Ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, μιλώντας για τον Άγιο Ιερόθεο, που τον ονομάζει καθηγητή του, λέγει πως ήτανε «παθών και ουχί μαθών τα θεία». Ότι δηλαδή δεν έμαθε τα θρησκευτικά πράγματα όπως μαθαίνουμε τις άλλες γνώσεις, αλλά ότι τα έπαθε, δηλαδή τα έζησε, τα έκανε ζωή του. Μοναχά όταν πάρει ο άνθρωπος μ’ αυτόν τον τρόπο τη θρησκεία, όταν δηλαδή την κάνει ζωή, μοναχά τότε μπορεί να λέγει πως είναι Χριστιανός. Αλλιώς η θρησκεία γι αυτόν είναι όπως όλα τα άλλα πράγματα, που σ’ αυτά μοιράζει τον εαυτό του και την αγάπη του. Ο Χριστός είπε πως όποιος αγαπά τον πατέρα του και τη μητέρα του περισσότερο από Εκείνον, δεν είναι άξιός του, φανερώνοντας πως η δική Του αγάπη πρέπει να στέκεται απάνω από όλες τις αγάπες μας και να γεμίζει την καρδιά μας τόσο, ώστε να μη χωρά μέσα της καμιά άλλη αγάπη. Οι μεγάλοι ασκητές που είναι ζωγραφισμένοι στις εκκλησιές των μοναστηριών, βαστούνε κάτι χαρτιά που γράφουνε απάνω διάφορα ρητά. Ανάμεσα σε αυτά είναι και τα παρακάτω :

«Πόθος Χριστού έσβησε πόθον γονέων» και «Ο εαυτόν αγαπών τον Θεόν αγαπήσας ου δύναται»

Αλλιώς παίζουμε με τη θρησκεία, που καταντά στο τέλος για μας απλή συνήθεια, ένα απλό έθιμο Ο Χριστός είπε πως ο έμπορος που βρήκε τον καλόν μαργαρίτην πήγε και πούλησε όσα είχε για να τον αγοράσει. Βλέπεις πως δεν κράτησε κανένα άλλο πολύτιμο πράγμα παρεκτός από τον καλόν μαργαρίτην, αλλά «απελθών πέπρακε πάντα όσα είχε και ηγόρασεν αυτόν».

Ο Χριστός δεν ζητά από εμάς μεσοβέζικα πράγματα. Ή τον αγαπάς αληθινά κι απάνω απ’ όλα ή μην πηγαίνεις καθόλου κοντά του. Κι εμείς, άραγε, τον αγαπάμε τον Χριστό, έστω και λίγο, με τον τρόπο που θέλει να τον αγαπούμε. Δώσαμε την καρδιά μας σ’ Εκείνον ή μονάχα κι Εκείνος είναι ένα από τα αγαπητά μας πράγματα; Η Ορθοδοξία ζεί μέσα σ’ αυτή την πονεμένη αγάπη του Χριστού, στη λεγόμενη χαρμολύπη ή το χαροποιόν πένθος. Και λέγεται έτσι αυτή η χαρά του Χριστού γιατί είναι άνθος που φυτρώνει απάνω στον πόνο. Αυτή είναι η αληθινή χαρά. Κατά τον Μυστικό Δείπνο ιδού τι είπε ο Κύριος στους λυπημένους μαθητές του :

«Αμήν, αμήν λέγω υμίν ότι κλαύσετε και θρηνήσετε υμείς, ο δε κόσμος χαρήσεται, εμείς δε λυπήθήσασθε, αλλ’ η λύπη υμών εις χαράν γενήσεται. Η γυνή όταν τίκτη λύπην έχει, όταν ήλθεν η ώρα αυτής, όταν δε γεννήση το παιδίον, ουκέτι μνημονεύει της θλίψεως, δια την χαράν ότι εγεννήθη άνθρωπος εις τον κόσμον. Και υμείς ουν λύπην μεν νυν έχετε. Πάλιν δε όψομαι υμάς και χαρήσεται υμών η καρδία και την χαράν υμών ουδείς αίρει αφ’ υμών»

Ο δε απόστολος Παύλος, σύμφωνα με όσα είπε ο δάσκαλός του έγραφε στους Κορινθίους πως αυτός κι οι άλλοι απόστολοι ήτανε «ως αποθνήσκοντες και ιδού ζώντες, ως παιδευόμενοι και μη θανατούμενοι, ως λυπούμενοι αεί δε χαίροντες».

Πως λοιπόν γίνεται αυτή η μυστική ένωση της λύπης με τη χαρά, ώστε η χαρά αυτή να μην είναι προσωρινή και ψεύτικη, όπως οι συνηθισμένες χαρές της υλικής ζωής μας, αλλά ασάλευτη και αθάνατη, όπως την είπε ο χριστός λέγοντας στους μαθητές του «και την χαράν υμών ουδείς αίρει αφ’ υμών»; Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, ηγούμενος της Μονής του Σινά, μιλώντας για το χαροποιόν πένθος γράφει : «Εγώ νιώθοντας τι λογής είναι τούτη η κατάνυξη απορώ και εξίσταμαι. Πως κάποιο πράγμα που λέγεται πένθος και λύπη έχει μέσα του τη χαρά και την ευφροσύνη, περιπεπλεγμένα μεταξύ τους όπως το μέλι με το κερί»;

Ω! Πόσο αληθινή Πίστη είναι η Ορθόδοξη πίστη του λαού μας! Αυτός δε χρειάζεται σπουδασμένους θεολόγους να κρυώσουν την Πίστη του, να θαμπώσουνε το κρούσταλλο της ψυχής του. Αυτός είναι ο μέγας θεολόγος, ο πάσχων τα Θεία και ουχί μαθών αυτά με τον παγωμένον τρόπο της εγκόσμιας γνώσης.


(Από άρθρο του Φώτη Κόντογλου στην ''ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ'' στις 15 Απριλίου 1962)

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top