Δια πάσαν ετεροδιδασκαλίαν, εν είναι το ανάθεμα.

Διότι είπεν ο Απόστολος «Ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ' ὃὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω. Ὡς προειρήκαμεν, καὶ ἄρτι πάλιν λέγω· εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ' ὃ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω» (Γαλατ. α΄ 8-9). Το ανάθεμα τούτο ελέχθη μεν δια του Αποστόλου Παύλου, είναι όμως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Όταν «Παύλον είπω» λέγει Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «τον Χριστόν πάλιν λέγω· αυτός γαρ ήν ο κινών αυτού την ψυχήν» (Χρυσοστόμου, PG. 50, 604).

Πάσαι αι Σύνοδοι και πατριάρχαι και άλλοι επίσκοποι τούτο το ανάθεμα εκφέρουσιν εκάστοτε εναντίον της ετεροδιδασκαλίας. Διό οι Ορθόδοξοι Πατριάρχαι και αι περί αυτούς ιεραί Σύνοδοι του έτους 1848, αναθεματίζοντες εκ νέου την αίρεσιν του Παπισμού, γράφουσι «Το φρικτόν τούτο ανάθεμα, αδελφοί και τέκνα εν Χριστώ αγαπητά, ουκ εκφωνούμεν ημείς σήμερον, αλλ΄ εξεφώνησεν πρώτος ο Σωτήρ ημών», εξεφώνησεν ο θείος Παύλος» (Εγκυκλίου Ορθοδόξων Πατριαρχών 1848, Μ. 40, 411).

Υπάρχοντος όμως του αναθέματος παρά Κυρίου και των Αποστόλων αυτού, διατί εκφέρεται τούτο και συνοδικώς κατά καιρούς; Δια την παρά Κυρίου τάξιν της Εκκλησίας. Λέγει ο Απόστολος «ανάθεμα έστω», καθ΄ ότι ίνα ενεργηθή το ανάθεμα τούτο εν τη επί γής Εκκλησία, απαιτείται απόφασις του αρμοδίου εκκλησιαστικού οργάνου. «Εαν η Σύνοδος», γράφει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης εξ΄ αφορμής του Γ΄ Αποστολικού Κανόνος, «δεν ενεργήση εμπράκτως την καθαίρεσιν των ιερέων, ή τον αφορισμόν, ή αναθεματισμόν των λαικών, οι ιερείς αυτοί και οι λαικοί ούτε καθηρημένοι είναι ενεργεία, ούτε αφωρισμένοι ή αναθεματισμένοι». Είναι «ΥΠΟΔΙΚΟΙ όμως, εδω μέν», ήτοι εν τη παρούση ζωή, «είς την καθαίρεσιν και αφορισμόν ή αναθεματισμόν, εκεί δέ» εν τη μελλούση, «εις την θείαν δίκην» (Νικοδήμου Αγιορείτου, «Πηδάλιον», σ. 5).

Εντολή γαρ Κυρίου Παντοκράτορος εστίν εν τη Εκκλησία, «πάντα ευσχημόνως και κατά τάξιν γινέσθω» (1 Κορινθ. ιδ΄ 40). «Ταύτην αιδώμεθα (ας σεβώμεθα) την τάξιν, αδελφοί, ταύτην φυλάττωμεν», ως λέγει Γρηγόριος ο Θεολόγος (Γρηγορίου Θεολόγου, PG. 36, 188). Μήτε τα εκφωνηθέντα αναθέματα αθετούντες απίστως, μήτε τα επικείμενα προλαμβάνοντες ατάκτως.

Ποιοί οι «τα εκφωνηθέντα αναθέματα αθετούντες απίστως»; Είναι όσοι δεν αναθεματίζουν όσους αναθεμάτισαν οι Πατέρες δια των Συνόδων αυτών!

Ποιοί οι «τα επικείμενα προλαμβάνοντες ατάκτως»; Είναι όσοι αναλαμβάνουν βιαίως εξουσία δικαστή και δικαστηρίου δίχως να αναμένουν την σύγκληση ή απόφαση του αρμοδίου κατά τους Κανόνες οργάνου (Συνόδου) δια την καταδίκη, (ή ακόμα και αθώωση) αυτών.

Δυστυχώς οι «τα επικείμενα προλαμβάνοντες ατάκτως» υιοθετούν παραπλανητικά επιχειρήματα όπως «θα αναμένουμε την Συνοδική Κρίση όταν μάλιστα αυτή αργοπορεί ή μπορεί και ποτέ να μην γίνει» και «έχει καταδικάσει καμία Σύνοδος τους Ιεχωβάδες ή τους Πεντηκοστιανούς κ.λπ.»

Ως προς το πρώτο ερώτημα Επίσκοπος, λέγει η Ορθοδοξία, κηρύττων «αίρεσιν τινα παρά των αγίων Συνόδων ή Πατέρων κατεγνωσμένην» «δημοσία» και «γυμνή τη κεφαλή έπ' Εκκλησίας», συμφώνως πρός την κανονικήν τάξιν της Εκκλησίας τελεί υπό συνοδικήν διάγνωσιν και κρίσιν. Κατά δε τους ιερούς Κανόνας, κατατάσσεται, μετά των «ψευδεπισκόπων και ψευδοδιδασκάλων». 
Διό οι Ορθόδοξοι δικαιούνται, ίνα αποτειχισθώσιν έκ τούτου, διακόπτοντες την μετ' αυτού κοινωνίαν και «πρό συνοδικής διαγνώσεως» (ΙΕ΄ Κανόνος ΑΒ΄ Συνόδου).
Οι ούτως αποτειχιζόμενοι Ορθόδοξοι δεν «υπόκεινται» «κανονική επιτιμήσει» άλλ' είναι αξιέπαινοι. Ούτοι είναι άξιοι «τιμής» «πρεπούση» «τοίς Ορθοδόξοις». Και «ού σχίσματι την ένωσιν της Εκκλησίας κατέτεμον, αλλά σχισμάτων και μερισμών την Εκκλησίαν εσπούδασαν ρύσασθαι (να σώσωσι)» (Αυτόθι). Δηλαδή, η αποτείχισις γίνεται ώς μέσον αντιαιρετικού αγώνος υπέρ της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Οι γνησίως Ορθόδοξοι δεν εφησυχάζουσιν έν τη αποτειχίσει, άλλ' αγωνίζονται κατά της αιρέσεως και υπέρ της Ορθοδοξίας «άχρι θανάτου».  Διό «εξέλθετε έκ μέσου αυτών και αφορίσθητε (διαχωρισθήτε)» (2 Κορινθ. στ΄ 17), λέγει ο θείος νόμος, αλλά και «εώς του θανάτου αγώνισαι περί της αληθείας» (Σοφ. Σειρ. δ΄ 28) και «γίνου πιστός άχρι θανάτου>>, και τότε <<δώσω σοι τον στέφανον της ζωής».

Ώς προς το δεύτερο λησμονούν οι αγαπητοί ότι η Εκκλησία ήδη έχει καταδικάσει τα αποβλαστήματα των παλαιών αιρετικών! Διακρίνουμε από την εκκλησιαστική ιστορία  τρείς κατηγορίες:

Τούς εξ' Ορθοδόξων αιρετικούς (υπό κρίσιν), τούς εξ' ορθοδόξων κεκριμένους και τους έξ' αιρετικών απερρηγμένους (αποκεκομμένους). 

Έξ ορθοδόξων αιρετικοί είσιν οι λαβόντες ορθόδοξον βάπτισμα ή και χειροτονίαν και πεσόντες είς αίρεσιν καινοφανή, ή «παρά των αγίων Συνόδων ή Πατέρων κατεγνωσμένην» (ΙΕ΄ Κανόνος ΑΒ Συνόδου).  
Οι πεπτωκότες ούτοι Ορθόδοξοι κείνται υπό εκκλησιαστικήν κρίσιν και συνοδικήν διάγνωσιν. Ούτως έπραξεν η Εκκλησία π.χ. επί του αιρεσιάρχου Νεστορίου Κωνσταντινουπόλεως. Τούτον καθήρεσε διά της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου και τότε «ώρισε» «αλλότριον είναι» «αυτόν» «του επισκοπικού αξιώματος και παντός συλλόγου ιερατικού» (Αποφάσεως Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Μ.4, 1212). Διό «των υπ' αυτού χειροτονηθέντων» πρό της συνοδικής καταδίκης «ουδείς» «καθήρηται», λέγει ο Μ. Φώτιος (Μ. Φωτίου, PG. 104, 1224). Πρό γάρ της ορθοδόξου συνοδικής κρίσεως και κανονικής εκκλησιαστικής καταδίκης του αιρετίζοντος έξ' ορθοδόξων επισκόπου και κληρικού, εισέτι «έκ του Θεού έστιν η χειροτονία» αυτών, λέγει η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος (Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Μ. 12, 1042).

Έξ Ορθοδόξων κεκριμένοι αιρετικοί είσιν οί, ώς ανωτέρω, πεσόντες είς αίρεσιν Ορθόδοξοι, οίτινες όμως εκρίθησαν υπό αρμοδίας Ορθοδόξου Συνόδου και κατεκρίθησαν, ήγουν κατεδικάσθησαν κανονικώς. Τοιούτοι είναι π.χ. οι κατακριθέντες αιρεσιάρχαι, Άρειος, Μακεδόνιος, Νεστόριος, Ευτύχης κ.α. 

Έξ΄ αιρετικών αιρετικοί είσιν οι οπαδοί των κριθέντων και αποκοπέντων έκ της Εκκλησίας αιρετικών, οίτινες ουδέποτε έλαβον ορθόδοξον βάπτισμα. 
Τοιούτοι είσι π.χ. οι παλαιοί μαρκιωνισταί αιρετικοί. Επίσης και το «αποβλάστημα» τούτων, ήτοι «Εγκρατιταί και Σακκοφόροι και Αποτακτίται», περί ών ομιλεί ο Μ. Βασίλειος (Α΄ και ΜΖ΄ Κανόνων Μ. Βασιλείου). Προσέτι οι αρειανοί, οι σημερινοί παπικοί και το αποβλάστημα τούτων προτεστάνται. Ούτοι «είναι αβάπτιστοι» και κενοί θείας Χάριτος, ώς και αληθείας (Νικοδήμου Αγιορείτου, «Πηδάλιον» σ. 55). 

Η ημερολογιακή καινοτομία του 1924 δεν αντιμετωπίζεται στην καταδίκη των Πανορθοδόξων Συνόδων του ΙΣΤ΄ αιώνος, αλλά αντιμετωπίζεται εν μέρει και σαφώς. Οι αποφάσεις των Συνόδων εκείνων αποτελούν οδοδείκτη για τις αποφάσεις της μελλοντικής Μεγάλης Συνόδου των Ορθοδόξων, αλλά οι δύο καινοτομίες είναι διαφορετικής φύσεως

Ο κύριος λόγος για τον οποίο καταδικάστηκε η Ημερολογιακή Καινοτομία του 1582 (που έγινε από τους Παπικούς) ήταν διότι μετέθετε το Πάσχα. Οι παμπόνηροι όμως πρωτεργάτες της Ημερολογιακής Καινοτομίας του 1924 άφησαν απείραχτο το Πασχάλιο, ακριβώς για να μην προσκρούσουν σε αυτές τις Συνόδους και κυρίως στον Η΄ Κανόνα της Πανορθοδόξου του 1593, ο οποίος ήταν απλά επανάληψη του Α΄ της εν Αντιοχεία Τοπικής.

Με την Ημερολογιακή Καινοτομία του 1924 δεν προσλήφθηκε ολοκληρωμένη η Γρηγοριανή Καινοτομία, αλλά μόνο η γρηγοριανή χρονολόγηση που αφορά τις ακίνητες εορτές. Το Πασχάλιο έμεινε ανέπαφο. Άρα απαιτείται συνοδική καταδίκη της απάτης αυτής και του κενταύρειου "διορθωμένου ιουλιανού" ημερολογίου των εξ ορθοδόξων οικουμενιστών.

Εδώ ο νεοημερολογιτισμός δεν είναι Παπισμός, όπως το 1582, αλλά Οικουμενισμός.

Επομένως, για την Ημερολογιακή Καινοτομία του 1924 και για την αλληλένδετη με αυτήν νεοφανείσα αίρεση του Οικουμενισμού, απαιτείται νέα Συνοδική Κρίση, η οποία ως προς το Ημερολογιακό έχει ως οδοδείκτη και τις προγενέστερες συνοδικές αποφάσεις του ΙΣΤ΄ αιώνος.

Ως προς αυτήν την Συνοδική Κρίση πρέπει να πιέσουμε όσοι αγαπούμε την Ορθοδοξία τους αρμόδιους δια την επίσημη καταδίκη της εισαγωγής του Νέου ημερολογίου αλλά και της Παναιρέσεως του Οικουμενισμού!

Ευχόμαστε εις την αυριανή εορτή της Κυριακής της Ορθοδοξίας,  ο Θεός να φωτίσει τους αρμοδίους να επιληφθούν επί των θεμάτων που ταλανίζουν τόσα έτη την Αγία μας Εκκλησία, να δημιουργήσουν Σύνοδο που θα αποτελείται από Ορθοδόξους δια να καταδικάσουν όσα προαναφέραμε και να απορρίψουν την ψευδοσύνοδο που ετοιμάζεται από τους Οικουμενιστές!



ΙΩΑΝΝΗΣ Ν.


0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top