«τάς γενομένας Συνόδους η ευσεβής πίστις κυροί, και πάλιν η των δογμάτων ορθότης κρίνει τάς Συνόδους»           

                                                                  (Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, Πηδάλιον, σ. 118).


Ο Μέγας Αθανάσιος μας διδάσκει τους όρους για να ονομάζεται μια Σύνοδος ''Ορθόδοξη''. Μας λέγει τα εξής:

Δεν δύνανται να μετάσχουν της Συνόδου οι περί την πίστιν ασεβούντες. Τούτο τονίζει ο Μ. Αθανάσιος, γράφων το εξής <<Ού γάρ οίον τε συνόδω συναριθμηθήναι τους περί την πίστιν ασεβούντας>> (Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 31, 260). 

Δεν δύνανται να συγκαθήσουν έν Συνόδω οι διατελούντες υπό κατηγορίαν <<παρά αξιοπίστων ανθρώπων>> (ΟΔ΄ Κανών των Αποστόλων) και δή επί κακοδοξία (Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 31, 260). 

Δεν επιτρέπεται έν Συνόδω να αποσιωπάται διαφωνία τις επί ζητήματος πίστεως. <<Χρή γάρ πρώτον πάσαν περί της πίστεως διαφωνίαν εκκόπτεσθαι, και τότε την περί των πραγμάτων έρευναν ποιείσθαι>> (Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 31, 260). 

Πάσα διαφωνία επί ζητήματος πίστεως δέον όπως μή παραγκωνίζεται, διά παραθεωρήσεως, ή παρασιωπήσεως των δογματικών διαφορών, ή διά συμβιβασμού έπ΄ αυτών, αλλά επιβάλλεται να αντιμετωπίζηται σοβαρώς, βάσει της Παραδόσεως της Ορθοδοξίας. 

Διό έν Συνόδω <<ουδέ πρέπει προκρίνεσθαι πράγματος εξέτασιν της περί πίστεως εξετάσεως>> (Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 31, 260). Είναι αναγκαίον, όπως πρώτον εξετασθούν και τακτοποιηθούν ορθοδόξως τα προκύψαντα έν τή Εκκλησία ζητήματα πίστεως, και κατόπιν να αντιμετωπισθή πάν άλλο πράγμα. 

Έν τή Συνόδω ο ορθόδοξος λόγος πρέπει να είναι παντελώς ελεύθερος. Ούτε έν ονόματι του χρόνου να περιορίζεται, ούτε παρά του προεδρεύοντος να καταστέλληται, ουδέ διά του προγράμματος να περιστέλληται, μηδέ υπό πολιτικής εξουσίας να δεσμεύηται. Μάλιστα έν Συνόδω <<ού πρέπει τώ καιρώ δουλεύειν, αλλά τώ Κυρίω>> ( Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 33, 172). Οι μετέχοντες ταύτης οφείλουν να ενδιαφέρωνται πρωτίστως διά την ορθόδοξον διερεύνησιν και τακτοποίησιν εκάστου θέματος, ακολουθούντες το <<πολλής δέ συζητήσεως γενομένης>> ( Πραξ. ιε΄ 7) της Αποστολικής Συνόδου. Χάριν τούτου, ο ορθόδοξος λόγος δέον να λαλήται έν πάση ανέσει, τηρουμένης της αποστολικής τάξεως, <<προφήται δέ δύο ή τρείς λαλείτωσαν, και οι άλλοι διακρινέτωσαν· εάν δε άλλω αποκαλυφθή καθημένω, ο πρώτος σιγάτω>> (1 Κορ. ιδ΄, 29-30). Εάν η πολιτική αρχή δεν διακατέχηται υπό διαφέροντος ορθοδόξου πίστεως, τότε <<γινέσθω λοιπόν εκκλησιαστική Σύνοδος μακράν του παλατίου, έν ή βασιλεύς ού παρέστιν, ού κόμις παραγίνεται, ού δικαστής απειλεί, αλλά μόνον ό του Θεού φόβος αρκεί και η των Αποστόλων διάταξις>> (Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 31, 260). 

Οι μετέχοντες της Συνόδου δέον να έχουν την ειλικρινή διάθεσιν, ίνα συζητήσουν και αποφασίσουν ουχί ίδια, ή αλλότρια, αλλά έν τή θεία Χάριτι τα δόξαντα <<τώ Αγίω Πνεύματι>> (Πραξ. ιε΄ 28) και ούτοις. 

Οθεν επιβάλλεται, όπως αί αποφάσεις της Συνόδου μή είναι προαποφασισμέναι εκτός Συνόδου. Ενταύθα το προαποφασίζειν αποτελεί ουσιαστική κατάλυσιν της Συνόδου και αναιδή εμπαιγμόν του συνοδικού θεσμού της Ορθοδοξίας, αλλά και Αυτής της Εκκλησίας. Προσέτι, και Αυτού του Πνεύματος του Αγίου εμπαιγμόν, όστις είναι αληθώς αμάρτημα βλασφημίας κατά του Αγίου Πνεύματος. Άς έχουν υπ΄ όψιν των οι τούτο πράττοντες, ότι <<Θεός ού μυκτηρίζεται>> (Γαλ. στ΄ 7). Συνερχομένοι είς Σύνοδον, οφείλουν να προσέρχωνται ώς οι της Αποστολικής Συνόδου, περί των οποίων εγράφη <<Συνήχθησαν δέ οι Απόστολοι και οι πρεσβύτεροι ιδείν περί του λόγου τούτου>> (Πραξ. ιε΄ 6). 

Αί συζητήσεις της συνόδου δέον όπως διεξάγωνται μόνον βάσει της Παραδόσεως της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας. 

Αί αποφάσεις της Συνόδου είναι αναγκαίον να έπωνται και να συμφωνούν πρός τάς προγενεστέρας Ορθοδόξους Συνόδους, τους Αποστόλους και τους Πατέρας της Ορθοδοξίας. Οι Πατέρες της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου ανεφώνησαν έν αυτή σχετικώς <<Αύτη η πίστις των Πατέρων· αύτη η πίστις των Αποστόλων· πάντες ούτω πιστεύομεν· οι Ορθόδοξοι ούτω πιστεύουσιν>>  (Πρακτικά Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Mansi, 6, 972). 

Η Σύνοδος πρέπει να έχη συγκληθή κανονικώς. Δηλαδή να κρατή και έν προκειμένω <<η των Αποστόλων διάταξις>>, ώς λέγει ο Μ. Αθανάσιος
  (Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 31, 260). 


Ίνα η Σύνοδος κριθή ώς όντως ορθόδοξος, είναι αναγκαίον αί αποφάσεις της να γίνουν αποδεκταί υπό της καθ΄ όλου Εκκλησίας. Δηλαδή υπό πάντων των ορθοδόξων ιεραρχών, των λοιπών κληρικών, των μοναχών και των λαικών. Διότι, ώς ελέχθη κλασσικώς υπό του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, <<τάς γενομένας Συνόδους η ευσεβής πίστις κυροί, και πάλιν η των δογμάτων ορθότης κρίνει τάς Συνόδους>>           
                                                                                                    (Πηδάλιον, σ. 118).




Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, ΒΕΠΕΣ, 31,260

2 comments:

  1. Σχετικό και αυτό, από το "Ωρολόγιον Το Μέγα", Έκδοση Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1973.

    https://drive.google.com/open?id=0B10nRQ2KXoC_emdEbEdsM3Q3eXNYMVBRcGZCQi11eUN6WElF

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Συμπληρωματικό των ανωτέρω είναι ότι :
    α) ο Υιός και Λόγος του Θεού, όσα "ήκουσε παρά τω πατρί", μας φανέρωσε (: "26 πολλὰ ἔχω περὶ ὑμῶν λαλεῖν καὶ κρίνειν· ἀλλ' ὁ πέμψας με ἀληθής ἐστι, κἀγὼ ἃ ἤκουσα παρ' αὐτοῦ, ταῦτα λέγω εἰς τὸν κόσμον." στο Ιν. η΄ και "15 ... ὑμᾶς δὲ εἴρηκα φίλους, ὅτι πάντα ἃ ἤκουσα παρὰ τοῦ πατρός μου ἐγνώρισα ὑμῖν." στο Ιν. ιε΄) ) και
    β) το ζωοποιόν Άγιον Πνεύμα, αυτά που ακούει παρά του πατρός, μας φανερώνει (: "13 ὅταν δὲ ἔλθῃ ἐκεῖνος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν· οὐ γὰρ λαλήσει ἀφ' ἑαυτοῦ, ἀλλ' ὅσα ἂν ἀκούσῃ λαλήσει, καὶ τὰ ἐρχόμενα ἀναγγελεῖ ὑμῖν." στο Ιν. ις΄).

    Οι Πνευματομάχοι Φραγκολατίνοι του φιλιόκβε αυτά τα έχουν διαστρέψει. Περιμένουν τον πάπα να ανεβεί στην αγία Έδρα και τότε λαλεί (το πνεύμα και ο πάπας ή ο πάπας και το πνεύμα) αλαθήτως. Η αγία Έδρα αγιάζει τον πάπα !!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

 
Top