Η συμμετοχή της Εκκλησίας της Ελλάδος. στην κίνηση Ζωή και Εργασία

Η ίδρυση της κίνησης Ζ.Ε. οφείλεται στις πρωτοβουλίες του αρχιεπισκόπου Ουψάλας Nathan Söderblom. Στόχος της κίνησης ήταν η ένωση του χριστιανικού κόσμου στη βάση των γενικώς αποδεκτών αρχών του χριστιανισμού, προκειμένου να επιτευχθεί ένα χριστιανικό μέτωπο ικανό να αντισταθεί αποτελεσματικά στο ηθικό κακό που απειλεί την ανθρώπινη κοινωνία [1]. Οι εμπνευστές της κίνησης ξεκινούν από τη διαπίστωση ότι οι διαφορές αιώνων επί δογματικών ζητημάτων δεν είναι δυνατόν να λυθούν στο άμεσο μέλλον, οι Εκκλησίες όμως μπορούν να συνεννοηθούν και να συνεργαστούν σε θέματα ηθικής, εφόσον η χριστιανική αντίληψη και διδασκαλία στα θέματα αυτά είναι ενιαία [2]. Για την κίνηση Ζ.Ε. η Ορθόδοξη Εκκλησία ενημερώθηκε μάλλον κατά σύμπτωση, όπως θα φανεί παρακάτω, αφού στο εσωτερικό της οργάνωσης υπήρχαν διιστάμενες απόψεις σχετικά με το χαρακτήρα της και τις προοπτικές της τελικής διαμόρφωσής της. Έτσι, ορισμένοι υποστήριζαν ότι έπρεπε να παραμείνει ενδοπροτεσταντική υπόθεση, άποψη με την οποία όμως ήταν αντίθετος ο πρωτεργάτης της κίνησης Ν. Söderblom.
Η ιδρυτική συνεδρίαση της Ζ.Ε. πραγματοποιήθηκε στη Γενεύη, στις 9-12 Αυγούστου 1920, διάστημα που έτυχε να πραγματοποιείται στην ίδια πόλη και το προπαρασκευαστικό συνέδριο της Π.Τ., στο οποίο, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, συμμετείχε και αντιπροσωπεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο Ν. Söderblom προσκάλεσε ορισμένα μέλη της αντιπροσωπείας αυτής να παρακολουθήσουν ως επισκέπτες τη συνεδρίαση της Ζ.Ε., κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι οι στόχοι της κινούνταν στην ίδια γραμμή με την πρόταση της πατριαρχικής εγκυκλίου περί ίδρυσης Κ.τ.Ε. [3]. Για τη συνέχιση του έργου της κίνησης διαμορφώθηκαν αρχικά τρία τμήματα, το αμερικανικό, το ευρωπαϊκό και το βρετανικό, στα οποία προστέθηκε ένα χρόνο αργότερα (1921) και ένα τέταρτο για την εκπροσώπηση των Ορθοδόξων Εκκλησιών [4].

Αν και η κίνηση αντιμετωπίστηκε αρχικά με καχυποψία [5], σύντομα έτυχε της υποστήριξης των Εκκλησιών, αποτελώντας τη βάση για τη μετέπειτα ίδρυση του Π.Σ.Ε. [6]. Στο πρώτο συνέδριό της, που πραγματοποιήθηκε στη Στοκχόλμη από 19 έως 30 Αυγούστου 1925, συμμετείχε το σύνολο σχεδόν των Προτεσταντικών Εκκλησιών, ενώ αντιπροσωπείες έστειλαν και πολλές από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες. Στο συνέδριο ομολογήθηκε η παραμέληση από τις διάφορες Εκκλησίες των ηθικοκοινωνικών ζητημάτων, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την απονέκρωση της χριστιανικής ζωής, και αποφασίστηκε να επιδιωχθεί η εφαρμογή στην πράξη και στην καθημερινή ζωή των αρχών του χριστιανισμού [7]. Μία από τις σημαντικότερες αποφάσεις του συνεδρίου της Στοκχόλμης ήταν η ίδρυση Διεθνούς Χριστιανικού Κοινωνικού Ινστιτούτου με έδρα τη Γενεύη" [8]. Το Ινστιτούτο αυτό θα παίξει στη συνέχεια σημαντικό ρόλο στην προετοιμασία του επόμενου συνεδρίου της κίνησης στην Οξφόρδη[9] και αργότερα θα μετεξελιχθεί σε Τμήμα Μελετών του Π.Σ.Ε. [10]. Ας σημειωθεί ότι σε αυτό το συνέδριο της Στοκχόλμης χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά η ελληνική λέξη “οικουμενική” για το χαρακτηρισμό της νέας κίνησης των διεκκλησιαστικών σχέσεων.

Η Εκκλησία της Ελλάδος στη Στοκχόλμη εκπροσωπήθηκε από τον μητροπολίτη Θυατείρων Γερμανό και τους καθηγητές Δ. Μπαλάνο και Α. Αλιβιζάτο [11]. Οι αντιπροσωπείες των Ορθοδόξων Εκκλησιών παρουσιάστηκαν ενιαία στο συνέδριο, ενώ παράλληλα δόθηκε η ευκαιρία στα μέλη της για διορθόδοξες, καθώς και για ανεπίσημες επαφές και συνομιλίες με αντιπροσώπους άλλων Εκκλησιών. Η συμμετοχή των Ορθοδόξων, αξιόλογη και σε αριθμό, κρίθηκε ως ιδιαίτερα σημαντική, διότι προσέδωσε στην κίνηση οικουμενικό χαρακτήρα, ενώ παράλληλα ευνόησε τη θετική ανταπόκριση της Αγγλικανικής και της Παλαιοκαθολικής Εκκλησίας απέναντι στην κίνηση Ζ.Ε. και το α' συνέδριό της. Ενδεικτικό του καλού κλίματος που επικρατούσε ήταν το γεγονός ότι στα πλαίσια του συνεδρίου τελέστηκε λειτουργία και μνημόσυνο για τον Πατριάρχη Μόσχας Τύχωνα από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας. Δεν έλειψαν και από κοινού προσευχές μεταξύ των συνέδρων όπως εκείνη στον Καθεδρικό της Ουψάλας, όπου ο αρχιεπίσκοπος Ουψάλας κήρυξε και ο πατριάρχης Αλεξανδρείας διάβασε το “Πιστεύω” στα ελληνικά [12].

Σταθμό στην ιστορία της Συνεχιστικής Επιτροπής αποτέλεσε η συνεδρίασή της στο Eisenach, στη Γερμανία το 1929, όπου έγινε αποδεκτή πρόταση [13] σύμφωνα με την οποία αυτή εξελισσόταν σε μόνιμο οργανισμό με την ονομασία “Παγκόσμιο Χριστιανικό Συμβούλιο περί Ζωής και Έργου” [14]. Κατά την επόμενη συνεδρίαση της Επιτροπής, που πραγματοποιήθηκε στο Chexbres κοντά στο Vevey της Ελβετίας και κατά το διάστημα 28 Αυγούστου έως 5 Σεπτεμβρίου 1930, εγκρίθηκε το Καταστατικό του νέου σώματος, στο οποίο συμπεριλαμβανόταν και η νέα ονομασία [15]. Το  Συμβούλιο αυτό συγκροτούνταν από 5 τμήματα, το Ορθόδοξο, το Ευρωπαϊκό, το Βρεττανικό, το Αμερικανικό και ένα πέμπτο τμήμα που αντιπροσώπευε άλλες Εκκλησίες «μή συμπερ ιλαμβανομένας» στα παραπάνω. Αποφασίστηκε ακόμη, πρόεδροι του Ορθοδόξου και του Βρετανικού τμήματος να είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης και ο αρχιεπίσκοπος Καντουαρίας αντίστοιχα. Την απόφαση αυτή, καθώς και άλλες πληροφορίες για τις σχετικές διεργασίες και εξελίξεις διαβιβάζει με επιστολή του προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος Ουψάλας Nathan Söderblom στις 15.9.1930.


Σε κάποιο σημείο ο επιστολογράφος αποδίδει εξέχουσα σημασία στην εγκύκλιο του 1920 και διαβεβαιώνει ότι το συνέδριο της Στοκχόλμης και η Συνεχιστική Επιτροπή του, δηλαδή η “Παγκόσμιος Χριστιανική Σύνοδος περί Ζωής και Έργου”, προσπάθησε να πραγματοποιήσει όλα όσα υποδεικνύει ως επείγοντα η πατριαρχική εγκύλιος. Ο Οικ. Πατριάρχης αποδέχτηκε την εκλογή του και σε επιστολή του το Νοέμβριο του ίδιου έτους αναφέρει ότι στις εργασίες της κίνησης θα τον εκπροσωπεί ο μητροπολίτης Θυατείρων Γερμανός.


                                                                                                              



                                                                                                           ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ



[1] Α. Αλιβιζάτος, Σύγχρονοι ενωτικαί προσπάθειαι, σ. 4-5, Του ιόίου, Η προσπάθεια του Amsterdam, σ. 29. Πρβλ. Του ιδίου, Η Ελληνικήj Ορθόδοξος Εκκλησία, Σειρά μαθημάτων..., Ανάτυπο από την ΕΕΘΣ του Πανεπιστημίου Αθηνιόν, Αθήνα 1955, σ. 48-49.
[2] Α. Αλιβιζάτος, Η προσπάθεια του Amsterdam, σ. 29-30.
[3] Rouse & Neill, History, σ. 538. Β. Σταυρίδης, Ιστορία, σ. 44. [Κατόπιν επίσημης πρόσκλησης έλαβαν μέρος ο Σελεύκειας Γερμανός, ο Νουβίας Νικόλαος από την Εκκλησία της Αλεξάνδρειας, και ο αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Παπαδόπουλος από την Ε.τ.Ε. {Βλ. Vasil Τ. Istavridis, The work of Germanos Strenopoulos in the field of Inter-Orthodox and Inter-Christian relations, στο “E.R.”, vol. XI(1958-59), σ. 291-299 (297)}. Πρβλ. Γ. Τσέτσης, Η συμβολή..., σ. 98-99].
[4] Rouse & Neill, History, σ. 539
[5] Η σαφής διάκριση μεταξύ ηθικής και δογματικής διδασκαλίας είναι εντελώς ξένη προς την ορθόδοξη αντίληψη. Παράλληλα, αιτία της καχυποψίας ήταν η προσωπικότητα του ίδιου του Soderbloom, λόγω των παρεξηγημένων σχέσεων του με τους γερμανούς κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. [Α. Αλιβιζάτος, Η προσπάθεια του Amsterdam, σ. 30.]
[6] Α. Αλιβιζάτος, Η προσπάθεια του Amsterdam, σ. 31.
[7] Α. Αλιβιζάτος, Σύγχρονοι ενωτικαί προσπάθειαι, σ. 7, Α. Αλιβιζάτος, II προσπάθεια του Amsterdam, σ. 31. Για τις εκτιμήσεις του Οικ. Πατριαρχείου για το Συνέδριο της Στοκχόλμης βλ. Επέτειος του εν Στοκχόλμη Παγχριστιανικού Συνεδρίου, πρόκειται για την πατριαρχική επιστολή προς εφημερίδα της Στοκχόλμης για την επέτειο των δέκα χρόνων από το Συνέδριο, στο “Ο”, 10, σ. 407-410.
[8] Οι σκοποί του ήταν: α) να αποτελέσει ένα κέντρο αλληλογνωριμίας και συνεργασίας για όλες τις κοινωνικές δραστηριότητες των χριστιανικών οργανισμών σε διάφορες χριστιανικές κοινότητες και χώρες, β) η μελέτη υπό το φως της χριστιανικής ηθικής και με αυστηρά επιστημονικές μεθόδους των κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων και γ) να αποτελέσει ένα κέντρο πληροφόρησης, που θα προσφέρει στις Εκκλησίες τη γνώση, τις εμπειρίες και τις μεθόδους για την αντιμετώπιση κοινωνικο-ηθικών ζητημάτων. Οι σκοποί αυτοί καθορίστηκαν με σαφήνεια κατά τη συνεδρίαση της Συνεχιστικής Επιτροπής του 1927. Rouse & Neill, History, σ. 555.
[9] Θυατείρων Γερμανός, Τα δύο παγχριστιανικά συνέδρια του παρόντος έτους, “Ο” 12/1937, σ. 47.
[10] Γενικότερα, για τα επιτεύγματα του συνεδρίου στη Στοκχόλμη βλ. Β. Σταυρίδης, Ιστορία, σ. 48-49.
[11] Β. Σταυρίδης, Ιστορία, σ. 46
[12] Rouse & Neill, History, σ. 54Θ-541
[13] Στην εισήγηση αυτή είχε προβεί το Συνέδριο της Λωζάννης περί Π.Τ. το 1927. βλ. Αρχιεπισκόπου Ουψάλης Nathan Soderblom, Συνεχιστική Επιτροπή του Παγκοσμίου Χριστιανικού Συνεδρίου περί Ζωής και Έργου, στο “Ο”, 5 (1930), σ. 536-538. Πρόκειται για επιστολή του Αρχιεπισκόπου Ουψάλης Nathan Soderblom προς τον Οικ. Πατριάρχη Φώτιο, με ημερομηνία 15.9.1930.
[14] N. Soderblom, ΣυνεχιστικήΕπιτροπή Ζ.Ε., 1930, σ. 536-538. Πρόκειται yiu επιστολή του Αρχιεπισκόπου Ουψάλης Nathan Soderblom προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Φώτιο, με ημερομηνία 15.9.1930. V.’t Hooft, The Genesis and the Formation, σ. 25.
[15] Σχετικά με το Chexbres βλ. N. Soderblom, Συνεχιστική Επιτροπή Z.E., 1930, σ. 536-538. Πρόκειται για επιστολή του Αρχιεπισκόπου Ουψάλης Nathan Soderblom προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Φώτιο, με ημερομηνία 15.9.1930. V.’t Hooft, The Genesis and the Formation, σ. 25.


ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ






0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top