ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ''ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ'': Όπως όλοι γνωρίζουμε η αγία και μεγάλη Σαρακοστή είναι περίοδος μεγάλου πνευματικού αγώνος κατά των παθών μας αλλά και κατά των πνευμάτων της πονηρίας. Ο απόστολος Παύλος μας παραγγέλει: «Ουκ έστιν ημίν ή πάλη προς αίμα και σάρκα, άλλα προς τάς αρχάς, προς τάς εξουσίας... προς τά πνευματικά της πονηρίας» (Έφ. 6:12).
Βέβαια πάντοτε μαχόμεθα κατά των παθών και κατά των δαιμόνων, όμως η συγκεκριμένη περίοδος της νηστείας προ του αγίου πάθους του Κυρίου είναι μια κατ΄εξοχήν περίοδος πνευματικού αγώνος. 

ΤΑ ΠΑΡΟΝΤΑ ΑΡΘΡΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΛΑΙΟ ΜΠΛΟΚ ΜΑΣ.
 ΚΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ!







ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΕΧΘΡΟΣ ΜΑΣ;

Σύμφωνα με τη βιβλική καί πατερική διδασκαλία της Εκκλησίας μας, οί δαίμονες ανήκαν αρχικά στίς τάξεις των ασωμάτων αγγελικών δυνάμεων καί δημιουργήθηκαν, όπως όλοι οι άγγελοι, άπό τόν Θεό. Ό Θεός, δηλαδή, από άπειρη αγαθότητα τους έφερε στην ύπαρξη, με σκοπό νά συμμεριστούν κι αυτοί, ως λογικά όντα, τή μακαριότητά Του.
Πλάστηκαν, λοιπόν, άκακοι καί αγαθοί, μέ ελεύθερη βούληση καί επιθυμία. Δεν υπήρχε ίχνος πονηρίας και ακαθαρσίας στή φύση τους, γιατί ό Θεός δεν δημιούργησε δαίμονες αλλά αγγέλους. Ποτέ, άλλωστε, δέν δημιούργη σε ό Θεός κάτι «κατ' ούσίαν» κακό· όλα τά δημιουργήματά Του ήταν «καλά λίαν» (Γέν. 1:31).
Ό αρχηγός των δαιμόνων, μάλιστα, ό Εωσφόρος, ήταν ό λαμπρότερος καί σοφότερος άπ' όλους τους αγγέλους. Παρ' όλα τά χαρίσματα, όμως, μέ τά οποία ήταν προικισμένος, έπεσε σ΄ ενα τραγικό καί συνάμα μοιραίο σφάλμα: Σκέφτηκε αλαζονικά ν' αναρριχηθεί στό θρόνο του Θεού, νά γίνει άπό μόνος του θεός, όμοιος μέ τόν Δημιουργό του. Δέν θέλησε, δηλαδή, ν' ακολουθήσει, όπως οί άλλοι άγγελοι, τό δρόμο της τελειότητας μέ τή μετοχή του στίς άκτιστες ενέργειες του Θεού, άλλα προτίμησε τήν αυτοθέωση, τήν ισοθεΐα.
Ή σκέψη του, βέβαια, αυτή σήμανε καί τήν καταστροφή του: "Επεσε σάν αστραπή άπό τόν ουρανό, όπως μαρτυρεί τό Ευαγγέλιο (Λουκ. 10:18). Κι ήταν ή πτώση του τρομακτική. Κατασυντρίφθηκε εξαιτίας της αλαζονείας του. "Εχασε τό υψηλό, ουράνιο αξίωμά του. 'Από φωτεινότατος αρχάγγελος έγινε σκοτεινότατος δαίμονας.
Ή τραγική αυτή πτώση περιγράφεται αλληγορικά, σύμφωνα μέ πολλούς πατέρες, άπό τόν προφήτη Ησαΐα, στην πρόρρηση του γιά τήν πτώση του βασιλιά της Βαβυλώνας: «Πώς έπεσε άπό τόν ουρανό ό Εωσφόρος, πού ανατέλλει τό πρωί; Πάνω στή γή συντρίφθηκε...Είπες μέσα σου: "Στον ουρανό θ' ανέβω, τό θρόνο μου θά στήσω πάνω άπό τ' αστέρια τ' ούρανοϋ... Θ' ανέβω πάνω άπό τά σύννεφα καί μέ τόν "Υψιστο όμοιος θά γίνω"» (Ήσ. 14:12-14).
Περιγράφεται, επίσης, άπό τόν προφήτη Ιεζεκιήλ στό θρήνο του γιά τήν καταστροφή του βασιλιά της Τύρου: «Ύπερηφανεύθηκε ή καρδιά σου καί είπες: "Θεός είμαι εγώ, κάθησα στό θρόνο του Θεού"... Έσύ ήσουν υπόδειγμα τελειότητας καί στεφάνι ομορφιάς. Ζούσες μέσα στην τρυφή του παραδείσου του Θεού. Φορούσες κάθε πολύτιμο πετράδι... "Ησουν άμεμπτος στή ζωή σου άπό τήν ημέρα πού πλάστηκες, ωσότου αμάρτησες... Επειδή ήσουν όμορφος, ύπερηφανεύθηκε ή καρδιά σου· έτσι, ή σοφία σου διαφθάρηκε μαζί μέ τήν ομορφιά σου. Γιά τίς πολλές σου αμαρτίες σέ πέταξα στή γη...» (Ίεζ. 28:2,12-15,17).
Πλήθος αγγέλων ακολούθησε τόν αποστάτη θεληματικά στην πτώση καί χωρίστηκε άπό τόν Θεό. Οί άγγελοι αυτοί, κατά τόν άγιο Ιωάννη τόν Δαμασκηνό, άνηκαν στό ένατο τάγμα, πού, μέ αρχηγό τόν Εωσφόρο, είχε αναλάβει τή φύλαξη «της περιγείου τάξεως καί της γης». Κατά τους αγίους, όμως, Ιερώνυμο καί Κασσιανό, προέρχονταν άπό διάφορα τάγματα, καί κατεξοχήν άπό τά τάγματα των Άρχών καί των Εξουσιών, σύμφωνα μέ τό λόγο του αποστόλου Παύλου: «Ουκ έστιν ήμίν ή πάλη προς αίμα και σάρκα, άλλα προς τάς αρχάς, προς τάς εξουσίας... προς τά πνευματικά της πονηρίας» (Έφ. 6:12). Ό Εωσφόρος, μάλιστα, κατά τή δεύτερη αυτή εκδοχή, ξέπεσε άπό τό τάγμα των Σεραφείμ. Μιά τρίτη εκδοχή θέλει ένα ξεχωριστό -δέκατο- αγγελικό τάγμα, πού ξέπεσε μαζί μέ τόν αρχηγό του (όσιος Πέτρος ό Δαμασκηνός). Τή θέση του τάγματος αύτού στον ουρανό θά τήν αναπληρώσει τό τάγμα των μοναχών, μέ αρχηγό του τόν Τίμιο Πρόδρομο (μοναστική παράδοση). Έτσι εξηγούνται, κατά τήν εκδοχή αυτή, ό ιδιαίτερος φθόνος καί τό άσπονδο μίσος των δαιμόνων εναντίον της ίσάγγελης μοναχικής πολιτείας.
Γεγονός, πάντως, είναι ότι άπό τους αποστάτες άγγέλους δημιουργήθηκε ένα νέο τάγμα, τό τάγμα των πονηρών πνευμάτων, των δαιμόνων.
"Αν καί οί δαίμονες συνειδητοποίησαν αμέσως ότι μέ τήν ανταρσία τους δέν κατόρθωσαν νά γίνουν «λησταί Θεότητος» (Τατιανός), ωστόσο δέν μετανόησαν. Παρέμειναν αντίπαλοι καί εχθροί του Θεού (Ματθ. 13:39). Μήν μπορώντας, όμως, νά βλάψουν τόν ίδιο τόν Θεό, στράφηκαν εναντίον της δημιουργίας Του καί κατεξοχήν εναντίον του άνθρωπου, πού ήταν τό τελειότερο επίγειο δημιούργημα Του.
"Ετσι, μέ πονηρό καί ύπουλο τρόπο, προκάλεσαν τήν ανθρώπινη τραγωδία. Κατάφεραν, δηλαδή, μέ δόλωμα τήν ισοθεΐα (Γέν. 3:5), ν' απογυμνώσουν τόν άνθρωπο άπό τή θεία χάρη καί νά τόν βγάλουν άπό τόν παράδεισο. Καί φυσικά, μέχρι σήμερα, κύριο μέλημα τους είναι νά τόν κρατούν μακριά άπό τόν Θεό, εμποδίζοντάς τον νά επιστρέψει κοντά Του άπό τό δρόμο πού γιά χάρη του άνοιξε ό Χριστός, μέ τήν ενανθρώπηση καί τή θυσία Του.
Οί δαίμονες, λοιπόν, αφότου έγιναν «οικεία δουλήσει» κακοί -μολονότι είχαν γευθεί πλούσια τή χάρη, τήν αγαθότητα καί τή μακαριότητα του Θεού-, έχασαν κάθε ελπίδα μετάνοιας καί επιστροφής: «Μετά γάρ τήν έκπτωσιν ουκ έστιν αύτοίς μετάνοια, ώσπερ ουδέ τοις άνθρώποις μετά τόν θάνατον» (άγιος Ιωάννης ό Δαμασκηνός).
Σύμφωνα, ωστόσο, μέ άλλη πατερική εκδοχή, «πρίν άπό τήν πλάση του άνθρωπου, υπήρχε κάποια δυνατότητα στο διάβολο νά μετανοήσει. Αφότου, όμως, δημιουργήθηκε ό κόσμος, φυτεύθηκε ό παράδεισος, πλάστηκε ό άνθρωπος, δόθηκε ή θεϊκή εντολή καί ακολούθησε άπό φθόνο δαιμονικό ό "φόνος" του τιμημένου πλάσματος, άποκλείστηκε ολότελα τό ενδεχόμενο της μετάνοιάς του» (Μέγας Βασίλειος). Ό άγιος Κασσιανός διατυπώνει ώς εξής τήν άποψη αυτή: «Τό πρώτο αμάρτημα τοϋ διαβόλου ήταν ό εγωισμός καί αυτό του στοίχισε τήν πτώση. Δεύτερο αμάρτημά του ήταν ό φθόνος εναντίον του άνθρωπου, πού μόλις είχε πλαστεί καί είχε δεχθεί τήν κλήση γιά μιά δόξα ίδια μ' αυτήν πού εκείνος απολάμβανε πρίν άπό τήν πτώση του. Τό πάθος, λοιπόν, του φθόνου βρήκε τό διάβολο, όταν ακόμα είχε τή δυνατότητα νά σηκωθεί καί ν' ανοίξει διάλογο μέ τόν άνθρωπο. Ή δίκαιη, όμως, απόφαση του Θεού τόν γκρέμισε οριστικά. Δέν θά μπορεί στό εξής νά ορθοποδήσει ούτε να στρέψει το βλέμμα του προς τά πάνω».
Αν, πραγματικά, μπορούσε νά μετανοήσει ό διάβολος, ό Θεός θά οικονομούσε τή λύτρωσή του, όπως οικονόμησε καί τοϋ άνθρωπου τή λύτρωση. Δέν τό έκανε, όμως, γιατί ή φύση του είχε πιά οριστικά διαφθαρεί. Καί είναι γνωστό, πώς ή δαιμονική φύση είναι τελείως διαφορετική άπό τήν ανθρώπινη. Ό διάβολος, δηλαδή, «ώς πνεύμα είναι άσύνθετος. Δέν διαιρείται σέ μέρη ή φύση του. "Οταν θέλει καί ό,τι θέλει, τά θέλει ολόκληρη ή ουσία του... Με τή θέληση του τό πνεύμα εκφράζει τό είναι του, τό βάθος της ουσίας του. "Οταν, λοιπόν, ελεύθερα αποστάτησε άπό τόν Θεό, δέν έφθάρη μονάχα ή βούλησή του, άλλα καί ή φύση του, μέ τήν οποία εκείνη ταυτίζεται... Τό χάλασμα ήταν ολοκληρωτικό καί τέλειο... Ό αγαθός άγγελος έγινε κακός, χωρίς νά έχει στό εξής τή δυνατότητα μετάνοιας και επιστροφής στον Θεό» (καθηγητής Ά. Θεοδώρου).
Ό άνθρωπος, αντίθετα, μετά τήν πτώση του είχε δυνατότητα μετάνοιας, γιατί ή φύση του δέν ήταν απλή. ΄Ηταν σύνθετη άπό ψυχή καί σώμα. Ή ελεύθερη βούλησή του μπορούσε νά επηρεαστεί καί άπό εξωτερικούς παράγοντες, πράγμα πού συνέβη μέ τήν πτώση του: Δέν έπεσε άπό μόνος του, όπως ό διάβολος, άλλα παρασύρθηκε. Γι' αυτό μετάνιωσε πικρά, ελεήθηκε άπό τόν Θεό καί μπόρεσε νά επιστρέψει «εις τό άρχαίον κάλλος» μέ τήν ένανθρώπηση του Χριστού.

ΝΟΥΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΗ

Τά πονηρά πνεύματα, ώς λογικά όντα, έχουν καί νού καί γνώση (Β' Κορ. 2:11). Τό νού τους, βέβαια, τόν έχουν διαστρέψει τόσο πολύ, ώστε, αντί ν' αγαπά και ν' αναζητεί τήν αλήθεια, όπως κάνει ένας υγιής νους, να την μισεί και να τήν αποστρέφεται. Γι' αυτόν τό λόγο ό διάβολος ονομάζεται στό Ευαγγέλιο «πατήρ του ψεύδους» (Ίω. 8: 44) καί στην Αποκάλυψη «πλανών» (12:9). Μά καί ή βούληση των πονηρών πνευμάτων είναι διεστραμμένη. Τό δαιμονικό τους θέλημα έχει σταθεροποιηθεί αμετάκλητα στό πονηρό, γι' αυτό καί κατευθύνουν τή δράση τους μόνο προς τό κακό. Έχουν, όμως, καί κάποιαν ελευθερία, αφού μπορούν νά επιλέξουν ένα κακό ανάμεσα σέ πολλά.
Γνωρίζουν τόν Θεό, καί αυτή ή γνώση τά γεμίζει φόβο: «Σύ πιστεύεις δτι ό Θεός εις έστι · καλώς ποιεΐς· και τά δαιμόνια πιστεύουσι και φρίσσουσι» (Ίακ. 2:19). Αρκετές φορές οι δαίμονες ομολόγησαν τόν Σωτήρα Χριστό ώς Υιό καί ΄Αγιο του Θεού (βλ. Ματθ. 8:29, Μάρκ. 1:24).
Γνωρίζουν, επίσης, καί χρησιμοποιούν εδάφια της Αγίας Γραφής. "Αν ανατρέξουμε στην περικοπή του Ευαγγελίου, όπου περιγράφονται οί τρείς πειρασμοί του Κυρίου στην έρημο, μετά τή Βάπτισή Του, θά διαπιστώσουμε πώς όλη ή δαιμονική επιχειρηματολογία στηρίζεται αποκλειστικά σέ χωρία της Παλαιάς Διαθήκης, που, βεβαια, χρησιμοποιούνται παραπλανητικά (βλ. Ματθ. 4:1-11, Λουκ. 4:1-13). Τήν ίδια τακτική εφαρμόζουν καί στον πόλεμο τους εναντίον των ανθρώπων, γιά νά τους πλανήσουν ή τουλάχιστον νά τους συγχύσουν. Στό Λειμωνάριο αναφέρεται ή περίπτωση κάποιου γέροντα, πού, ενώ καθόταν στό κελλί του καί έργοχειρούσε, απαγγέλλοντας συγχρόνως καί τό Ψαλτήρι, μπήκε ξάφνου ένας δαίμονας, μέ τή μορφή Σαρακηνού δούλου, κι άρχισε μπροστά του να χορεύει. Επειδή, όμως, ό γέροντας δέν του έδωσε σημασία, εκείνος του είπε μέ κακία: "Τί νομίζεις, κακόγερε, ότι κάνεις κάτι σπουδαίο; Νά, καί στον εξηκοστό πέμπτο καί τόν εξηκοστό έκτο καί στον εξηκοστό έβδομο Ψαλμό έκανες λάθος!
Πρέπει, όμως, νά διευκρινιστεί, πώς ή "θεογνωσία" αυτή των δαιμόνων είναι εξωτερική, ατελής καί άνώφελη. Ένώ, δηλαδή, γνωρίζουν τίς "Αγιες Γραφές καί παραδέχονται πώς υπάρχει Θεός, καί μάλιστα Τριαδικός, πώς υπάρχουν Κρίση καί Κόλαση (Ματθ. 8:29), ή γνώση αυτή δέν μπορεί νά μεταμορφώσει τήν ύπαρξή τους ούτε νά τους οδηγήσει στή σωτηρία. Γιατί πρόκειται γιά γνώση πού δέν συνοδεύεται άπό τήν πράξη, τήν τήρηση δηλαδή των εντολών του Θεού. Τήν ίδια, άλλωστε, "δαιμονική θεολογία" συναντάμε καί ανάμεσα στους ανθρώπους εκείνους, πού προσεγγίζουν τά μυστήρια του Θεού μέ συλλογισμούς καί στοχασμούς καί όχι μέσα άπό τό βίωμα, τήν εμπειρία.
Μετά τήν αποστασία τους, οί δαίμονες έχασαν τήν ουράνια γνώση πού είχαν, καί ή σοφία τους έγινε «δαιμονιώδης» (Ιακ. 3:15). Ό απόστολος Παύλος κάνει σαφή διάκριση τής δαιμονικής σοφίας «τών αρχόντων του αιώνος τούτου», πού οδηγεί στην καταστροφή, άπό τήν «εν μυστηρίω» σοφία του Θεού, «τήν άποκεκρυμμένην», πού οδηγεί στην ουράνια δόξα (Α Κορ. 2: 6-7).
Ό όσιος Πέτρος ό Δαμασκηνός σημειώνει σχετικά, ότι ό διάβολος «έχασε τή γνώση του Θεού άπό άγνωμοσύνη καί υπερηφάνεια... Γι' αυτό δέν γνωρίζει άπό μόνος του τί νά κάνει, άλλα βλέπει τί κάνει ό Θεός, γιά νά μας σώσει, καί πονηρεύεται καί κάνει τά αντίθετα, γιά νά χαθούμε... Άφού, δηλαδή, είδε τόν Θεό πού έπλασε τήν Εύα γιά βοήθεια του 'Αδάμ, ό διάβολος τήν έκανε συνεργό τής παρακοής καί τής παραβάσεως. "Εδωσε ό Θεός εντολή στον 'Αδάμ, ώστε μέ τήν τήρηση της νά θυμάται τίς τόσες δωρεές του Ευεργέτη του καί νά Τόν ευγνωμονεί, κι ό διάβόλος έκανε τήν εντολή αφορμή παρακοής καί θανάτου. 'Αντί γιά προφήτες, ό διάβολος κάνει -ψευδοπροφήτες· αντί γι' αποστόλους, ψευδαποστόλους· αντί γιά νόμο, παρανομία· αντί γι' αρετές, κακίες· αντί γιά εντολές, παραβάσεις· αντί γιά κάθε δικαιοσύνη, σιχαμερές αιρέσεις».
Τά πονηρά πνεύματα, όπως μας διδάσκει τό βιβλίο τοϋ 'Ιώβ (1:7-12), γνωρίζουν τήν κατάσταση του παρόντος κόσμου καί παρακολουθούν τίς ενέργειες τών ανθρώπων. Ή γνώση τους αυτή, βέβαια, βασίζεται αποκλειστικά στην παρατήρηση τών όσων συμβαίνουν καί του πώς συμπεριφέρονται εξωτερικά οί άνθρωποι. Γιατί αγνοούν εντελώς τόσο τό σχέδιο του Θεού γιά τόν κάθε άνθρωπο οσο και το τι σκέφτεται ό καθένας μας, πρίν τό εκδηλώσει.
Επειδή, λοιπόν, οι δαίμονες δέν γνωρίζουν τή διάθεση του άνθρωπου, τόν υποβάλλουν σέ πειρασμό και προσέχουν πώς θ' αντιδράσει. Λέει ό άββάς Ματώης: «ο σατανάς δέν γνωρίζει άπό ποιο πάθος νικιέται ή ψυχή. Σπέρνει, βέβαια, τους εμπαθείς λογισμούς, όπως τής πορνείας, τής καταλαλιάς καί τών άλλων, άλλα δέν ξέρει άν θά θερίσει, άν δηλαδή θά τους δεχθούμε ή καί θ' αμαρτήσουμε. Μόλις δμως διαπιστώσει, άπό τίς αντιδράσεις τοϋ σώματος, σε ποιο πάθος κλίνει ή ψυχή, μ' αυτό τήν πολεμάει».
Ο άγιος Κασσιανός μας λέει σχετικά, πώς «οί δαίμονες δέν γνωρίζουν τή φύση τής ψυχής μας ούτε μπορούν να εισχωρήσουν μέσα της. Μπορούν, όμως, νά διακρίνουν ποια είναι ή κατάσταση της άπό τά έργα μας, τά λόγια μας, τίς ενέργειές μας, τίς κλίσεις μας. Τίς σκέψεις, πού δέν έχουν βγεί ποτέ άπό τά βάθη τής ψυχής μας, είναι αδύνατο νά τίς αντιληφθούν. Ακόμα καί τους πονηρούς λογισμούς, πού οί ίδιοι οί δαίμονες μας υποβάλλουν, δέν γνωρίζουν άν καί κατά πόσο τους δεχόμαστε. Μπορούν μονό νά τό συμπεράνουν, παρατηρώντας προσεκτικά όρισμένες εξωτερικές εκδηλώσεις ή σωματικές κινήσεις μας. "Αλλωστε, καί άνθρωποι έμπειροι καί έξυπνοι συμπεραίνουν πολλές φορές τήν εσωτερική κατάσταση καί διάθεση τών συνανθρώπων τους άπό τήν εξωτερική εμφάνιση ή τή συμπεριφορά ή τόν τρόπο τους».

ΠΡΟΓΝΩΣΗ

Εφόσον ή γνώση τών πονηρών πνευμάτων είναι, όπως είπαμε, τόσο ατελής καί περιορισμένη, δέν μπορεί νά γίνει λόγος γιά καμιά προγνωστική ή προφητική τους ικανότητα. Ό άγιος Ιωάννης τής Κλίμακος είναι σαφής: «Τίποτα μελλοντικό δέν γνωρίζουν οί δαίμονες άπό προγνωστική δύναμη. Γιατί τότε τότε θά μπορούσαν καί οί μάγοι νά μας προλέγουν τό θάνατό μας». Συμπεραίνουν μόνο τό τί πρόκειται νά συμβεί, παρατηρώντας τις αρχές και τις αιτίες ορισμένων γεγονότων καί αξιοποιώντας τες μέ τήν πολυχιλιετή πείρα τους. Τό γενικό μέλλον τό γνωρίζουν μόνο στίς περιπτώσεις εκείνες, πού ό ίδιος ό Θεός τους τό φανερώνει, προκειμένου νά υπηρετήσουν συγκεκριμένο σχέδιό Του (βλ. Γ Βασ. 22:21-22).
Ο άγιος Ιωάννης ό Δαμασκηνός λέει, ότι «τά μελλοντικά ούτε οί άγγελοι του Θεού ούτε οί δαίμονες τά γνωρίζουν, ωστόσο τά προλέγουν. Οι μέν άγγελοι, επειδή τους τά αποκαλύπτει ό Θεός καί προστάζει νά τά προλέγουν· γι' αυτό καί όσα λένε πραγματοποιούνται. Προλέγουν, όμως. καί οι δαίμονες, άλλοτε επειδή βλέπουν αυτά πού συμβαίνουν σέ μακρινή απόσταση καί άλλοτε έπειδή προσπαθοϋν νά τά συμπεράνουν. Γι' αυτό καί ψεύδονται τίς περισσότερες φορές. Αυτούς δέν πρέπει νά τους εμπιστεύεται κανείς, κι άν ακόμα συχνά λένε τήν αλήθεια».
Είναι πολύ χαρακτηριστική ή στάση του αποστόλου Παύλου απέναντι στή δούλη τών Φιλίππων, πού είχε «πνεύμα πύθωνος», δηλαδή πνεύμα μαντικό. Μολονότι έλεγε τήν αλήθεια σχετικά μέ τους αποστόλους καί τό κήρυγμά τους, ό Παύλος δέν ανέχθηκε τή δαιμονική αυτή "διαφήμιση", άλλα έδιωξε τό πονηρό πνεύμα άπό τή δαιμονισμένη (Πράξ. 16:16-18).
Ό Μέγας Αντώνιος μας διδάσκει, πώς, άν καί οί δαίμονές «καμώνονται ότι έχουν τήν ικανότητα νά προλεγουν, κανείς δέν πρέπει νά τους εμπιστεύεται». Καί συνεχίζει: «'Αναφέρουν πράγματι, πρίν άπό μερικές μέρες τά ονόματα αδελφών, πού συναντούμε ύστερα από λίγες μέρες. Καί έρχονται μέν εκείνοι, άλλά τό κάνουν αυτό οί δαίμονες όχι έπειδή ενδιαφέρονται γιά εκείνους πού τους ακούνε, άλλα γιά νά τους πείσουν νά τους εμπιστεύονται, καί τότε πλέον, άφού τους έχουν βάλει στό χέρι, νά τους καταστρέψουν... Γιατί τί τό παράξενο, εάν, έχοντας αύτοί ελαφρότερα σώματα άπό τους ανθρώπους, προσπερνούν στό δρό μο εκείνους πού είδαν νά ξεκινούν μιαν όδοιπορία καί τους προαναγγέλλουν; Αυτό τό προλέγει και ένας καβαλάρης, γιατί φτάνει νωρίτερα άπό τόν πεζό...
»Κατά τόν ίδιο τρόπο φλυαρούν μερικές φορές και με τά νερά τών ποταμών. Μόλις, δηλαδή, δουν νά πέφτουν πολλές βροχές στά μέρη τής Αιθιοπίας, έπειδή γνωρίζουν δτι άπό τά νερά τών βροχών εκείνων προκαλείται ή πλημμύρα τοϋ Νείλου, πρίν φτάσει τό νερό στην Αίγυπτο, προτρέχουν καί τό λένε... Έάν, όμως, ή θεία Πρόνοια σκεφτεί στό μεταξύ κάτι άλλο γιά τά νερά ή γιά εκείνους πού ταξιδεύουν -γιατί έχει τή δύναμη-, οί δαίμονες άποδεικνύονται ψεύτες καί, επιπλέον, εξαπατώνται καί όσοι τους είχαν πιστέψει.
»Από μόνοι τους οί δαίμονες δέν γνωρίζουν τίποτε, άλλα, σάν τους κλέφτες, εκείνα πού βλέπουν στους άλλους, αυτά καί μεταβιβάζουν. Είναι, δηλαδή, μάλλον στοχαστές παρά προγνώστες. Επομένως, κι άν καμιά φορά προλέγουν αληθινά πράγματα, ούτε καί τότε νά τους θαυμάζει κανείς. Γιατί καί οί γιατροί, μέ τήν πείρα πού έχουν στίς ασθένειες, όταν συναντήσουν σέ άλλους ασθένεια μέ τά ίδια συμπτώματα, συνήθως συμπεραίνουν άπό τήν πείρα τους καί προλέγουν τήν εξέλιξη της. 'Αλλά καί οί ναυτικοί καί οί γεωργοί τό ίδιο κάνουν. Βλέπουν τίς καιρικές συνθήκες καί άπό τήν πείρα τους προλέγουν ή ότι έρχεται κακοκαιρία ή ότι περιμένουμε καλοσύνες. Γι' αυτό δέν μπορεϊ κανείς νά ισχυριστεί οτι κι αυτοί προλέγουν απο θεία έμπνευση, άλλα άπό πείρα καί άπό συνήθεια. Επομένως, άν τυχόν καμιά φορά καί οί δαίμονες στοχάζονται τα ίδια πράγματα καί τά λένε νωρίτερα, άς μήν τους θαυμάζει κανείς γι΄ αυτό ούτε να τους δίνει προσοχή».


ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top