Η προσεκτική και συνετή μελέτη των κειμένων των βίων σαλών δείχνει, παρόλες τις παράξενες και σκανδαλώδεις πράξεις τους, ότι η ζω τους είναι γεμάτη με διδασκαλίες και νουθεσίες παρμένες από την αυθεντική διδασκαλία της Εκκλησίας. Κύρια χαρακτηριστικά της διδασκαλίας τους είναι, ότι αυτή εναρμονίζεται απόλυτα με το ορθόδοξο δόγμα και ότι αναδύεται μέσα από την προσωπική βιωματική εμπειρία τους. Καταρχήν, είναι πολύ επικίνδυνο να επιχειρήσει κάποιος να διορθώσει άλλους, όταν ο ίδιος δεν έχει θέσει τον εαυτό του υπό την πλήρη εξουσία του Θεού. Ο σαλός γίνεται πρώτα μύστης Θεού για να μπορέσει κατόπιν να μυσταγωγήσει ο ίδιος άλλους. Εμφανίζεται, λοιπόν, ο σαλός ως άριστος καθοδηγητής της ἐν Χριστῷ ζωής όπου βίωνε εμπειρικώς, αφού «έπαθε» θεοπρεπώς τα θεία, οπότε και αναδείχθηκε αληθινά θεοδίδακτος. Ο λόγος του έχει αποδεικτικό χαρακτήρα (Πρβλ. Α᾽ Κορ. 2: 4) και ταυτίζεται με το φρόνημα των διαχρονικώς «φερομένων υπό του Αγίου Πνεύματος» (Βλ. Ρωμ. 8: 14). Ολόκληρη η ύπαρξή του είναι σταθερά προσανατολισμένη στο Θεό, πράγμα που συντρέχει στη διαμόρφωση της δογματικής συνειδήσεώς του και κατ ’ επέκταση στη θεολογική υποδομή της ασκητικής του ζωής. Η θεολογική αυτή υποδομή των σαλών δεν εκφράζεται με θεολογικούς και ακαδημαϊκούς όρους, υποδηλώνεται όμως σαφώς μέσα από τον απλό, αυθόρμητο, και βιωμένο λόγο τους. Άλλωστε, επειδή η ασκητική ζωή τους έχει θεολογικές προϋποθέσεις και ειδικότερα δογματικό υπόβαθρο, καθίσταται ακόμη περισσότερο σημαντική, καθώς και η εμπειρία τους εκκλησιαστικά περισσότερο αξιόπιστη. Η ανάλυση του δογματικού υπόβαθρου της εμπειρίας της σαλότητας είναι μια από τις βασικότερες πλευρές της ενάρετης θείας ζωής των σαλών, αφού «το δόγμα, ὡς θεολογική γνώση, είναι εμπειρία και μετοχή στη θεία ζωή, καὶ δεν παύει ὡς θεολογική επιστήμη, να είναι μια χαρισματική λειτουργία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς» (Ν. Ματσούκα, «Δογματισμός καὶ Δογματική», Γρηγόριος Παλαμάς 60, 1977, σελ. 341) . Ποιες πλευρές της χριστιανικής πίστης υποστήριξαν οι σαλοί, για να είναι τόσο σημαντική «η τρέλα» τους στην Εκκλησία; Σ ’ αυτό το κεφάλαιο θα προσπαθήσουμε να τα δούμε αναλυτικά. 

Ο λόγος του Θεού ορίζει ότι για κάθε προσαγωγή στο Θεό είναι αναγκαία η πίστη. «Πιστεῦσαι δεῖ τὸν προσερχόμενον τῷ Θεῷ ὅτι ἔστι καὶ τοῖς ἐκζητοῦσιν αὐτόν μισθαποδότης γίνεται» (Εβρ. 11: 6) , και υπογραμμίζουν οι Πατέρες ότι η εμπειρία αυτή «τῆς καταλήψεως τοῦ νοός ὑπό τῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κοινωνίας» έρχεται μόνον «ψυχῇ τε ἁγίᾳ καὶ πιστῇ» (Μακαρίου Αιγυπτίου, Ομιλία 18, κεφ. 2, PG 34, 636) . Στην αρχή της διήγησης ζητά ο συγγραφέας από τους ακροατές να προσέξουν τα λεγόμενα με φόβο Κυρίου και με πίστη χωρίς δισταγμούς «Αἰτῶ δὲ πάντας μετὰ φόβου Κυρίου τοῖς λεγομένοις προσέχειν, καὶ τῆς πρεπούσης ἀληθινής Χριστιανοῖς πίστεως ἀδιαστάκτου» (Λεοντίου Νεαπόλεως, Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ διὰ Χριστόν σαλὸς , PG 93, στ. 1672C.) , και στο τέλος επίσης, τονίζει ο Συμεών στον μαθητή του (τον διάκονο Ιωάννη) ότι η πίστη είναι αυτή που θα κάνει τους άλλους να δεχθούν όσα είπε και να μη τα φανερώσει σε ανθρώπους δίχως πίστη «ταῦτα δὲ καὶ ἄλλα πλείστα παρήγγειλεν μήτε εἰπεῖν ποτέ τινι διὰ τὸ μη πάντας μετὰ πίστεως δέχεσθαι τὰ λεγόμενα» (Λεοντίου Νεαπόλεως, Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ διὰ Χριστόν σαλὸς , PG 93, στ. 1744). Τίθεται εδώ το θέμα της πίστης ως απαραίτητο στοιχείο στη θεολογία όχι μόνο των σαλών αλλά και των ακροατών ή αναγνωστών των βίων τους, διότι χωρίς ένα ελάχιστο επίπεδο θεολογικής μόρφωσης εκ μέρους των πιστών, θα φαίνονται τα λεγόμενα σαν κάτι παράλογο ή σαν ψέμα. Άρα αναγκαία προϋπόθεση της θεολογίας είναι η πίστη.

Η πίστη του σαλού είναι φανερή όχι μόνο από τα έργα αλλά και από την ομολογία. Λόγου χάριν, όταν ήθελαν οι απεσταλμένοι του Πατριάρχη και του Αυτοκράτορα να διαπιστώσουν την ορθοδοξία του φρονήματος του οσίου Σάββα του νέου και του δια Χριστόν σαλού, ο ίδιος δε δίστασε καθόλου να τους γράψει – επειδή ήταν σε κατάσταση σιωπής - κατά γράμμα το σύμβολο της Πίστεως (Φιλοθέου Κοκκίνου, Βίος Ἁγίου Σάββα του Νέου, έκδ. Δ. Τσάμη, Επιστ. Επ. Α.Π.Θ., Τόμος 27,Θεσσαλονίκη 1972, παράρτ. 56). Η σωστή και ζωντανή πίστη (εμπιστοσύνη) στό Θεό οδηγεί το σαλό να αφήσει τη ζωή του στη Θεία Πρόνοια: «Ὁ Θεός, ὁ θεός… τὸ θέλημά σου φανέρωσον τοῖς δούλοις σου» (βλ. Λεοντίου Νεαπόλεως, Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ διὰ Χριστόν σαλὸς , PG 93, στ. 1676 C.). Η ζωντανή αυτή πίστη στο Χριστό φαινόταν στα πρόσωπα των μαθητών, οι οποίοι μόλις ομολόγησαν τη θεότητα του Χριστού, οδηγήθηκαν στο όρος Θαβώρ. Εκεί, εκπληρώθηκε ο λόγος του Κυρίου και είδαν το φως της μεταμορφώσεώς Του: «τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει» (Μρκ. 9,1.). Η ίδια σειρά γεγονότων επαναλαμβάνεται στη ζωή του σαλού, ως ένθερμου μαθητή του Χριστού, ώστε να αφήσει το είναι του στα χέρια του Κυρίου, ο οποίος τον καθοδηγεί στο να βιώσει την θαβωρική εμπειρία. Επομένως είναι σε θέση να θαυμάζει και να περιγράφει την θεοπτία· όπως λόγου χάριν, όταν εξέφρασε με λόγια ο όσιος Ανδρέας την ακατάληπτη Θεότητα: «πνεῦμά ἐστιν ἡ θεότης, ἀποκορυφότερον, ἀδηλότερον, ἀθέατον, ἀκόρεστον τῇ ἡδονῇ, ὑπεράπειρον, πολλά μὲν νοούμενον, ἐπεὶ ἡ οὐσία αὐτοῦ ἀπερίγραπτος καὶ ἀπόρρητον, ὅσον ἐστίν καὶ θεωρεῖν οὐ δύναται, διὰ τὸ τὸν νοῦν μὴ χωρεῖν τὸν ἀνθρώπινον» (Νικηφόρου πρεσβ. Κωνστ/πόλεως, Βίος ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ διὰ Χριστὸν σαλοῦ, PG 111, 881 C - D.). Προσέθετε αλλού: «οὐκ ἐστι ὁ Θεὸς ἀνθρωπόμορφον, οὔτε ἑώρακεν αὐτὸν τις ὡς ἔστι, ἵνα τὴν αὐτοῦ μορφὴν διηγήσεται» (Νικηφόρου πρεσβ. Κωνστ/πόλεως, Βίος ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ διὰ Χριστὸν σαλοῦ, PG 111, 808 D).

Για να φτάσει ο σαλός σε τέτοιο ύψος φωτισμού, έπρεπε να έχει ασκηθεί πριν μέσα στην ησυχία. Η ησυχαστική θεολογία των σαλών "κυοφορήθηκε", εμποτίστηκε καὶ αναπτύχθηκε στην έρημο, όπου ασκήτεψε ο Συμεών με τον συνασκητή του Ιωάννη για τρεις δεκαετίες, «Νομίζω, ἀδελφέ, ὁ Σατανᾶς ἐφθόνησεν τὴν ἡσυχία ἡμῶν, καὶ ὑπέβαλέν σοί τὸν λογισμόν τοῦτον» (Λεοντίου Νεαπόλεως, Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ διὰ Χριστόν σαλὸς , PG 93, 1704 Β) . Πάντα ήταν ο Διάβολος ο πρώτος εχθρός της ησυχαστικής άσκησης, διότι η έρημος θεωρείται το καλύτερο πεδίο μάχης όπου μπορεί ο ασκητής να μάχεται και να νικά τους πειρασμούς, «ὡς διατέλεσαν εἰς τὴν ἔρημον ἀσκοῦντες ἐν πάσῃ ἀσκήσει καὶ κακοπάθειᾳ, πολλούς καὶ ἀφάτους πειρασμούς, ὑπομείναντες ἐκ τοῦ διαβόλου, καὶ τοῦτον νικήσαντες» (Λεοντίου Νεαπόλεως, Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ διὰ Χριστόν σαλὸς , PG 93, 1701D.). Γι ’ αυτόν το λόγο προειδοποιεί ο Ιωάννης τον Συμεών για τους κινδύνους εκτός ερήμου και μακριά από την ησυχία: «Ἀσφάλεσαι σεαυτόν ἵνα μὴ ὅσα συνῆξεν ἡ ἔρημος, σκορπίσῃ ὁ κόσμος, καὶ ὅσα ὠφέλησεν ἡ ἡσυχία, βλάψῃ ἡ ταραχή, καὶ ὅσα ἤνεγκεν ἡ ἀγρυπνία, διὰ ὕπνου ἀπολέσῃς, μὴ τὴν σωφροσύνην τοῦ μοναχικοῦ διαφθείρῃ βίου ή ἀπάτη τῶν κοσμικῶν… Μὴ τῶν ποδών βαδιζόντων, συνορχήσηται ἀτάκτως καὶ ἡ ἔνδον ἡσυχία» (Λεοντίου Νεαπόλεως, Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ διὰ Χριστόν σαλὸς , PG 93, 1705 Α και Β.). Γι ’ αυτό και έλκουν οι σαλοί προς την ησυχία όσους προσεγγίζουν την πηγαία θεολογία τους, ιδιαιτέρως τους έμπιστούς τους φίλους (Η περίπτωση των υποτακτικών τους: ο Επιφάνιος, στενός φίλος του Ανδρέα, και ο διάκονος Ιωάννης φίλος του Συμεών, ακόμη και οι βιογράφοι τους.). Η βιωματικώς παρουσιαζόμενη θεολογία τους προκαλεί και ευαισθητοποιεί τους άλλους να κινηθούν στη "συχνότητά" τους, για να βιώσουν και οι ίδιοι την γλυκύτητα της παρουσίας του Θεού μέσα τους. Η ασκητική ζωή ενταγμένη οργανικά στον Ησυχασμό, έχει όχι μόνο θεολογική βάση αλλά και θεολογική βαθύτητα.

 


ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ




ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ



0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top