Μετὰ τὴν καταστροφὴν τῶν Ἱεροσολύμων ὑπὸ τῶν Ρωμαίων τὸ ἔτος 70 μ.Χ., οἱ ἀπειθοῦντες «Ἑβραῖοι, διασπαρέντες» ἀνὰ τὸν κόσμον, «κατεστήσαντο ἑαυτοῖς προέδρους, οὕς καὶ πατριάρχας ἐκάλεσαν»[1]. Σύμβουλοι δὲ ἑκάστου τοιούτου πατριάρχου τῆς ἀποστασίας ἦσαν οἱ «ἀπόστολοι καλούμενοι» παρ ̓ αὐτῶν[2]. Ἐκ τούτων τῶν τοπικῶν συμβουλίων ἀνεδείχθη ὁ «πατριάρχης ἢ ἡγεμὼν τοῦ Ἰσραὴλ ἐν ἐξορία» καὶ ἡ ὑπ ̓ αὐτὸν «μυστική κυβέρνησις» τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ τῆς ἀποστασίας. Αὕτη προσέφυγεν ὡς ἄλλο «Μέγα Συνέδριον» κατ ̓ ἀρχὰς εἰς Γιάφφαν, ἤτοι τὴν Ἰόππην[3], ἔπειτα κατέφυγεν εἰς Βαβυλωνίαν καὶ μετέπειτα ἀλλαχοῦ»[4]. Οὕτως ὠργανωμένοι μυστικῶς οἱ Ἑβραῖοι, ἀνέπτυξαν ἀλληλένδετον καὶ ἡνωμένην ἐνέργειαν καθ ̓ ὅλας τὰς χώρας καὶ τὰς ἐποχάς, μάλιστα δὲ κατὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τῆς Βασιλείας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, καθώς μαρτυροῦν ἱστορικὰ γεγονότα.

Τὸ ἔτος 614, «διὰ κοινῆς δράσεως τῆς ἑβραϊκῆς μυστικῆς κυβερνήσεως μετὰ τῶν Περσῶν» καὶ τῶν μάγων τῆς  ̓Ανατολῆς, «κατελήφθη ἡ Ἱερουσαλήμ» καὶ κατεστράφησαν τὰ ἱερὰ προσκυνήματα τῶν  ̔Αγίων Τόπων[5]. Καὶ οἱ μὲν μάγοι ὑπεδαύλιζον «τὰς ληστρικὰς διαθέσεις τῶν Περσῶν», διαδίδοντες ὅτι, «ἐὰν κατεστρέφετο ἡ Ἱερουσαλήμ, θὰ ἐξηφανίζετο καὶ ἡ χριστιανικὴ πίστις»[6], οἱ δὲ Ἑβραῖοι ἐφόνευσαν τότε «ἐνενήκοντα χιλιάδας Χριστιανών»[7].

«Κατὰ τὸ 628, ἐπισκεφθεὶς τὴν Ἱερουσαλὴμ ὁ αὐτοκράτωρ Ηράκλειος, ἐπείσθη ὁ ἴδιος καὶ περὶ τοῦ καταχθονίου ἔργου τῶν Ἑβραίων καὶ ἔλαβε πολλὰ μέτρα διὰ τὴν ἀσφάλειαν τοῦ κράτους»[8]. Τοῦτο ἔπραξαν καὶ ἄλλοι αὐτοκράτορες, ἀλλὰ καὶ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Οἱ βασιλεῖς τῆς Βασιλείας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐνῷ διησφάλιζον τὴν ὕπαρξιν, τὴν ζωὴν καὶ τὴν περιουσίαν τῶν τοιούτων Εβραίων, πρὸς ἀσφάλειαν καὶ τῆς πολιτείας, ἀπέκλεισαν αὐτοὺς ἐκ τῶν πολιτειακών θέσεων, λόγῳ τῶν σκοτεινών διασυνδέσεων των καὶ δραστηριοτήτων[9]. Ἡ δὲ Ορθόδοξος Ἐκκλησία ὥρισεν, ὅπως ἡ ἐπιστροφή Ἰουδαίου εἰς τὸν Χριστιανισμὸν καὶ ἡ βάπτισις αὐτοῦ γίνωνται διὰ τῆς αὐστηροτέρας δοκιμασίας, λόγῳ τῆς ἐπιμόνου ἰουδαϊκῆς ἀσεβείας καὶ ὑποκρισίας[10]. Μετὰ τὴν ἅλωσιν ὅμως τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ ἔτος 1453, οἱ ἀπειθοῦντες Ἑβραῖοι ἀνεθάρρυναν καὶ ἤρχισαν μεγάλην καὶ ἀνοικτὴν σχεδὸν δρᾶσιν ἀνὰ τὸν κόσμον, μάλιστα δὲ εἰς τὴν Δύσιν. Ἕνεκα τούτου ἀνησύχησαν τότε οἱ λαοὶ καὶ αἱ πολιτεῖαί των ἀντέδρασαν, ἀλλὰ σπασμωδικῶς, ἀστόχως καὶ ἐπικινδύνως. Εἰς τὴν Ἱσπανίαν π.χ. ὁ ἐκεῖ βασιλεὺς Φερδινάνδος ὁ Καθολικὸς τὸ ἔτος 1487 ἐξεδίωξεν ἀπ ̓ αὐτῆς «εἴκοσι πρὸς ταῖς ἑκατὸν χιλιάδας», ἤτοι ἑκατὸν εἴκοσι χιλιάδας, Ἑβραίους, οἱ ὁποῖοι ἠρνοῦντο νὰ γίνουν Χριστιανοί[11]. Ὁ δὲ βασιλεὺς τῆς Γαλλίας Κάρολος Η ́ τὸ ἔτος 1488 διέταξεν, οἱ Ἑβραῖοι τοῦ Προβάνς ἢ νὰ ἀσπαθοῦν τὸν Χριστιανισμὸν ἢ νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν Γαλλίαν»[12].

Τότε οἱ διωκόμενοι Ἑβραῖοι τοῦ Προβάνς δι ̓ ἐπιστολῆς των τῆς 13.11.1489 ἐζήτησαν ὁδηγίας ἀπὸ τὴν μυστικὴν κυβέρνησίν των, ἡ ὁποία εἶχε καταφύγει εἰς Κωνσταντινούπολιν. Αὕτη δὲ ἔδωκε πρὸς αὐτοὺς τὴν ἑξῆς σατανικὴν κατεύθυνσιν. Ὑποκριθῆτε τοὺς Χριστιανοὺς καὶ διεισδύσατε, ὅπου εἶναι δυνατὴ ἡ μελλοντικὴ δρᾶσίς σας, πρὸς καθυπόταξιν τῶν λαῶν καὶ ἐκδίκησιν, « ̓Αγαπητοὶ ἀδελφοὶ ἐν Μωϋσεῖ», ἐγράφετο εἰς τὴν ἐπιστολήν. «Ἐλάβομεν τὴν ἐπιστολὴν σας ἀνακοινοῦσαν τὴν δυστυχίαν, ἥτις σᾶς ἔπληξε καὶ λυπούμεθα. Ἐκ ταύτης τῆς εἰδήσεως ἡ γνώμη τῶν μεγάλων ραββίνων εἶναι ἡ ἑξῆς: Σεῖς λέγετε ὅτι ὁ βασιλεὺς τῆς Γαλλίας σᾶς ἀναγκάζει ν' ἀσπαθῆτε τὸν Χριστιανισμόν. Ὑποκύψατε καὶ δεχθῆτε αὐτὸν λόγῳ τῆς ἀνάγκης, ἀλλ ̓ ὅμως ὁ νόμος τοῦ Μωϋσέως ἂς διαφυλάττεται εἰς τὰς καρδίας ὑμῶν. Ὑμεῖς λέγετε ὅτι θέλουν ν ̓ ἀφαιρέσουν τὰς περιουσίας σας. Κάμετε τὰ παιδιὰ σας ἐμπόρους, ἵνα βαθμιαίως ἀφαιρέσητε ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς τὰς περιουσίας των. Ὑμεῖς λέγετε ὅτι οἱ Χριστιανοὶ ἐπιβουλεύονται τὴν ζωὴν σας. Κάμετε τὰ παιδιὰ σας ἰατροὺς καὶ φαρμακοποιούς, διὰ νὰ δύνανται νὰ ἐπιβουλεύωνται τὴν ζωὴν τῶν Χριστιανῶν. Ὑμεῖς λέγετε ὅτι σᾶς προξενούν πολλὰ δυσάρεστα. Κάμετε τὰ παιδιὰ σας δικηγόρους καὶ συμβολαιογράφους, ἄς ἀναλάβουν μέρος εἰς τὰ τοῦ κρά τους ἔργα, ἵνα ὑποδουλώνοντες τοὺς γκόϊμ (Χριστιανούς) δυνηθῆτε νὰ κυριαρχήσετε ἐφ' ὅλου τοῦ κόσμου, καὶ ἐκδικηθῆτε. Μὴ παρεκκλίνετε ἀπὸ τὰς συμβουλὰς ταύτας, τὰς ὁποίας τώρα σᾶς δίδομεν, καὶ θὰ πεισθῆτε ἐκ πείρας ὅτι, ἀντὶ ταπεινώσεως, εἰς τὴν ὁποίαν τώρα εὑρίσκεσθε, θὰ φθάσητε εἰς τὰ ἀνώτατα ἀξιώματα»[13]. Καὶ αἱ ὁδηγίαι αὐταὶ τοῦ Διαβόλου ἐτέθησαν εἰς ἐφαρμογήν.

Ὡς πρὸς τὴν Ἱσπανίαν π.χ., «πολλοί» «τῶν Ἰουδαίων», γράφει ὁ Πατριάρχης ἅγιος Δοσίθεος Ἱεροσολύμων, «μὴ βουλόμενοι φυγείν γεγυμνωμένοι, ὧν εἶχον, ἔμειναν ἐν τῇ Ισπανίᾳ, τὸν μὲν Ἰουδαϊσμὸν κρυφίως ἔχοντες, εἰς δὲ τὸ φανερὸν βαπτιζόμενοι, γίνονται ἱερεῖς τῶν Χριστιανῶν καὶ πνευματικοί (τῆς Καθολικῆς (=Ὀρθοδόξου) Εκκλησίας μήτε εἰς ναὸν Χριστιανῶν εἰσέρχεσθαι τοὺς ἀπίστους θελούσης)».  ̓Αλλὰ κατόπιν «πολλοὶ ἐξ αὐτῶν, καταλιμπάνοντες καὶ συγγενεῖς καὶ ὑπάρχοντα, φεύγουσιν εἰς Λιγουρίαν καὶ εἰς τοὺς ἄλλους τόπους τῶν παπιστῶν, καὶ ἀπὸ ἱερέων τῶν Χριστιανῶν γίνονται Ἰουδαῖοι φανεροὶ χριστοκτόνοι, καὶ οὐδεὶς τῶν ἀρχόντων τῶν ἐκκλησιαστιακῶν ἢ τῶν πολιτικῶν αὐτοὺς τιμωρεῖται»[14]


(συνεχίζεται)

 

 


[1] Δοσιθέου Ἱεροσολύμων, «Δωδεκάβιβλος», τόμ. Ε ́, σ. 225.

[2] Επιφανίου Κύπρου PG. 41, 409.

[3] Dr. D. C. Yermak, «Σιωνισμός», σελ. 17

[4] Α. Ι. Ανδρονίκου, «Ο Ιούδας δια μέσω των αιώνων», Αθήναι 1928, σελ. 26-28

[5] Αὐτόθι.

[6] Τ. Π. Θέμελη, «η Ιερουσαλήμ και τα Μνημεία αυτής»,  εν Ιεροσολύμοις, 1932, τομ. Α΄, σ. 714.

[7] Α. Ι. Ανδρονίκου, ἔνθ ̓ ἀνωτ. σ. 28. Χ. Παπαδοπούλου, «Ιστορία τῆς Ἐκκλησίας Ἱεροσολύμων», ἐν  ̓Αθήναις 1970, σ. 262.

[8] Α. Ι. Ανδρονίκου, ἔνθ. ἀνωτ. σ. 29.

[9] Μ. Φωτίου, PG. 104, 869, 1057.

[10] Η ́ Κανόνος Ζ ́ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

[11] Δοσιθέου Ιεροσολύμων, «Δωδεκάβιβλος», τόμ. ΣΤ ́, σ. 45.

[12] Α. Ι.  ̓Ανδρονίκου, ἔνθ. ἀνωτ. σ. 29-30.

[13] Α. Ι. Ανδρονίκου, ἔνθ ̓ ἀνωτ. σ. 30.

[14] Δοσιθέου Ἱεροσολύμων, «Δωδεκάβιβλος», τόμ. ΣΤ ́, σ. 46.

 




ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top