Διήρηνται δὲ οὗτοι κὰθ΄ ὅτι, «τὴν αὐτὴν πίστιν ἔχοντες», διαφωνούσι «τὴ γνώμη» (Χρυσοστόμου, PG. 61, 23) ὡς πρὸς τὸν τρόπον τῆς ἐνστάσεως. Τοῦτο ἐπιτείνει ἴσως ἢ διεκδίκησις «λογισμῶν» τινων «ἰδίων» «ἐξ αὐθεντίας», ὡς καὶ ἡ προτίμησις τοῦ «μᾶλλον ἄρχειν» «ἢ ἄρχεσθαι ὑπὸ τοῦ Κυρίου» (Μ. Βασιλείου, ΒΕΠΕΣ, 53, 14). Ταῦτα συντελούσι, προφανῶς, ὅπως μὴ εἶναι «συνημμένοι κατὰ τὴν ἀγάπην» (Χρυσοστόμου, PG. 61, 23), ὡς ἐπιβάλλει ὁ ἀγὼν τῆς πίστεως.
Δέον ὅπως ἡ δυνάμει ἑνότης τῆς πίστεως γίνη καὶ ἐνεργεία, ὅπερ δυνατόν. Διότι, ὑπαρχούσης «τῆς κατὰ τὴν πίστιν συμφωνίας», «οὐδὲν ἕτερόν ἐστι τὸ ἐμποδίζον» πρὸς ἕνωσιν (Μ. Βασιλείου, PG. 32, 701). Αὕτη ἡ τάξις τῆς Ὀρθοδοξίας. Πὰν σοβαρὸν καὶ ἄλυτον νυν «ἕτερον» τῆς πίστεως ζήτημα ἀντιμετωπίζεται διὰ μελλοντικῆς Συνόδου ἑνότητος (τῶν ἐνιστάμενων κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ). Καὶ αὑταὶ αἳ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι, αἳ συγκληθήσαι «πρὸς ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὁμόνοιαν» (Πρακτικῶν Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Μ. 12, 1118), πάντοτε προέταξαν τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ κατόπιν ἐξήτασαν ἕτερα πράγματα (Μ. Ἀθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 31, 260).
Ἐπιβάλλεται, λοιπόν, ἡ πορεία πρὸς γενικὴν Σύνοδον ἑνότητος. Ὁδὸς δὲ πρὸς ταύτην ἐστὶν ἡ ἐν ὀρθοδόξω πίστει ἀγάπη, συννενόησις, ἀλληλοαναγνώρισις, συνεργασία καὶ ἐνοποίησις «ἐν οἶς μηδὲν βλάπτομεν τὰς ψυχᾶς» (Μ. Βασιλείου, ΒΕΠΕΣ, 55, 142).
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου