Όσο κι αν ακούγεται παράξενο ασκητές και ερημίτες υπήρχαν από την εποχή των σπηλαίων. Πριν ακόμα ανακαλυφθεί η έννοια της θρησκείας όπως αυτή ορίζεται σήμερα. Ζούσαν σε ερημιές, έτρωγαν ρίζες και καρπούς, έφταναν το σώμα τους στα όρια του και αυτοταπεινώνονταν. Τους συναντά κανείς σχεδόν σε όλους τους πολιτισμούς.
Στόχος τους ήταν μέσα από τις τρομερές κακουχίες που περνούσαν να πλησιάσουν όσο περισσότερο γινόταν τον Θεό. Ήταν αυτό όμως ή απλά επρόκειτο για ένα σκληρό κεφάλαιο στην ανθρώπινη επιθυμία για μοναξιά; Ο μεταφυσικός ποιητής Τόμας Τραχέρν έχει γράψει πως «αυτός που μελετά την ευτυχία, πρέπει μόνος να σταθεί σαν σπουργίτι πάνω στην οροφή, σαν πελαργός στην ερημιά».
Η αναφορά στον πελαργό μόνο τυχαία δεν είναι. Κάπως έτσι, άλλωστε, έμοιαζαν οι στυλίτες. Οι ασκητές που αφιέρωναν σχεδόν ολόκληρη τη ζωή τους στο να στέκονται σε ένα στύλο, τρεφόμενοι με τα απολύτως απαραίτητα και υπομένοντας φρικτές κακουχίες.
Οι στυλίτες, οι δενδρίτες και οι έγκλειστοι αποτελούν σήμερα βιβλικές μορφές της ορθόδοξης πίστης, με κάποιους από αυτούς να έχουν ανακηρυχθεί άγιοι.
Η δημιουργία του μοναχισμού
Η έννοια του όρου «μοναχισμός» με την αυστηρά θρησκευτική σημασία της δεν προϋπήρχε για τους χριστιανούς πριν την πρώιμη περίοδο του Βυζαντίου. O μοναχισμός στην πραγματικότητα ήταν ένα κίνημα λαϊκών και όχι κληρικών. Αρχικά, μάλιστα, είχε την μορφή των οργανώσεων τα μέλη των οποίων ζούσαν μια αυστηρή ζωή χωρίς, ωστόσο, να αποσύρονται από τον κόσμο. Αυτό σταδιακά άρχισε να αλλάζει με κάποια από τα μέλη να φεύγουν από τις κοινωνικές δομές και να επιλέγουν να ζήσουν σε μικρούς τάφους και στη συνέχεια στην έρημο. Πρώτο χαρακτηριστικό παράδειγμα θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ο Άγιος Αντώνιος.
Μια από τις θεωρίες για το πώς ανακαλύφθηκε ο μοναχισμός ως κοινωνικό φαινόμενο έχει να κάνει με τους διωγμούς που υπέστησαν οι χριστιανοί από τα μέσα του τρίτου αιώνα και έπειτα. Τότε αναγκασμένοι να εγκαταλείψουν τις κοινωνίες που ζούσαν προκειμένου να αποφύγουν τις διώξεις, κατέφευγαν σε ερημικά μέρη και εκεί έρχονταν αντιμέτωποι με κάθε είδους κακουχία.
Στα πρώτα του στάδια ο μοναχισμός υπέστη έναν διαχωρισμό ο οποίος εδραιώθηκε στη βυζαντινή περίοδο και τελικά «επιβίωσε» μέχρι και τη σύγχρονη εποχή. Έτσι δημιουργήθηκε ο μοναχικός (αναχωρητικός) μοναχισμός και ο κοινοβιακός μοναχισμός.
Το μέρος στο οποίο αρχικά αναπτύχθηκε ο μοναχισμός ήταν η αφιλόξενη έρημος της Αιγύπτου, όπου κατέφευγαν πολλοί μοναχοί για να ασκητέψουν. Ο μοναχισμός σύντομα εξαπλώθηκε στη Συρία, στην Παλαιστίνη, στη Μεσοποταμία αλλά και στη δυτική Ευρώπη. Στην Κωνσταντινούπολη και στο Βυζάντιο έφτασε από την Συρία.
Στέρηση, πόνος, ταπείνωση, πείνα και κακουχίες
Ο αναχωρητικός μοναχισμός ειδικά στα πρώτα του χρόνια ήταν κάτι παραπάνω από απάνθρωπος. Οι ασκητές έφερναν το σώμα τους στα όρια του αποδεχόμενοι το γεγονός πως θα υποστούν πρωτόγνωρες κακουχίες προκειμένου να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους. Κάπως έτσι, σταδιακά άρχισαν να δημιουργούνται οι έννοιες του στυλίτη, του δενδρίτη και του έγκλειστου.
Στην Αίγυπτο ένας από τους πιο γνωστούς ασκητές που έζησαν τον 4ο αιώνα ήταν ο Μακάριος της Αλεξάνδρειας. Ο μοναχός αυτός υπέβαλλε το σώμα του σε κάθε είδους στέρηση και κακουχία. Χαρακτηριστικό είναι πως σύμφωνα με τα ιερά κείμενα κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής παρέμενε όρθιος μέρα νύχτα και έτρωγε μόνο μια φορά την εβδομάδα λίγα φύλλα λαχανικών.
Όπως ήταν φυσιολογικό, η κατάσταση αυτή έφερε τον οργανισμό του στα όρια και όταν τα ξεπέρασε, κατέρρευσε και αρρώστησε. Δεν εγκατέλειψε, ωστόσο, την αποστολή του και έτσι όταν κάποιος του έστειλε σταφύλια, εκείνος αρνήθηκε να ενδώσει σε τόσο σπουδαία απόλαυση και τα έστειλε σε έναν άλλον ασκητή. Το εντυπωσιακό σε αυτή την ιστορία είναι πως και ο δεύτερος ασκητής αρνήθηκε να τα φάει και τα έστειλε σε έναν τρίτο και εκείνος με τη σειρά του σε έναν τέταρτο και ούτω καθεξής με αποτέλεσμα τα σταφύλια να επιστρέψουν στον Μακάριο.
Οι στυλίτες, οι δενδρίτες και οι έγκλειστοι
Ο σκληρός ασκητικός τρόπος του μοναχισμού στα πρώτα χρόνια λάμβανε διαρκώς μεγάλες αλλαγές οι οποίες στο σύνολό τους ήταν προς ένα ακόμα πιο σκληρό πρόσωπο.
Έτσι σταδιακά αναπτύχθηκαν οι έννοιες του στυλίτη του δενδρίτη και του έγλειστου. Όπως αποκαλύπτουν και οι ονομασίες τους, οι στυλίτες επέλεγαν να περάσουν πολλά χρόνια της ζωής τους πάνω σε κάποιο στύλο. Αντίστοιχα, οι δενδρίτες πάνω σε κάποιο δένδρο και οι έγκλειστοι μέσα σε κάποια εντελώς απομονωμένη σπηλιά. Δυο από τα πλέον γνωστά πρόσωπα είναι ο Συμεών και ο Δανιήλ. Ο μεν πρώτος οσιοποιήθηκε ενώ ο δεύτερος αγιοποιήθηκε από την ορθόδοξη εκκλησία.
Ο καλόγερος Δανιήλ επισκέφτηκε κάποτε στη Συρία τον Συμεών ο οποίος υπέμενε όποια κακουχία μπορούσε να φανταστεί κανείς. Αμέσως αποφάσισε να ακολουθήσει το παράδειγμά του και έτσι όταν επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη εγκαταστάθηκε σε ένα μικρό και ιδιαίτερα στενάχωρο στύλο στον περίβολο του ναού του αρχιστρατήγου Μιχαήλ στην Προποντίδα.
Αργότερα, ωστόσο, ο αυτοκράτορας Λέων εντυπωσιασμένος από την πίστη και την επιμονή του καλόγερου, διέταξε να χτιστεί ένας δεύτερος στύλος πιο ευρύχωρος δίπλα ακριβώς από αυτό που βρισκόταν ο Δανιήλ. Είπε στους κατασκευαστές, μάλιστα, να ενώσουν τους δυο στύλους με μια μικρή ξύλινη γέφυρα, ώστε ο Δανιήλ να πηγαινοέρχεται.
Έζησε σε αυτούς τους δυο στύλους για σχεδόν 50 χρόνια αφού ήταν περίπου 30 χρονών όταν ανέβηκε και παρέμεινε εκεί μέχρι τα 80 του χρόνια που πέθανε. Όταν νεκρό πια τον κατέβασαν από το στύλο, τα πόδια του ήταν πρησμένα από τη φλεγμονή που προκάλεσε η μακροχρόνια ορθοστασία και τα μικρόβια που τρέφονταν απ’ τις πληγές του. Τα μαλλιά του ήταν γεμάτα ψείρες, που δεν τις σκότωνε, για να βρίσκουν τροφή τα πουλιά. Η δυσοσμία που απέπνεε ήταν αφόρητη, αφού όλα αυτά τα χρόνια δεν είχε πλυθεί.
Αντίστοιχη πορεία είχε και ο Συμεών ο Στυλίτης που έζησε στα μέσα του 5ου αιώνα μ.Χ., επί αυτοκράτορας Λέοντος του Μεγάλου και Πατριάρχου Αντιοχείας Μαρτυρίου. Ο Συμεών γεννήθηκε στο χωριό Σισάν της Κιλικίας το 389 μ.Χ., από γονείς βοσκούς. Βοσκός ήταν και αυτός στα νεανικά του χρόνια. Από μικρός ήταν αφοσιωμένος με όλη του την ψυχή στα Θεία.
Αρχικά έγινε μοναχός, στη συνέχεια έγινε ασκητής για τρία χρόνια αλλά η φήμη του έκανε πλήθη πιστών να συρρέουν για να τον γνωρίσουν με αποτέλεσμα εκείνος να φύγει και να εγκατασταθεί σε πάνω σε ένα στύλο, που είχε ύψος περίπου 20 μέτρα.
Εκεί έζησε 30 ολόκληρα χρόνια, εκτεθειμένος στη βροχή, στον ήλιο, στη ζέστη και στο κρύο. Επειδή ήταν πάντα όρθιος, δενόταν στον στύλο με ένα σκοινί, που τον συγκρατούσε τις ώρες που κοιμόταν. Το σκοινί όμως έσκιζε τη σάρκα του, που γέμιζε πληγές και σιγά σιγά σάπιζε, γέμιζε σκουλήκια, ενώ ανέδιδε απαίσια μυρωδιά. Ο Συμεών μάζευε τα σκουλήκια που έπεφταν από τις πληγές του και τα επανάφερε σ’ αυτές, λέγοντας: «Τραφείτε με αυτό που σας δίνει ο Θεός».
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου