Εν
Πειραιεί 14-1-2014
Ο
ΕΓΚΩΜΙΑΣΤΗΣ ΤΟΥ «ΠΡΩΤΕΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΠΑ» ΚΑΙ ΤΟΥ «ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΡΑΒΕΝΝΑΣ» ΣΕΒ. ΜΗΤΡ.
ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
(ΜΕΡΟΣ
Ε΄ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΝ)
εφημέριος
Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως Πειραιώς
Ἡ
κυκλοφόρηση τῆς «Ὁμολογίας Πίστεως κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ» προκάλεσε μια
σειρά ἀντιδράσεων ἐκ πλευρᾶς τῶν Οἰκουμενιστῶν:
Α)
Τό κείμενο τοῦ Μ. Πρωτοπρεσβυτέρου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου π. Γεωργίου
Τσέτση[1],
ἀνδρωθέντος ἐν τῷ Οἰκουμενισμῷ, διακονήσαντος τόν Οἰκουμενισμόν, ἐμμένοντος εἰς
τά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, παρά τό ὅτι σέ κάποιες μελέτες του φαινόταν ὅτι σταδιακά
καί κριτικά θά μποροῦσε νά ἀποδεσμευθεῖ καί νά ἀπελευερωθεῖ ἀπό τήν
οἰκουμενιστική αἰχμαλωσία καί πλάνη. Θά εἶχε καταληφθῆ ἡ ᾿Εκκλησία ἀπό τούς
αἱρετικούς, ἄν δέν ὑπῆρχαν οἱ ᾿Ενιστάμενοι καί ἀγωνιζόμενοι ῞Αγιοι
Πατέρες.
Θά
καταληφθεῖ καί σήμερα ἀπό τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἄν ἀκολουθούσαμε τήν
σύσταση τοῦ π. Τσέτση περί ὑπακοῆς στίς δῆθεν πανορθόδοξες ἀποφάσεις γιά
συμμετοχή τῶν ᾿Ορθοδόξων στήν Οἰκουμενική, δηλαδή στήν συγκρητιστική
διαχριστιανική καί διαθρησκειακή, Κίνηση.῾Ο τίτλος «Νεοενιστάμενοι», πού μᾶς
ἀπένειμε δέν ἀποτελεῖ μομφή, ἀλλά ἔπαινο, γιατί δέν προβάλλουμε τίποτε δικό μας,
οὔτε ἀκολουθοῦμε τίς καινοφανεῖς διδασκαλίες τῶν Οἰκουμενιστῶν, ἀλλά βαδίζουμε
ἐπί τῆς ὁδοῦ τῶν ἀγωνισθέντων ἐναντίον τῶν αἱρέσεων ῾Αγίων Πατέρων, τούς ὁποίους
ὑποτιμοῦν, περιφρονοῦν καί ὑβρίζουν κορυφαῖοι Οἰκουμενισταί ὡς ὄργανα τοῦ
ἀρχεκάκου ὄφεως. ῾Η βεβαιότητα γιά τήν ἀλήθεια τῶν ὅσων ὑποστηρίζουμε ἀντλεῖται
ἀπό τήν ἀπαρέγκλιτη κατακολούθηση τῶν ᾿Αποστόλων καί τῶν Πατέρων[2].
Β)
Ἡ ἐπιστολή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου[3]
πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο, στήν ὁποία ὁ
Πατριάρχης μέμφεται μέ πολύ σοβαρές ἐκφράσεις τήν προσυπογραφή τῆς
«Ὁμολογίας» ἀπό πολλούς Ἀρχιερεῖς, ἡγουμένους, κληρικούς καί λαϊκούς τῆς
Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Μεταξύ ἄλλων ὁ Πατριάρχης «συνοδική διαγνώμη»
ἐκφράζει «τόν ἔντονον προβληματισμόν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου» καί
καταγγέλλει τήν «Ὁμολογία Πίστεως» ὅτι «παραπλανᾶ μέρος τοῦ πιστοῦ
λαοῦ», ὁδηγεῖ σέ «σχίσμα» ὄχι μόνο τούς πιστούς, ἀλλά καί τήν ἴδια
τήν Ἱεραρχία καί ἐπιπλέον δημιουργεῖ προβλήματα στή ἐπικοινωνία τῆς Ἐκκλησίας
τῆς Ἑλλάδος μέ τίς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες! Εἶναι προφανές ὅτι οἱ καταγγελίες
εἶναι ἰδιαίτερα σοβαρές καί ἀφοροῦν σέ σοβαρότατα κανονικά παραπτώματα, πού
ἐπισείουν αὐστηρότατες ποινές. Καί ὁ Οἰκουμενικός κατακλύει τήν ἐπιστολή του μέ
τήν πρόσκληση στήν Ἱεραρχία «ὅπως τό ταχύτερον δυνατόν λάβη ἐπισήμως
θέσιν» καί νά καταδικάσει τήν «Ὁμολογία» καί τούς κληρικούς, πού τήν
ὑπέγραψαν «ἀναλογιζομένην τόν κίνδυνον, τόν ὁποῖον ἐγκυμονεῖ διά τήν ἑνότητα
τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἐπιδεικνυμένη ἀνοχή ἤ, ὡς ἀποδείκνυται, καί ὑπό τινῶν ἐκ τῶν
ἐπισκόπων αὐτῆς ἐνθάρρυνσις, τοιούτων διχαστικῶν ἐνεργειῶν»… Ἐπίσης, σέ
ὁμιλία του ὁ Πατριάρχης εἶχε τονίσει ὅτι οἱ πρωτεργάτες τῆς «Ὁμολογίας» «θά
λάβουν τίς δέουσες ἀπαντήσεις, διότι αὐτά εἶναι ἀπαράδεκτα
πράγματα».
Γ)
Ἡ ἐπιστολή τοῦ Σεβ. Μητρ. Περγάμου κ. Ἰωάννου (Ζηζιούλα)[4],
συμπροέδρου τῆς Μικτῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου Ὀρθοδόξων καί
Παπικῶν πρός ὅλους τους Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ὁ Περγάμου κί αὐτός
ἐπισείει τόν κίνδυνο σχίσματος λόγω τῆς κριτικῆς, πού δέχεται ὁ Θεολογικός
Διάλογος, ὅπως διεξάγεται μέχρι τώρα. Μάλιστα σέ ἀσυνήθιστα αὐστηρό ὕφος θέτει
πρό τῶν εὐθυνῶν των (!!!) τούς Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, πού
ἐπιτρέπουν τήν κριτική στά συντελούμενα στό χῶρο τοῦ οἰκουμενισμοῦ! Ζητᾶ τήν
παρέμβαση τῆς Ἱεραρχίας, ὄχι γιά νά συζητήσει αὐτή τό ζήτημα τοῦ Διαλόγου, ἀλλά
γιά νά ἀπαγορεύσει οὐσιαστικά τήν κριτική, πού ἀσκεῖται! Οἱ ἐκφράσεις του εἶναι
ἰδιαίτερα χαρακτηριστικές καί προκαλοῦν πολλές ἀπορίες : «Ποῦ βαίνομεν ὡς
Ἐκκλησία, Σεβασμιώτατε ἅγιε ἀδελφέ; … “Ὁ ταράσσων (τόν λαόν τοῦ Θεοῦ) βαστάσει
τό κρίμα, ὅστις ἄν ἦ” … Ἡ εὐθύνη ὅλων, μάλιστα δέ τῶν ἐπισκόπων, εἶναι πελωρία.
… Λάβετε, παρακαλοῦμεν, θέσιν ἐπ’ αὐτοῦ, πρίν ἤ ὁδηγηθῶμεν εἰς πλήρη ἀπαξίωσιν
τῶν συνοδικῶν ἀποφάσεων καί διασπασθῆ τό ποίμνιόν Σας ὡς ἐκ τῆς τυχόν ὀλιγωρίας
μας»!
Ἀκόλουθος
καί ἑπόμενος τοῖς ἀνωτέρω οἰκουμενισταῖς ὁ Σέβ. κ. Χρυσόστομος ἀναμασᾶ τήν
καραμέλα περί ἐνισταμένων καί σχίσματος, λέγοντας : «Ἀπό τήν ἱστορία ἔχουμε
διδαχθεῖ ὅτι, ἐάν μέν προέχει ἡ ἐκκλησιαστική ἑνότητα, τότε ἡ ὀργάνωση καί ἡ
συνείδηση λειτουργοῦν μόνο πρός οἰκοδομῆ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καί τῆς
ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας. Ἐάν, ὅμως, προέχει τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς ἡ ὀργάνωση
καί ἡ συνείδηση, τότε ἡ ὀργάνωση γίνεται αὐτοσκοπός καί ἔχομεν "τά εἰς μέρη
πλείονα διηρημένα" (Μ. Βασίλειος)»
Ἀκολούθησαν,
ἐπίσης, ἀρκετές ἐπιστολές Ἀρχιερέων ἀπευθυνόμενες στόν Ἀρχιεπίσκοπο, πού
ἐξέφραζαν τήν ἔντονη ἀνησυχία τους γιά τήν πορεία τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου καί
ζητοῦσαν ἡ Ἱεραρχία νά συζητήσει καί νά λάβει θέση γιά τό κρίσιμο αὐτό θέμα πρό
τῆς συνεδριάσεως τῆς Μικτῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς στήν Κύπρο.
Ἀκολούθησαν,
ἐπίσης, δύο ἐπιστολές πρός τήν Ἱεραρχία τοῦ Καθηγητοῦ τῆς Δογματικῆς κ.
Δημητρίου Τσελεγγίδη[5], οἱ ὁποῖες
εἶναι ἰδιαίτερα ἀποκαλυπτικές γιά τά συμβαίνοντα στό διάλογο καί τίς πρακτικές
τῶν πρωτοστατούντων σέ αὐτούς. Ὁ καθηγητής ζήτησε ἀπό τήν Ἱεραρχία : «α) Νά
γνωστοποιηθεῖ τό θέμα (τοῦ Διαλόγου) στούς σεπτούς Ἱεράρχες μας. β) Νά τεθεῖ τό
θέμα στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, προκειμένου νά
συζητηθεῖ μέ βάση τόν ὑπάρχοντα σχεδιασμό (προσχέδιο) τῆς Ἐπιτροπῆς, νά
τοποθετηθεῖ ἡ Ἱεραρχία καί νά ἐκδώσει τή Συνοδική της πρόταση. Καί τέλος γ) ὁ
ἐκπρόσωπος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας νά μεταφέρει στήν Κύπρο τή Συνοδική της
τοποθέτηση, καί ἐντός τῶν ὁρίων της νά κινηθεῖ καί ὁ ἴδιος». Παράλληλα ὁ κ.
Τσελεγγίδης καταγγέλλει ὅτι «γνωστοί «κύκλοι», πού ἡγοῦνται τοῦ Θεολογικοῦ
Διαλόγου καί δέν ἀνήκουν στήν Ἑλλαδική Ἐκκλησία, ἀντί νά χαροῦν καί νά
ἐπαινέσουν ἕναν ἁπλό πιστό πού σέβεται τήν Κανονική Τάξη τῆς Ἐκκλησίας καί ζητᾶ
νά ἐφαρμοστεῖ αὐτή μέ τήν Συνοδική τοποθέτηση τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας,
ἀναλώθηκαν σέ ἕναν ἀγώνα ἀποτροπῆς τῆς πραγματοποιήσεως αὐτοῦ τοῦ
αἰτήματος.Παρενέβησαν στά ἐσωτερικά της Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας
χρησιμοποιώντας ψευδεῖς ἰσχυρισμούς μέ συκοφαντική διάθεση ἐναντίον μου …. Καί
ὅλα αὐτά τά λέγουν, ἀτυχῶς, τή στιγμή πού ζητῶ νά ἀποφανθοῦν Συνοδικῶς οἱ
Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας μας … Αὐτοί, πού μιλοῦν περί Ἐκκλησιολογίας καί θέτουν ὡς
θέμα τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου τήν Ἐκκλησιολογία, μέμφονται τόν πιστό, πού ἐνεργεῖ
ἐκκλησιολογικῶς καί πού ζητᾶ τήν ἐφαρμογή στήν πράξη αὐτῆς τῆς Ἐκκλησιολογίας
ἀπό τήν Ἐκκλησία του, ἐπειδή θέλει νά λάβουν γνώση οἱ Ἀρχιερεῖς καί νά
ἀποφανθοῦν στή συνέχεια Συνοδικῶς; Πῶς ἐξηγεῖται ὁ τόσος φόβος γιά τήν πλήρη
ἐφαρμογή καί λειτουργία τοῦ Συνοδικοῦ Θεσμοῦ τῆς Ἐκκλησίας; Μήπως ἐπιθυμοῦν ἀντ’
αὐτοῦ κάποιο σύστημα «Προκαθημένων»; Καί συνεχίζει μέ καίρια ἐρωτήματα ὁ
Καθηγητής : «Μέχρι σήμερα ἔγιναν δέκα Συνελεύσεις (στό Διάλογο). Πότε τά
θέματα αὐτῶν τῶν Συνελεύσεων (τοῦ Διαλόγου) τέθηκαν ὑπόψη τοῦ σώματος τῆς
Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, προκειμένου νά πάρουν θέση σ’ αὐτά
Συνοδικῶς; Πότε ὁ ἐκπρόσωπος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας συμμετεῖχε στίς Συνελεύσεις
(τοῦ Διαλόγου) ἔχοντας στό νοῦ καί στά χέρια του τήν Συνοδική ἀπόφαση τῆς
Ἐκκλησίας του, τήν ὁποία ὑποστήριζε καί κατέθετε; Ἀλλά, ἄν γιά καμιά ἀπό τίς
Συνελεύσεις αὐτές δέν ὑπῆρχε Συνοδική ἀπόφαση, ποιά ἀπόφαση ἐκπροσώπησε καί
κατέθεσε ὁ ἐκπρόσωπος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας; Ἄν, ὅμως, ἔτσι ἔχουν τά πράγματα
καί οἱ Ἀρχιερεῖς μας βρίσκονται σέ ἄγνοια γιά ὅσα ἔγιναν, πῶς διακηρύσσεται ὅτι
ὁ Διάλογος διενεργεῖται ὄχι μέ τίς ἐνέργειες ὁρισμένων προσώπων ἤ Ἐκκλησιῶν,
ἀλλά μέ ἀποφάσεις ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν αὐτοκεφάλων καί αὐτονόμων Ἐκκλησιῶν; …Οἱ
γνῶμες τῶν προσώπων, πού ἡγοῦνται τοῦ Διαλόγου, ἀλλά καί Προκαθημένων Ἐκκλησιῶν,
μοῦ εἶναι σεβαστές ὡς προσωπικές μόνον ἀπόψεις τους καί ὄχι ὡς γνῶμες, πού
ἐκφράζουν ὁπωσδήποτε τό σύνολο τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό καί θά περιμένω ταπεινά
νά ἐκφραστεῖ ἡ Ἐκκλησίας μας ἐν Πνεύματι Ἁγίω Συνοδικά καί ἐλεύθερα, σχετικῶς μέ
τή Συνέλευση τῆς Κύπρου, καί ὄχι κάτω ἀπό ἐκβιαστικές καταστάσεις, πού
δημιουργοῦν ὁρισμένοι παράγοντες, οἱ ὁποῖοι δέν ἀνήκουν στήν τοπική Ἐκκλησία
μας. Οἱ παράγοντες αὐτοί, ἐνῶ δείχνουν ἀπό τή μία ὅτι ἐνοχλοῦνται, ὅταν
ἐπικαλούμαστε τήν λήψη Συνοδικῆς ἀποφάσεως, ἀπό τήν ἄλλη, ἔμμεσα πλήν σαφῶς, μᾶς
δίνουν τήν ἐντύπωση ὅτι θέλουν νά ἐπιβάλουν τήν κατευθυντήρια γραμμή τους… Ἡ
Ἑλλαδική Ἐκκλησία εἶναι αὐτοκέφαλη καί θά πρέπει ἐλεύθερα καί ἀνεπηρέαστα νά
ἐκφραστεῖ Συνοδικῶς».
Ἀκολούθησε
ἐπιστολή Κληρικῶν (8.10.09) πρός τήν Ἱεραρχία,μέ τήν ὁποῖα αἰτιολογοῦσαν τήν
προσυπογραφή τῆς «Ὁμολογίας» καί ζητοῦσαν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος νά
συζητήσει καί ἀποφανθεῖ συνοδικά γιά τό θέμα τοῦ Διαλόγου, διότι ἐξελίσσεται
κατά παράβαση τῶν πανορθοδόξως ἐγκεκριμένων. Ἐπίσης, οἱ κληρικοί μέ τή γλώσσα
τῆς ἀληθείας ἀπαντοῦσαν στίς ἐπιστολές τοῦ Πατριάρχου καί τοῦ Μητροπολίτου
Περγάμου. Ἐπεσήμαναν συγκεκριμένα τήν «παρεμβατική τακτική καί εἰσχώρηση στά
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀποπροσανατολισμό καί ἐπιλεκτική ἀναφορά ἐνεργειῶν
καί ἀποφάσεων, καθώς καί παντελῆ ἔλλειψη ἐπιχειρημάτων καί τεκμηριωμένου λόγου….
Μέ ἀνοίκειους χαρακτηρισμούς, ὑποδείξεις, ἔμμεσους ἐκβιασμούς καί ἀπειλές
ἐπιχειρεῖται ἡ ποδηγέτηση καί ἡ χειραγώγηση τῶν Ἱεραρχῶν καί ἡ τεχνητή ἐκμαίευση
τῆς ἀποφάσεώς τους … Πῶς θά προσέλθει ὁ Συνοδικός ἀπεσταλμένος τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Ἑλλάδος νά συμμετάσχει στήν διαπραγμάτευση τοῦ νέου κειμένου τῆς Ἐπιτροπῆς, ὅταν
δέν ἔχει ἐγκριθεῖ Συνοδικά τό προηγούμενο, τό ὁποῖο μάλιστα ἀποτελεῖ καί τή βάση
τοῦ ἐπικείμενου διαλόγου; Ποιά ἀξιοπιστία μπορεῖ νά ἔχει ἕνας τέτοιος διάλογος
(ὑπό τήν συμπροεδρία τοῦ Σεβασμιωτάτου Περγάμου), ὅταν ἀδιαφορεῖ γιά τή Συνοδική
ἔγκριση τῶν πορισμάτων τοῦ ἐκ μέρους τῶν Τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, πού
μετέχουν σ’ αὐτόν; Γιατί διαμαρτύρονται γιά τήν «Ὁμολογία Πίστεως», ἡ ὁποία
ἀποτελεῖ συνοδική συμμετοχή τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποία
ἔπρεπε νά ἐπιδιώκουν καί ὄχι νά ἀφορίζουν; Αὐτό δέν εἶναι Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησιολογία, ἀλλά παπική ἱεροκρατία. Αὐτήν τήν ἱεροκρατική «αὐθεντία καί τό
κύρος τῶν Συνοδικῶν ἀποφάσεων» ὑπερασπίζεται ὁ Μητροπολίτης Περγάμου κι αὐτό
εἶναι τό «ἐκκλησιολογικόν διακύβευμα» γιά τό ὁποῖο ἀγωνιᾶ»; Καί καταλήγει ἡ
ἐπιστολή τῶν κληρικῶν : «Ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία προσβάλλεται ἀπό
ἱεροκρατικές τάσεις, πού ἀγνοοῦν τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό περιφρόνηση τῆς
ἱεροκανονικῆς καί Πατερικῆς Παραδόσεως, ὅπως αὐτή ὁριοθετήθηκε στίς Οἰκουμενικές
καί Τοπικές Συνόδους γιά τήν στάση μας ἔναντι τῶν αἱρετικῶν, ἀλλά καί ἀπό τήν
ἐσχάτως ἐνισχυμένη ὑπερόρια ἀνάμειξη σέ θέματα τῆς αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς
Ἑλλάδος. Μέ ἐμπιστοσύνη στήν Σεπτή Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας μας παρακαλοῦμε υἱικῶς
τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο καί τούς Σεβασμιωτάτους Ποιμενάρχες μας νά
ἀποφανθοῦν καί νά τοποθετηθοῦν Συνοδικῶς, μέ τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος,
καί νά ἀναπαύσουν τό ἐν Χριστῷ ποίμνιό τους, πού ἀγωνιᾶ ἀπληροφόρητο,
ἀναμένοντας τήν φωνή τῆς Μητέρας Ἐκκλησίας του»[6].
Τελικά,
στήν πέμπτη τακτική Συνεδρία της ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Ἑλλάδος (16 Ὀκτωβρίου 2009), συζήτησε γιά τό Διάλογο μέ τούς Παπικούς καί τήν
«Ὁμολογία Πίστεως» καί ἐξέδωσε τό κάτωθι ἀνακοινωθέν :
«1.
Διεπιστώθη ἡ ἀνάγκη περαιτέρω πληρεστέρας ἐνημερώσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς
Ἱεραρχίας, στά σημαντικά αὐτά ζητήματα. Δηλώθηκε δέ ὅτι ἐφεξῆς ἡ Ἱεραρχία θά
λαμβάνη γνώση ὅλων τῶν φάσεων τῶν Διαλόγων, διαφορετικά κανένα κείμενο δέν
δεσμεύει τήν Ἐκκλησία. Ἄλλωστε αὐτό συνιστᾶ τό Συνοδικό Πολίτευμα τῆς
Ἐκκλησίας.
2.
Ὁ Διάλογος πρέπει νά συνεχισθεῖ, μέσα ὅμως στά ὀρθόδοξα ἐκκλησιολογικά καί
κανονικά πλαίσια, πάντοτε ὕστερα ἀπό συνεννόηση μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο,
ὅπως πανορθοδόξως ἔχει ἀποφασισθεῖ.
3.
Οἱ Ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας μας στόν συγκεκριμένο διάλογο ἔχουν σαφῆ γνώση τῆς
Ὀρθοδόξου Θεολογίας, τῆς Ἐκκλησιολογίας καί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως καί
προσφέρουν τίς γνώσεις καί τίς δυνάμεις τους πρός τόν σκοπό «τῆς τῶν πάντων
ἑνώσεως», «ἐν ἀληθεία» καί μέσα στά ἀπαραίτητα θεολογικά πλαίσια καί τίς
ἀποφάσεις τῶν Πανορθοδόξων Συνδιασκέψεων.
4.
Τό κείμενο τῆς Ραβέννας καί τό κείμενο, πού πρόκειται νά συζητηθεῖ στήν Κύπρο,
τελοῦν ὑπό τόν ὄρον τῆς ἀναφορᾶς καί ἐγκρίσεώς τους ἀπό τίς κατά τόπους
Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, ἑπομένως καί ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, Συνοδικῶς
διασκεπτομένης. Αὐτό πρακτικῶς σημαίνει ὅτι δέν θά ὑπάρξουν τετελεσμένα
γεγονότα, χωρίς Συνοδική Ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας. Οἱ Ἱεράρχες εἶναι φύλακες τῆς
Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, ὅπως ὁμολόγησαν κατά τήν εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονία
τους.
5.
Σχετικά μέ τό κείμενο, πού θά ἀναφέρεται στό πρωτεῖο τοῦ πάπα τῆς Ρώμης κατά τήν
πρώτη χιλιετία, τό ὁποῖο θά καταρτισθῆ στήν Κύπρο τίς προσεχεῖς ἡμέρες, δόθηκε
κατεύθυνση στούς ἐκπροσώπους τῆς Ἐκκλησίας μας νά ὑποστηρίξουν, ὥστε νά ἐγγραφεῖ
στό τελικό κείμενο ἡ κανονική θέση τοῦ πρωτείου τοῦ πάπα Ρώμης κατά τήν πρώτη
χιλιετία σέ σχέση πρός τίς Οἰκουμενικές Συνόδους καί σέ ἀναφορά πρός τόν
3ονΚανόνα τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί τόν 28ο Κανόνα
τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
6.
Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος παρακολουθεῖ καί θά συνεχίσει νά
παρακολουθεῖ ἐπαγρυπνοῦσα τό θέμα τῶν διαλόγων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τούς
Ἑτεροδόξους, γι’ αὐτό καί θεωρεῖ ὅτι τό, ὡς «Ὁμολογία Πίστεως» κείμενο, ὡς ἐκ
περισσοῦ.
Παρακαλεῖ
δέ τούς πιστούς νά ἐμπιστεύονται τούς Ποιμένες τους καί νά ἀπέχουν ἀπό
ἐνέργειες, πού εἶναι δυνατόν νά δημιουργήσουν περαιτέρω
προβλήματα.
Ταῦτα
συνεζήτησε καί ἀπεφάσισε ὁμοφώνως ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ
αἴσθημα εὐθύνης ἔναντι τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν πίστεως καί παραδόσεως καί
τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ, πρός δόξαν Θεοῦ καί εὔκλειαν τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐκ
τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας[7].
Ἡ
ἀνακοίνωση τῆς Ἱεραρχίας ἀξίζει μία προσεκτικότερη ἀνάγνωση.
Ἡ
Ἱεραρχία στήν παράγραφο 6 τοῦ ἀνακοινωθέντος της ἀναφέρεται στήν «Ὁμολογία
Πίστεως». Ὑπενθυμίζουμε ὅτι ὁ Πατριάρχης καί σέ ὁμιλίες του καί σέ
ἐπίσημο Πατριαρχικό Γράμμα, «συνοδική διαγνώμη»μάλιστα, εἶχε ζητήσει τήν
ἀποκήρυξή της ὡς πρός τό περιεχόμενο καί τή μορφή καί τήν καταδίκη ὅσων
ὑπέγραψαν, διότι ἡ «Ὁμολογία», κατά τόν Πατριάρχη, «παραπλανᾶ τόν
πιστό λαό», δημιουργεῖ «σχίσμα» στό λαό καί τήν Ἱεραρχία, παρακωλύει
σοβαρά τή διορθόδοξη συνεργασία κ.ο.κ. Ἀπό τό ἀνακοινωθέν προκύπτει ὅτι ἡ
Ἱεραρχία προφανῶς δέν συμμερίζεται τίς Πατριαρχικές ἀνησυχίες καί δέν τίς
βρίσκει δικαιολογημένες. Ὁ ἐκπρόσωπος Τύπου Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ.κ.
Ἰερόθεος μάλιστα δήλωσε ὅτι ἡ «Ὁμολογία» δέν προκαλεῖ κανένα σχίσμα.
Γιά τό λόγο αὐτό ἡ Ἱεραρχία δέν τήν ἀποκήρυξε, οὔτε ὡς πρός τό περιεχόμενο, οὔτε
ὡς πρός τή διαδικασία (συγκέντρωση ὑπογραφῶν κ.λπ)! Καί ἀσφαλῶς δέν ἐπέβαλε
ἐκκλησιαστικά ἐπιτίμια στούς ὑπογράψαντες κληρικούς, οὔτε κἄν ἐπίπληξη, ἤ ἔστω
ἁπλή σύσταση! Ἀλλά, οὔτε καί ἡ ὑπογραφή τῶν πιστῶν χαρακτηρίστηκε ὡς
ἐκκλησιολογικᾶ ἀπαράδεκτη! Ἄλλωστε, πῶς ἦταν δυνατόν νά καταδικάσει τέτοιο
κείμενο καί τήν ὑπογραφή του, ὅταν εἶναι πρόδηλο ἀπό τό ἀνακοινωθέν ὅτι οἱ ἴδιοι
οἱ Ἱεράρχες συμμερίζονται τίς ἀνησυχίες τῶν συντακτῶν τῆς «Ὁμολογίας»;
Πῶς νά καταδικάσουν Ἀρχιερεῖς, ἀλλά καί σεβασμίους καθηγουμένους μέ ὁλόκληρες
Ἀδελφότητες καί λοιπούς κληρικούς ἀπό πολλές Ὀρθόδοξες χῶρες, ὅταν ἡ ὑπογραφή
τους στήν «Ὁμολογία» στάθηκε ἀφορμή, γιά νά συζητήσει ἡ ἴδια ἡ Ἱεραρχία
τόσο ἀναλυτικά καί νά ἐνημερωθεῖ γιά τό κρίσιμο θέμα τοῦ Διαλόγου; Ὅπως δήλωσε
Ἀρχιερέας ἐκ τῶν μή ὑπογραψάντων «τελικά ἡ «Ὁμολογία» μᾶς βγῆκε σέ καλό.
Ἐνημερώθηκε ἡ Ἱεραρχία γιά τά θέματα αὐτά, στά ὁποῖα εἶχε μεσάνυκτα»! Καί
μόνο τό γεγονός ὅτι ἡ «Ὁμολογία» στάθηκε ἀφορμή γιά τή συζήτηση καί
ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας αὐτό καί μόνο ἀποτελεῖ τήν καταξίωσή της στή σύγχρονη
ἐκκλησιαστική πραγματικότητα.
Ἡ
Ἱεραρχία δέν ἀπαξιώνει θεολογικά τήν «Ὁμολογία», ἀλλά τή χαρακτηρίζει
ἁπλῶς «ὡς ἐκ περισσοῦ», δηλ. «χωρίς νά εἶναι ἀπαραίτητη,
ἀναγκαία»(Μπαμπινιώτης). Ἔχει ἰδιαίτερη σημασία ἡ αἰτιολόγηση τῆς φράσεως
αὐτῆς : δέν εἶναι ἀπαραίτητη, διότι ἡ ἴδια ἡ Ἱεραρχία πλέον «παρακολουθεῖ καί
θά συνεχίσει νά παρακολουθεῖ ἐπαγρυπνοῦσα τό θέμα τῶν διαλόγων». Ἡ
αἰτιολόγηση αὐτή, ἐν συνδυασμῶ μέ τήν ἐφαρμογή ἐν τοῖς πράγμασι τῆς παραγράφου
1, ὅπου δηλώθηκε ὅτι «ἐφεξῆς ἡ Ἱεραρχία θά λαμβάνη γνώση ὅλων τῶν φάσεων τῶν
Διαλόγων», πραγματικά καθιστά πλέον τήν «Ὁμολογία» μή ἀπαραίτητη, μή
ἀναγκαία. Γιά τή μέχρι σήμερα ἀναγκαιότητα καί χρησιμότητά της προσμαρτυρεῖ καί
ἡ ἴδια ἡ συζήτηση στήν Ἱεραρχία! Ἡ «Ὁμολογία»στάθηκε ἡ ἀφορμή τῆς
Συνοδικῆς συζητήσεως καί ἀποφάσεως. Ἄν δέν ὑπῆρχε, δέν θά προκαλοῦνταν καί
ἐνημέρωση τῆς Ἱεραρχίας. Ὅσοι στή συνοδική φράση «ὡς ἐκ περισσοῦ» βλέπουν
θεολογικό χαρακτηρισμό καί μάλιστα ἀπαξιωτικό γιά τήν «Ὁμολογία»εἶναι
πρόδηλο ὅτι ἐκφράζουν τούς ἀνεκπλήρωτους πόθους καί τίς ἀνικανοποίητες ἐπιθυμίες
τους[8].
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Οἱ
μέγιστες εὐθύνες τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Ἑλλάδος
Τό
τραγελαφικό γιά τόν Σεβ. κ. Χρυσόστομο, εἶναι ὅτι, ἐνῶ ἀποδίδει τίτλους
ἐκκλησιαστικότητας στούς πρόδηλα κακοδόξους αἱρετικούς παπικούς, δέν τολμᾶ,
συνεπῆς πρός τίς διακηρύξεις του, νά κηρύξει ἐνώπιον τοῦ ὀρθοδόξου πιστοῦ λαοῦ
αὐτά, πού πιστεύει γιά τούς παπικούς, οὔτε τολμᾶ νά ἔλθει σέ μυστηριακή
διακοινωνία μέ τούς παπικούς, διότι γνωρίζει ὅτι ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή θά
ἀπολέσει ἀμέσως τήν ἐκκλησιαστική του ἰδιότητα. Αὐτό, ὅμως, δέν ἀποτελεῖ τήν
πλέον κραυγαλέα ἀπόδειξη τῆς κακοδοξίας τοῦ παπισμοῦ; Ἄν πράγματι πιστεύει τίς
ἀπαράδεκτες καί προκλητικές διακηρύξεις του, ἄς τό τολμήσει, λοιπόν, διότι
ἀλλιως ἀποδεικνύει τήν ἀνυπαρξία ἐκκλησιαστικότητας στούς κακοδόξους καί
αἱρετικούς παπικούς.
Πέραν
τῶν ἀνωτέρω λεχθέντων καί πραχθέντων τοῦ Σεβ. κ. Χρυσοστόμου, τό μεῖζον ἐν
προκειμένω ζήτημα, εἶναι ἡ στάση, πού τήρησαν καί τηροῦν ὁ Μακ. Ἀρχιεπίσκοπος
καί οἱ συνεπίσκοποί του, οἱ συγκροτοῦντες τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς
Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀπέναντι στόν Σεβ. κ.
Χρυσόστομο καί τίς ἐνέργειές του. Δυστυχῶς, δεν ὑπῆρξε σχεδόν καμμία ἀντίδραση
ἐκ μέρους τους, οὔτε ἔσπευσαν νά ἀνακαλέσουν στήν τάξη τόν τολμητία τῆς
Μεσσηνίας, οὔτε εὐαισθητοποιήθηκαν, αἰτῶντας τήν ἀφαρμογή τῶν ὅσων διακελεύουν
σχετικῶς οἱ Θεῖοι καί Ἱεροί Κανόνες. Δέν θά ἔπρεπε νά συγκληθεῖ ἡ Ἱερά Σύνοδος
τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί νά ἐπιβάλλει τίς προβλεπόμενες
κυρώσεις; Ἀντιθέτως, κυριάρχησε γιά μία ἀκόμη φορᾶ τό ἐπαίσχυντο καί καταραμένο
«φιλάδελφο», μέ συνέπεια ὁ ἐν λόγω δεσπότης νά καταλείπεται ἀσύδοτος,
προκειμένου νά συνεχίσει νά προβαίνει σέ παρόμοιες ἀσχημοσύνες.
Ἄς
ἀναλογισθοῦν, ὅμως, ὅτι μ’αὐτόν τόν τρόπο ἀπαμβλύνουν και ἀπομειώνουν τό
ὀρθόδοξο αἰσθητήριο τοῦ ποιμνίου καί πυροδοτοῦν διαιρέσεις καί σχίσματα, γιά τά
ὁποία εὐθύνονται τά μέγιστα μόνο οἱ ἴδιοι[9].
[1]Μ.
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΕΤΣΗΣ, «Ἐνισταμένων «Ὁμολογία Πίστεως» »,
Θεοδρομία ΙΑ2 (Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2009)
223-227.
[2]
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Ὁμολογία Πίστεως˙ Ηὔφρανε τούς Ὀρθοδόξους καί
κατήσχυνε τούς κακοδόξους», Θεοδρομία ΙΑ2 (Ἀπρίλιος-Ἰούνιος
2009) 166, 168.
[3]
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ, «Τό πλῆρες κείμενο τῆς ἐπιστολῆς τοῦ
Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Ἱερώνυμο»,
Θεοδρομία ΙΑ3 (Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2009)
330-332.
[4]
ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΡΓΑΜΟΥ κ. ΙΩΑΝΝΗΣ, «Ἐπιστολή πρός ὅλους τούς Μητροπολίτες»,
Θεοδρομία ΙΑ3 (Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2009)
442-444.
[5]ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ, «Ἐπιστολή πρός τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος»,
(Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2009) 410-412, 445-448.
[6]ΠΡΕΣΒ.
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, «Ἔδοξε τῶ Ἁγίω Πνεύματι καί τῆ Ἱεραρχία», Θεοδρομία ΙΑ3
(Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2009) 452-456.
[7]ΙΕΡΑ
ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, «Ἀνακοινωθέν γιά «Ὁμολογία
Πίστεως» καί «Διάλογο» », Θεοδρομία ΙΑ3(Ἰούλιος-Σεπτέμβριος
2009) 449-451.
[8]ΠΡΕΣΒ.
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, «Ἔδοξε τῶ Ἁγίω Πνεύματι καί τῆ Ἱεραρχία», Θεοδρομία ΙΑ3
(Ἰούλιος-Σεπτέμβριος 2009) 459-460.
[9]ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ
ΝΑΝΗΣ, Ὁ ἀσχημονών Δημητριάδος καί ἡ ἀπάθεια τῶν συνεπισκόπων του,
19-11-2013,
http://aktines.blogspot.gr/2013/11/blog-post_2680.html
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου