, το κείμενο φαίνεται να νομιμοποιεί από
τη μια μεριά την «αίρεσή» τους, ενώ την ίδια στιγμή υπονομεύει τις αξιώσεις στην
αλήθεια της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Αξίζει να
σημειωθεί ότι ο Μητροπολίτης Πειραιώς δεν προσήγαγε καμία πατερική μαρτυρία
προκειμένου να δικαιολογήσει την αντίρρησή του στη χρήση του όρου αυτού. Ούτε
όμως θα μπορούσε, καθώς ήταν σύνηθες στους Πατέρες να αποδίδουν τον όρο
«εκκλησία» και σε κοινότητες που θεωρούνταν ως αιρετικές.[2]
Μια
περισσότερο σοβαρή αντίρρηση ενάντια στο κείμενο για τον οικουμενισμό
διατυπώθηκε από τον Σεβ. Μητροπολίτη Ναυπάκτου και αγίου Βλασίου Ιερόθεο
(Βλάχο), συγγραφέα μεταξύ άλλων πολλών σημαντικών βιβλίων για την ορθόδοξη
πνευματικότητα. Με ανοιχτή επιστολή [3] προς την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της
Εκκλησίας της Ελλάδος ο Μητροπολίτης Ιερόθεος επισημαίνει μια ασυνέπεια που
υπάρχει στο ίδιο το κείμενο. Ενώ το κείμενο ισχυρίζεται ότι η «ενότητα της
Εκκλησίας είναι αδύνατο να διαταραχθεί» [4](Στ'), την ίδια στιγμή υπονοεί ότι η
χριστιανική ενότητα χάθηκε για ορισμένους χριστιανούς μετά από τις Οικουμενικές
Συνόδους.
Ωστόσο,
οι πιο ισχυρές αιτιάσεις του Μητροπολίτη Ναυπάκτου ενάντια στο κείμενο αυτό
αφορούν στο σημείο 20, όπου διευκρινίζεται ότι η Εκκλησία ακολουθεί την κανονική
παράδοση (κανόνας 7 της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου και κανόνας 95 της Πενθέκτης
Οικουμενικής Συνόδου) όσον αφορά στην αποδοχή των προσήλυτων στην Ορθοδοξία που
προέρχονται από άλλες χριστιανικές παραδόσεις.
Ο
Μητροπολίτης Ιερόθεος ζητάει την τροποποίηση του κειμένου, προκειμένου να
καταστεί σαφές ότι οι προσήλυτοι στην Ορθοδοξία που δεν βαπτίστηκαν αρχικά «με
την τριπλή κατάδυση και ανάδυση σύμφωνα με την αποστολική και πατερική παράδοση»
θα πρέπει να αναβαπτίζονται. Κατά την άποψή του, ενώ οι ρωμαιοκαθολικοί θα
μπορούσαν να ομολογούν ορθά την Αγία Τριάδα στο βάπτισμα, το εν χρήσει
τελετουργικό τους βρίσκεται στον αντίποδα της πατερικής παράδοσης.
Το
κρίσιμο ζήτημα, στο σημείο αυτό, είναι μια διάκριση που κάνουν οι κανόνες μεταξύ
των Αρειανών, οι οποίοι θα μπορούσαν να γίνουν δεκτοί στην Εκκλησία δια του
χρίσματος, και άλλων αιρετικών, ιδιαίτερα των Ευνομιανών, οι οποίοι θα πρέπει να
βαπτίζονται. Και οι δύο κανόνες σημειώνουν σχετικά με την καταδίκη των
Ευνομιανών ότι η συγκεκριμένη αιρετική ομάδα τελεί μονάχα μία κατάδυση. Σύμφωνα
με τον Μητροπολίτη Ιερόθεο, οι Ευνομιανοί θα πρέπει να αναβαπτίζονται όχι μόνο
λόγω της εσφαλμένης θεολογίας τους, αλλά και λόγω του εσφαλμένου τελετουργικού
που χρησιμοποιούν.
Εδώ
είναι αναγκαία μια διευκρίνιση: οι Ευνομιανοί υπήρξαν μια ριζοσπαστική ομάδα
μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο του Αρειανισμού. Επειδή οι Αρειανοί αποδέχονταν
σιωπηρά τη θεότητα του Χριστού (ακόμα και αν δεν ομολογούσαν ότι είναι ομοούσιος
με τον Πατέρα), τελούσαν τρεις καταδύσεις κατά το βάπτισμα, όπως αναφέρεται στο
Ευαγγέλιο. Οι Ευνομιανοί όμως από την πλευρά τους ήταν τόσο ριζοσπαστικοί στην
απόρριψη της ορθόδοξης διδασκαλίας που αρνήθηκαν κατηγορηματικά τη θεότητα του
Χριστού ή του Αγίου Πνεύματος, και αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο τελούσαν
μόνο μία κατάδυση (στο όνομα του Πατρός και μόνο). Για το λόγο αυτό, η περιγραφή
που κάνει ο κανόνας για την πρακτική της μιας κατάδυσης που τελούν οι Ευνομιανοί
θα πρέπει να γίνει κατανοητή με τον ακόλουθο τρόπο: ως μία τελετουργική
απεικόνιση της αίρεσης τους. Πράγματι, κανένας βυζαντινός κανονολόγος δεν
ερμήνευσε ποτέ το λάθος των Ευνομιανών ως ένα λάθος που αφορά πρωτίστως στο
τελετουργικό. Το λάθος τους αφορούσε στην ίδια την απόρριψη της Αγίας
Τριάδας.
Εξάλλου,
κανένας βυζαντινός κανονολόγος ή αντιρρητικός θεολόγος δεν θεώρησε ποτέ ότι τα
λάθη της λατινικής θεολογίας, όπως το filioque, ήταν τόσο σημαντικά ώστε να
απαιτούν αναβαπτισμό. Ούτε ο Βαλσαμών, ούτε ο Χωματιανός (κανονολόγοι του 12ου
και του 13ου αιώνα, οι οποίοι ήταν οι πρώτοι που αρνήθηκαν να μεταδώσουν την
Ευχαριστία στους Λατίνους), ούτε καν ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός δεν διατύπωσε
ποτέ την άποψη ότι οι Λατίνοι θα πρέπει να αναβαπτίζονται πριν από την είσοδό
τους στην (Ορθόδοξη) Εκκλησία.
Με
άλλα λόγια, ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος έχει υιοθετήσει μια αναμφισβήτητα
«καινοτόμο» ανάγνωση των κανόνων και της ιστορίας προκειμένου να στηρίξει τη
θέση του ενάντια στο βάπτισμα των ετεροδόξων.
Για
να είμαι σαφής, ο Μητροπολίτης Ιερόθεος δεν είναι ο πρώτος που επιχείρησε να
εφαρμόσει τους κανόνες εναντίον των Ευνομιανών και στην περίπτωση των δυτικών
χριστιανών. Κατά τη διάρκεια της οθωμανικής περιόδου, ένας ιδιαίτερα διχαστικός
Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο Κυρίλλος ο Ε΄, εξέδωσε διάταγμα με το οποίο
ζητούσε το βάπτισμα των ρωμαιοκαθολικών προσήλυτων στο χριστιανισμό λόγω της
ακαταλληλότητας του τελετουργικού τους. Στην πραγματικότητα, ο Μητροπολίτης
Ιερόθεος παραπέμπει στο διάταγμα του Κυρίλλου ως τη μοναδική απόδειξη για αυτό
που με μια δόση τουλάχιστον υπερβολής αποκαλεί ως το «σύνολο της εκκλησιαστικής
παράδοσης.
Αυτό
που ο Μητροπολίτης Ιερόθεος δεν μας λέει στην επιστολή του είναι ότι το διάταγμα
του Κυρίλλου του Ε΄ καταγγέλθηκε από άλλους ορθόδοξους ηγέτες την εποχή εκείνη
και ότι ο Πατριάρχης Κύριλλος καθαιρέθηκε από τους ίδιους τους Μητροπολίτες του
για το γεγονός ότι εξέδωσε ένα τέτοιο διάταγμα.
Σήμερα,
καμία από τις δεκατέσσερις αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες ανά την οικουμένη δεν
απαιτεί επισήμως (και δεν θα έπρεπε να απαιτεί) το βάπτισμα για όσους
χριστιανούς ομολογούν τον Τριαδικό Θεό και μεταστρέφονται στην
Ορθοδοξία.
Η πιο
παλιά μετα-βιβλική διαβεβαίωση που έχουμε για το χριστιανικό τυπικό του
βαπτίσματος προέρχεται από τη Διδαχή, η οποία με σαφήνεια προτιμά το βάπτισμα
που λαμβάνει χώρα σε ποτάμια, αλλά επιτρέπει εξίσου το βάπτισμα δια καταδύσεως
στην κολυμβήθρα (η κυρίαρχη ορθόδοξη πρακτική) ή δια ραντισμού της κεφαλής (η
κυρίαρχη ρωμαιοκαθολική πρακτική). Επιπλέον, διάφοροι Πατέρες της Εκκλησίας της
ύστερης περιόδου επέτρεπαν την ποικιλία στο επίπεδο του τελετουργικού και των
συμβόλων στο βάπτισμα, εφ’ όσον η ομολογία της πίστης παρέμενε τριαδική (π.χ.
άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος, Επιστ. 1.41).
Ολοκληρώνοντας
το σύντομο αυτό κείμενο, πρέπει να σημειώσουμε ότι οι αυτοαποκαλούμενοι ως
«παραδοσιακοί» απαιτούν από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο να εγκαταλείψει την
ιστορική και κανονική πρακτική της Ορθοδόξου Εκκλησίας, προκειμένου να περισώσει
την ψευδαίσθηση της ορθόδοξης καθαρότητας. Αν και οι ίδιοι κάνουν χρήση της
γλώσσας της αποστολικής και πατερικής παράδοσης, κατά παράδοξο τρόπο η θέση τους
είναι στην πραγματικότητα επικίνδυνα καινοτόμος.
⃰ Ο
Γιώργος Δημακόπουλος είναι Καθηγητής Θεολογίας, στην Έδρα Fr.
John Meyendorff & Patterson Family Chair of Orthodox Christian Studies στο
Πανεπιστήμιο του Fordham της Νέας Υόρκης (Η.Π.Α.) και
συνιδρυτής του Κέντρου Ορθόδοξων Χριστιανικών Σπουδών στο ίδιο
Πανεπιστήμιο. Η μετάφραση του κειμένου στα ελληνικά από την αγγλική γλώσσα έγινε
από τον Νικόλαο Ασπρούλη, Δρ. Φιλοσοφίας, Επιστημονικό Συνεργάτη της Ακαδημίας
Θεολογικών Σπουδών Βόλου και του περιοδικού Θεολογία. Το πρωτότυπο αγγλικό
κείμενο έχει δημοσιευτεί στην ιστοσελίδα: http://publicorthodoxy.org/2016/03/22/innovation-in-the-guise-of-tradition-anti-ecumenist-efforts-to-derail-the-great-and-holy-council/
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου