Ο διωγμός του 64 ήταν απότοκος εξελίξεων και ζυμώσεων που προηγήθηκαν; Ο Τάκιτος δηλώνει ξεκάθαρα πως οι χριστιανοί ήταν ήδη μισητοί στη Ρώμη πριν από τα γεγονότα του 64 λόγω της «απεχθούς διαγωγής» και «του μίσους τους για την  ανθρωπότητα». Οι περιγραφές του είναι αναμφισβήτητα επηρεασμένες από την πραγματικότητα των ημερών του. στις οποίες οι κατηγορίες περί θυέστειων δείπνων και οιδιπόδειων μίξεων ήταν πολύ διαδεδομένες. Παρόλα αυτά, η πληροφορία του μοιάζει έγκυρη: ο Νέρων δε θα δίωκε μια ομάδα ανθρώπων σεβαστή και συμπαθή στην ήδη εξοργισμένη τοπική κοινότητα. Οι χριστιανοί θα ήταν κατάλληλοι ως αποδιοπομπαίος τράγος μόνο αν ήταν ήδη αντιπαθείς. Η επιστολή του Παύλου προς Ρωμαίους επιβεβαιώνει αυτό το συμπέρασμα.
Η επιστολή του Παύλου προς την εκκλησία (ή έστω προς μια από τις εκκλησίες) της Ρώμης συντάχθηκε περίπου οκτώ χρόνια πριν το ξέσπασμα του διωγμού, και αναφέρεται σε διάφορα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι χριστιανοί στην πόλη εκείνη την κρίσιμη περίοδο. Ο Παύλος δεν κατέγραψε απλά σκέψεις ενθάρρυνσης και θεολογικού στοχασμού, αλλά και απαντήσεις σε συγκεκριμένα ζητήματα που απασχολούσαν τους χριστιανούς της πρωτεύουσας. Καθώς φαίνεται, ένα από τα ζητήματα αυτά ήταν ορισμένες δυσχερείς καταστάσεις που είχαν ήδη ανακύψει με την ιουδαϊκή κοινότητα και τις αρχές της πόλης.
Οι παραινέσεις του Παύλου υπονοούν ότι οι χριστιανοί της Ρώμης ανησυχούσαν και θεωρούσαν πιθανό το ενδεχόμενο να βρεθούν στο στόχαστρο των αρχών. Στο 12° κεφάλαιο, ο Παύλος τονίζει πόσο σημαντικό ήταν να μην προβαίνουν οι χριστιανοί σε πράξεις αντεκδίκησης έναντι όσων τους εξύβριζαν ή τους κακομεταχειρίζονταν, αλλά, αντίθετα, να είναι ειρηνικοί με όλους. Αμέσως μετά, στο 13° κεφάλαιο, τονίζει την υποχρέωση που έχουν ενώπιον του Θεού και της συνείδησής τους να υποτάσσονται στις αρχές και να διατηρούν καλή και νομιμόφρονα διαγωγή, αποδίδοντας όλους τους φόρους και τη δέουσα τιμή στους εκπροσώπους του κράτους. (Ρωμ. 13.1-7)
Ο Τάκιτος περιγράφει το διωγμό ως έκτακτο μέτρο που έλαβε ο Νέρων για να κατασιγάσει την οργή του πλήθους, για το «δημόσιο καλό», καθώς και για να αποσείσει από πάνω του το στίγμα του εμπρηστή. Η φύση των διώξεων συνάδει με αυτόν τον ισχυρισμό: δεν καταγράφεται κάποια απαγόρευση των συναθροίσεων των χριστιανών ή των λατρευτικών τους πρακτικών, ούτε κάποια εκδίωξη ή εξορία τους από την πόλη ή την Ιταλία. Παρόμοια «σιγή» εντοπίζεται και στη χριστιανική γραμματεία. Επιπρόσθετα, σε μέτρα που είχαν ληφθεί εναντίον μελών άλλων λατρειών, όπως του Βάκχου, της Ίσιδος. καθώς και εναντίον των Ιουδαίων και αστρολόγων. η εκτέλεση ήταν πάντοτε η ύστατη ποινή, που επιβαλλόταν σε περίπτωση που δεν ακολουθούνταν οι υπόλοιπες διατάξεις, (όπως εξορία από την πόλη, διακοπή των τελετουργιών και των δημόσιων συναθροίσεων κτλ.).
Ωστόσο, στην περίπτωση των χριστιανών δεν μνημονεύεται καμία τέτοια δυνατότητα. Όσοι συνελήφθησαν, εκτελέστηκαν. Ο χειρισμός αυτός μοιάζει πρόχειρος, υπαγορευμένος από κάποια συγκυρία. Είναι, λοιπόν, λογικό να αποδεχθούμε τη μαρτυρία του Τάκιτου και να θεωρήσουμε τις διώξεις ένα έκτακτο μέτρο που αποσκοπούσε στη βελτίωση της εικόνας του αυτοκράτορα και στην εκτόνωση της λαϊκής οργής. Όταν οι στόχοι αυτοί εξυπηρετήθηκαν και η κρίση καταλάγιασε, ο διωγμός σταμάτησε. 
Θα ήταν, ωστόσο, λάθος να πιστέψουμε πως οι χριστιανοί απλά θυσιάστηκαν στο βωμό της δημόσιας εικόνας του Νέρωνα κι ότι η σχετική ιδέα ανήκε αποκλειστικά σε εκείνον, όπως ο Τάκιτος θέλει να πιστέψουμε. Ο διωγμός προφανώς έχαιρε της γενικής αποδοχής της κεντρικής διοίκησης. Εξάλλου, οι αρχές συνήθιζαν να διώκουν ενοχλητικές ή «επικίνδυνες» θρησκευτικές ομάδες επ΄ ευκαιρία κάποιου σκανδάλου, εγκλήματος κτλ. που θα εξασφάλιζε τη λαϊκή υποστήριξη. Οι χριστιανοί ήταν, λοιπόν, εξαιρετική επιλογή για τη γενικότερη διαχείριση αυτή της περιόδου κρίσης στη Ρώμη: αντιπαθείς, εν δυνάμει επικίνδυνοι, γνωστοί ως ιερόσυλοι και ανήθικοι και σχετικά λίγοι, θα πλήττονταν εύκολα, εξυπηρετώντας τόσο το «δημόσιο συμφέρον» όσο και την εικόνα του αυτοκράτορα.



0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top