ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ ''ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ'': MΟΛΙΣ ΓΥΡΙΣΑΜΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΝΑΞΗ, ΚΑΙ ΣΥΓΧΑΙΡΟΥΜΕ ΙΔΙΑΙΤΕΡΩΣ ΤΟΝ Π. ΘΕΟΔΩΡΟ ΖΗΣΗ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΧΗ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΟΥΚΡΑΝΟ ΕΠΙΣΚΟΠΟ ΕΠΙΣΗΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΟΜΟΛΟΓΙΑΚΗ ΤΟΥ ΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΟΜΙΛΙΑ!
Τελείωσε πρὶν λίγο ἡ πρωϊνὴ συνεδρία τῆς Ἡμερίδος στὸ Στάδιο Εἰρήνης καὶ Φιλίας τοῦ Πειραιᾶ γιὰ τὴν Πανορθόδοξη Σύνοδο («ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ»).
Πειραιώς Σεραφείμ για την Πανορθόδοξη:
Θα καταγραφεί ως ληστρική και ψευδοσύνοδος
.
-Τι είπε για τους Παπικούς
"Σε σύγκρουση με την ορθόδοξη παράδοση 19 αιώνων έρχεται η Πανορθόδοξη. Οι Προκαθήμενοι θεσμοθετούν την κακοδοξία. Θα καταγραφεί ως ληστρική και ψευδοσύνοδος". Αυτά ανέφερε μεταξύ άλλων πριν από λίγο στο χαιρετισμό ο Μητρ. Πειραιώς Σεραφείμ στην ημερίδα «ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ˙ Μεγάλη προετοιμασία, χωρίς προσδοκίες» που διοργανώνεται υπό την αιγίδα των Ιερών Μητροπόλεων i) Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως, ii)Κυθήρων και Αντικυθήρων, iii) Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης και iv) Πειραιώς στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας.
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία:
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΣΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ ΜΕ ΘΕΜΑ :
«ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ˙
Μεγάλη προετοιμασία, χωρίς προσδοκίες»
«ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ˙
Μεγάλη προετοιμασία, χωρίς προσδοκίες»
Σεβασμιώτατοι, Σεβαστοί Πατέρες, Ελλογιμώτατοι κ. Καθηγητές, Σεβαστό Προεδρείο,
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Χαιρετίζω την πολύ νευραλγική σημερινή ημερίδα, που διοργανώνουν οι Ιερές Μητροπόλεις Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βάρης και Βουλιαγμένης, Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως, Κυθήρων και Αντικυθήρων και η καθ’ ημάς Πειραιώς και Φαλήρου, καθώς και η Σύναξις Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών, με θέμα : «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος˙ Μεγάλη προετοιμασία, χωρίς προσδοκίες». Η ιδέα της συγκλήσεως Οικουμενικής Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας είχε διατυπωθεί για πρώτη φορά επισήμως με ένα πρώτο κατάλογο θεμάτων, στο «Πανορθόδοξο Συνέδριο» της Κωνσταντινούπολης το 1923 από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κυρό Μελέτιο Δ´ Μεταξάκη. Το 1930 προωθήθηκε από την ονομασθείσα «Προκαταρκτική Επιτροπή», που συνήλθε στο Άγιον Όρος στην
Ιερά Μονή Βατοπαιδίου, η οποία ετοίμασε ένα πρώτο κατάλογο θεμάτων της Συνόδου.
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Χαιρετίζω την πολύ νευραλγική σημερινή ημερίδα, που διοργανώνουν οι Ιερές Μητροπόλεις Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βάρης και Βουλιαγμένης, Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως, Κυθήρων και Αντικυθήρων και η καθ’ ημάς Πειραιώς και Φαλήρου, καθώς και η Σύναξις Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών, με θέμα : «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος˙ Μεγάλη προετοιμασία, χωρίς προσδοκίες». Η ιδέα της συγκλήσεως Οικουμενικής Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας είχε διατυπωθεί για πρώτη φορά επισήμως με ένα πρώτο κατάλογο θεμάτων, στο «Πανορθόδοξο Συνέδριο» της Κωνσταντινούπολης το 1923 από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κυρό Μελέτιο Δ´ Μεταξάκη. Το 1930 προωθήθηκε από την ονομασθείσα «Προκαταρκτική Επιτροπή», που συνήλθε στο Άγιον Όρος στην
Ιερά Μονή Βατοπαιδίου, η οποία ετοίμασε ένα πρώτο κατάλογο θεμάτων της Συνόδου.
Όμως, δυσμενείς ιστορικές συνθήκες δεν επέτρεψαν την σύγκληση της Συνόδου πριν και μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ιδιαίτερα μάλιστα, επειδή στις περισσότερες ορθόδοξες χώρες επεκράτησαν αθειστικά κομμουνιστικά καθεστώτα, τα οποία δυσκόλεψαν το έργο και τις αποφάσεις των εκεί Εκκλησιών. Το θέμα επανέφερε από την Κωνσταντινούπολη ο Οικουμενικός Πατριάρχης κυρός Αθηναγόρας, ο οποίος συνεκάλεσε στη Ρόδο την Α´ Πανορθόδοξη Διάσκεψη το 1961, η οποία έλαβε οριστικές αποφάσεις για την προπαρασκευή της Συνόδου και κατήρτισε έναν ευρύτατο κατάλογο δέκα θεμάτων, τα οποία με τις υποδιαιρέσεις τους ξεπερνούσαν τα εκατό.
Ο κατάλογος αυτός επικρίθηκε έντονα, επειδή καταρτίσθηκε κατά τα πρότυπα του καταλόγου θεμάτων της Β´ Βατικανής ψευδοσυνόδου, η οποία συνερχόταν την ίδια εποχή, και η οποία επηρέασε την Ορθόδοξη εκκλησιαστική ηγεσία. Λόγω αντιδράσεων και επικρίσεων ο ευρύς αυτός και αντισυνοδικός κατάλογος αποσύρθηκε και αναθεωρήθηκε από την Α´ Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη (1976) της Γενεύης, η οποία κατέληξε σε δέκα θέματα, που θεωρήθηκαν ως τα πιο σημαντικά προς διαβούλευση και αυθεντική απόφαση, και τα οποία ήταν τα εξής : α) Ορθόδοξη Διασπορά· β) Το Αυτοκέφαλο και ο τρόπος ανακηρύξεως αυτού· γ) Το Αυτόνομο και ο τρόπος ανακηρύξεως αυτού· δ) Δίπτυχα· ε) Το ζήτημα του κοινού ημερολογίου και του κοινού εορτασμού του Πάσχα· στ) Κωλύματα γάμου· ζ) Αναπροσαρμογή των περί νηστείας εκκλησιαστικών διατάξεων· η) Σχέσεις Ορθοδόξων Εκκλησιών προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον· θ) Ορθοδοξία και Οικουμενική Κίνησις ι) Συμβολή των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών στην επικράτηση των χριστιανικών ιδεωδών της ειρήνης, της ελευθερίας, της αδελφοσύνης και της αγάπης μεταξύ των λαών και άρσιν των φυλετικών διακρίσεων.
Έπειτα συνήλθαν οι Β´ και Γ΄ Προσυνοδικές Πανορθόδοξες Διασκέψεις το 1982 και το 1986 στη Γενεύη. Η Δ´ Προσυνοδική Διάσκεψη, πάλι λόγω δυσκολιών και ανακατατάξεων, που οφείλονταν κυρίως στην πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων στις Ορθόδοξες χώρες, συνήλθε τον Ιούνιο του 2009, δηλ. εικοσιτρία ολόκληρα έτη μετά την προηγούμενη! Τον Δεκέμβριο του 2009 και τον Φεβρουάριο του 2011 συνήλθε δύο φορές στη Γενεύη η Διορθόδοξη Προπαρασκευαστική Επιτροπή. Τον Μάρτιο του 2014 πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη η πρώτη Σύναξη των Προκαθημένων των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών 1 , η οποία αποφάσισε να επισπευσθούν οι προετοιμασίες για την σύγκληση της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου», ώστε αυτή να συνέλθει, εκτός απροόπτου, κατά τον Ιούνιο του 2016, την εορτή της Πεντηκοστής στον παλαιό ιστορικό ναό της Αγίας Ειρήνης στην Κωνσταντινούπολη, όπου συνήλθε και η Β´ Αγία και Οικουμενική Σύνοδος (381). Συνέστησε δε και Ειδική Διορθόδοξη Επιτροπή, η οποία ανέλαβε να αναθεωρήσει ή να επικαιροποιήσει όσα κείμενα είχαν ετοιμασθεί και να ετοιμάσει τα εναπομείναντα. Η τελευταία Ε´ Προσυνοδική Διάσκεψη συνήλθε τον Οκτώβριο του 2015.
Τέλος, από 21 έως 28 Ιανουαρίου 2016, συνεκλήθη η δεύτερη Σύναξη των Προκαθημένων στο Ορθόδοξο Κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Σαμπεζύ της Γενεύης, η οποία ασχολήθηκε με θέματα σχετικά με την προετοιμασία της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου 2 και αποφάσισε ότι η «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος» θα πραγματοποιηθεί, εκτός απροόπτου, στην Ορθόδοξη Ακαδημία της Κρήτης από 16 έως 27 Ιουνίου 2016. Τα θέματα, που τελικώς εγκρίθηκαν επισήμως προς υποβολή και υιοθέτηση στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο είναι τα εξής έξι : α) Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις τον σύγχρονον κόσμον, β) Η Ορθόδοξος Διασπορά, γ) Το Αυτόνομον και ο τρόπος ανακηρύξεως αυτού, δ) Το μυστήριον του γάμου και τα κωλύματα αυτού, ε) Η σπουδαιότης της νηστείας και η τήρησις αυτής σήμερον, και στ) Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον.
Μετά από την σύντομη αυτή αναφορά στην μακρά ιστορία ενενήντα τριών χρόνων και στην θεματολογία της Συνόδου, διαπιστώνουμε μετά θλίψεως ότι, όπως προκύπτει από την διαδικασία, την θεματολογία, το περιεχόμενο των κειμένων και από πολλές δηλώσεις προσώπων, που κατευθύνουν τη Σύνοδο, υπάρχει μεγάλο έλλειμα και μεγαλύτερο κενό ως προς την ορθότητα των αποφάσεων της Συνόδου και την Ορθοδοξία της Συνόδου. Η αναγνώριση των αποφάσεων μιάς Συνόδου εξαρτάται αποκλειστικά από το αν αυτή αποτελεί αυθεντική και γνήσια συνέχεια των προηγουμένων συνόδων, των οποίων πρέπει να ακολουθεί πιστά τις αποφάσεις, και προ παντός από την ορθότητα των δογμάτων και των κανόνων, που θεσπίζει. Ο Όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής τονίζει χαρακτηριστικά : «Εκείνας οίδεν αγίας και εγκρίτους συνόδους ο ευσεβής της Εκκλησίας κανών, ας ορθότης δογμάτων έκρινεν» 3.
Οι οικουμενιστές ανερυθριάστως και ασυστόλως πάνω στο Ιερό Σώμα της Αγίας Ορθοδοξίας μας, προβάλλουν και στηρίζουν ως δήθεν αληθή διδασκαλία της τον σατανοκίνητο, μασονοκίνητο και σιωνιστικό Οικουμενισμό. Το σχέδιό τους, όμως, αυτό έχει προ πολλού αποτύχει παταγωδώς, όπως αποδεικνύεται εν τοις πράγμασι. Η δεινή και τραγική πραγματικότητα αποδεικνύει ότι η Οικουμενιστική Κίνηση, με αποκλειστική ευθύνη των ιδίων των αιρετικών και ετεροδόξων από τη μια, και των οικουμενιστών από την άλλη, είναι αλυσιτελής. Το μόνο, που επιτυγχάνεται, είναι η σύγχυση και ο συγκρητισμός. Οι αιρετικοί και ετερόδοξοι διακρίνονται για την έλλειψη ειλικρίνειας και μετανοίας, εμμένοντες σατανικώς στην κακοδοξία.
Η μεν αίρεση του Παπισμού συνεχίζει να εμμένει στο παγκόσμιο πρωτείο εξουσίας του «Πάπα» της Ρώμης, στη διασάλευση του μυστηρίου της Αγίας Τριάδος και στην άρνηση της θεώσεως του ανθρώπου με την κτιστή χάρη.
Η δε αίρεση του Προτεσταντισμού εμμένει κι αυτή στην εικονομαχία, στην άρνηση του μυστηρίου της Εκκλησίας και του μυστηρίου της Αειπαρθένου Θεοτόκου. Οι «χειροτονίες» γυναικών στον ιερατικό και επισκοπικό βαθμό και η θεσμοθέτηση της ομοφυλοφιλίας στον Προτεσταντικό κόσμο, που αποτελεί ανατροπή της ανθρωπίνης οντολογίας και φυσιολογίας και καθιερώνει μια κίβδηλη ανθρωπολογία την κορωνίδα των αμαρτιών, καθώς και η αναγνώριση των «γάμων» μεταξύ των ομοφυλοφίλων, αποδεικνύουν ότι καθόλου δεν επηρρεάστηκε από θεολογικούς διαλόγους, ούτε πλησίασε η αίρεση και η ετεροδοξία προς την ορθόδοξη κατεύθυνση, θεολογία και ζωή.
Παραλλήλως, η αίρεση του Μονοφυσιτισμού, παρά τις ψευδολογίες της επαίσχυντης συμφωνίας του Σαμπεζύ της Γενεύης το 1991 4, μνημονεύει τους αιρεσιάρχες Σεβήρο και Διόσκορο και αρνείται την εν δυσί φύσεσι Ορθόδοξη Χριστολογία, προσθέτουσα και τις κακοδοξίες του Μονοθελητισμού και του Μονοενεργητισμού, καθώς και τις αιρέσεις του Θεοπασχητισμού και της ικανοποιήσεως της Θείας Δικαιοσύνης.
Απόδειξη των τραγικών συνεπειών των αιρέσεων και του ναυαγίου-αδιεξόδου των συγχρόνων οικουμενιστικών διαθρησκειακών διαλόγων είναι η ενδυνάμωση του δαιμονιώδους Ισλάμ, με το φρικιαστικό ιδεολόγημά του περί υποταγής των πάντων, το οποίο αποτελεί ένα συμπίλημα των χριστολογικών αιρέσεων του Αρειανισμού, του Απολλυναρισμού, του Νεστοριανισμού και του Μονοφυσιτισμού, που αρνήθηκαν την κατ’ουσίαν ενανθρώπηση του Θεού Λόγου και ανεκήρυξαν πανηγυρικά τον Θεό απρόσιτο και αμέθεκτο από το ανθρώπινο πρόσωπο και επομένως η υποταγή (Ισλάμ) πρέπει να είναι η μόνη πνευματική σχέση Θεού και ανθρώπου.
Οι χριστιανικοί πληθυσμοί των Κοπτών της Αιγύπτου, των Αβυσσηνών της Αιθιοπίας, των Νεστοριανών Ασσυρίων και των Ιακωβιτών Μονοφυσιτών της Συρίας σφαγιάζονται από το πνευματικό τους έκγονο, το Ισλάμ, που οι πατέρες τους αφρόνως δημιούργησαν με την σατανική στρέβλωση της Ορθοδόξου Χριστολογίας. Η έκφραση της μεγάλης μας ανησυχίας για την έκβαση της Συνόδου δικαιολογείται και από τα παρακάτω γεγονότα.
Εν πρώτοις, είναι η πρώτη φορά στην ιστορία των συνόδων, κατά την οποία η προετοιμασία διήρκεσε τόσο πολύ, ενενήντα τρία χρόνια! Αυτό δείχνει ότι δεν υπάρχει ούτε «εύλογος αιτία», ούτε «επείγουσα ανάγκη» για σύγκληση της Συνόδου, αλλά εξυπηρετούνται άλλες εκκλησιαστικοπολιτικές σκοπιμότητες. Διότι, αν υπήρχε «επείγουσα ανάγκη», όπως πάντοτε συνέβαινε στην συνοδική παράδοση με την εμφάνιση κάποιας αιρέσεως, σχίσματος η άλλης εκτροπής, αυτή έπρεπε να αντιμετωπισθεί αμέσως εντός ολίγων μηνών η ολίγων ετών.
Το ίδιο ισχύει και για την θεματολογία της Συνόδου. Από τα έξι τελικά θέματα, δύο μόνο έχουν τον χαρακτήρα του επείγοντος, το θέμα της Διασποράς και το θέμα των σχέσεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον λοιπό χριστιανικό κόσμο. Τα υπόλοιπα θέματα, όπως της αποστολής της Ορθοδόξου Εκκλησίας στον σύγχρονο κόσμο, της Νηστείας και των Κωλυμάτων του Γάμου, είναι αυτονοήτως λελυμένα και από την Αγία Γραφή και από την Πατερική και Συνοδική Παράδοση. Το θέμα της Διασποράς θα έπρεπε να διευθετηθεί με την δημιουργία Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συνεχιστεί το αντικανονικό και αντιεκκλησιαστικό φαινόμενο των πολλών Επισκόπων σε μία επαρχία, ούτε πρέπει να παραταθεί το ημίμετρο των επισκοπικών συνελεύσεων.
Το θέμα του Αυτονόμου δείχνει τις τάσεις πρωτοκαθεδρίας των Εκκλησιαστικών Ηγετών και θα μπορούσε βέβαια για λόγους ευταξίας να διευθετηθεί μετά από συνεννοήσεις, χωρίς την αίσθηση του κατεπείγοντος. Άλλο προβληματικό σημείο της Συνόδου είναι η άρνηση ενεργούς συμμετοχής όλων των Επισκόπων όλων των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών που δεν υπερβαίνουν παγκοσμίως τους 700, όπως γινόταν σε όλες τις Οικουμενικές Συνόδους.
Με τον αντιπαραδοσιακό αυτό τρόπο αποφεύγεται η πιθανότητα κάποιοι επίσκοποι να αντιδράσουν σε αποφάσεις της Συνόδου, που θα είναι ανατρεπτικές της Παραδόσεως, η κάποια Τοπική Εκκλησία να έχει μεγαλύτερη δύναμη στην λήψη των αποφάσεων, λόγω του μεγαλυτέρου αριθμού επισκόπων. Αυτά, όμως, αποτελούν ανθρώπινες ιδιοτελείς σκοπιμότητες, ξένες προς τα αγιοπνευματικά κριτήρια, αλλά και προς την ορθόδοξη εκκλησιολογία, η οποία θεωρεί ότι ο επίσκοπος κάθε επαρχίας, και της μικρότερης ακόμη, εκπροσωπεί με το ποίμνιό του ένα ζωντανό μέρος της Καθολικής Εκκλησίας. Η απουσία του όχι μόνο τραυματίζει την ολοκληρία του Σώματος του Χριστού, αλλά και στερεί την δυνατότητα να εκφρασθεί από όλους η συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας, την οποία φαίνεται ότι φοβούνται οι υπεύθυνοι για την προετοιμασία και σύγκληση της Συνόδου. Δεν δικαιολογείται από κανένα κριτήριο, ούτε ποιμαντικό ούτε εκκλησιολογικό, η συμμετοχή μόνο εικοσιτεσσάρων επισκόπων από κάθε Εκκλησία, πράγμα που προσβάλλει και την ισότητα των επισκόπων, αλλά και δημιουργεί ερωτηματικά για τα κριτήρια επιλογής των επισκόπων, που θα μετάσχουν. Μήπως είναι μειωμένης επισκοπικής ευθύνης και αξίας οι επίσκοποι, που δεν θα μετάσχουν στη Σύνοδο και που αποτελούν την μεγάλη πλειονότητα στις περισσότερες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες; Ποιος γνωρίζει και ποιος θα μεταφέρει στην Σύνοδο τις σκέψεις, τις εκτιμήσεις και τις αντιδράσεις των ποιμνίων τους; Παρέλκει βεβαίως να τονισθεί το γεγονός ότι στις Ορθόδοξες Συνόδους, εκτός των Επισκόπων, συμμετείχαν και κληρικοί κατωτέρων βαθμών, όπως Καθηγούμενοι, Αρχιμανδρίτες, Ιερείς, Μοναχοί, καθώς επίσης και ο πιστός λαός. Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή να λεχθεί ότι η επικείμενη Σύνοδος θα είναι μία Πανορθόδοξη Σύνοδος χωρίς Ορθοδόξους.
Παντελώς αμάρτυρη στην Ορθόδοξη παράδοση και γι’αυτό απαράδεκτη είναι και η θέση ότι κάθε Εκκλησία διαθέτει μία ψήφο. Το ορθόν είναι ότι κάθε Επίσκοπος διαθέτει μία ψήφο και όχι κάθε Τοπική Εκκλησία. Παραλλήλως, η αρχή της ομοφωνίας κινείται κι αυτή μέσα σε αντιπαραδοσιακά πλαίσια. Η παραδοσιακή τακτική λήψεως αποφάσεων σε μια Σύνοδο είναι η κανονική αρχή, που ορίζει ότι «η των πλειόνων ψήφος κρατείτω» (ΣΤ κανών Α΄ Αγίας Οικουμενικής Συνόδου).
Το πιο ανησυχητικό και σοβαρό είναι ότι, όπως προκύπτει από την ενδελεχή μελέτη του κειμένου «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» 5, οι ιθύνοντες αποσκοπούν στην, με πανορθόδοξη συνοδική απόφαση, νομιμοποίηση και θεσμοθέτηση, επισημοποίηση και εδραίωση της παναιρέσεως του συγκρητιστικού διαχριστανικού και διαθρησκειακού Οικουμενισμού ως επισήμου γραμμής της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Βαίνουμε, δηλ. προς πανορθόδοξη αναγνώριση του βαπτίσματος («βαπτισματική θεολογία») και της εκκλησιαστικότητας των αιρετικών Παπικών και Προτεσταντών με την δολία επίκληση των Ιερών Κανόνων Ζ΄ (7ου) της Αγίας Β΄ Οικουμενικής Συνόδου και ΡΕ΄ (95ου) της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου που αναφέρονται στην κατ’ οικονομίαν εισδοχή των μετανοούντων αιρετικών στην Εκκλησία μετά την απόπτυση της κακοδοξίας τους, και προς αποδοχή της προτεσταντικής «θεωρίας των κλάδων», της διευρυμένης εκκλησιολογίας της Β´ Βατικανής ψευδοσυνόδου περί πλήρους και ελλιπούς εκκλησιαστικότητος και του οικουμενιστικού εκκλησιολογικού μοντέλου των «αδελφών εκκλησιών», που οικοδομήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες και επισημοποιήθηκε στον Θεολογικό Διάλογο με τους Παπικούς στο Balamand του Λιβάνου (1993), όπου οι υπογράψαντες Ορθόδοξοι οικουμενιστές ανεγνώρισαν τον Παπισμό ως Εκκλησία με Χάρη, μυστήρια και αποστολική διαδοχή. Έτσι, η μέλλουσα Σύνοδος έρχεται σε σφοδρή σύγκρουση και αντιπαράθεση με την Ορθόδοξη παράδοση δεκαεννέα αιώνων, κατά τους οποίους όλοι οι Ορθόδοξοι Πατριάρχες και όλες οι διευρυμένες ενδημούσες Σύνοδοι της Κωνσταντινουπόλεως ονόμαζαν τον Παπισμό και τον Προτεσταντισμό καθαρά και ξάστερα αιρέσεις και αιρετικούς. Και ενώ αυτά τα θέματα έπρεπε να εγγραφούν ευθέως προς συζήτηση και καταδικαστική απόφαση στη Σύνοδο, οι Προκαθήμενοι θεσμοθετούν την κακοδοξία. Η υιοθέτηση των παραπάνω αιρετικών οικουμενιστικών κακοδοξιών και πλανών από τους οικουμενιστές διευκολύνεται, επίσης, και από το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια οι ίδιοι οι οικουμενιστές απεμπόλισαν, αποχαρακτήρισαν και διέγραψαν τον Οικουμενικό χαρακτήρα της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου», η οποία κατ’αρχήν είχε προγραμματιστεί να συνέλθει με αξιώσεις Οικουμενικής Συνόδου, έστω κι αν ονομάστηκε Πανορθόδοξη ή Αγία και Μεγάλη.
Η μέλλουσα, λοιπόν, «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος», αν πραγματικά ήθελε να είναι Ορθόδοξη Σύνοδος, θα έπρεπε να λάβει τις εξής καίριες αποφάσεις :
α) Να αναγνωρίσει τις θεωρούμενες από όλους τους Ορθοδόξους δύο Συνόδους του ενάτου και δεκάτου τετάρτου αιώνος ως Οικουμενικές, δηλ. την Η´ επί Μ. Φωτίου, του 879-880, και την Θ´ επί Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, του 1351, οι οποίες, κατεδίκασαν η μεν πρώτη το Filioque και το πρωτείο του Πάπα ως αιρέσεις, η δε δεύτερη την περί κτιστής Χάριτος αίρεση, επομένως και τον Παπισμό ως αίρεση. Να επικαιροποιήσει και επικυρώσει τις αποφάσεις της Συνόδου της Κωνσταντινουπόλεως (1282-1284) διά των οποίων ηκυρώθη η ψευδοένωσις της Λυώνος και της Μεγάλης Συνόδου (1484) διά της οποίας ηκυρώθησαν οι αποφάσεις της ληστρικής Συνόδου Φεράρας-Φλωρεντίας
β) Να εκλέξει, να χειροτονήσει και να ενθρονίσει στο πάλαι ποτέ περίπυστο Πατριαρχείο της Ρώμης και της Δύσεως νέο Ορθόδοξο Πάπα Ρώμης, και Ορθόδοξη Ιεραρχία μη αναγνωρίζουσα τον σημερινό καταληψία του Πατριαρχείου της Δύσεως και αιρεσιάρχη κ. Φραγκίσκο. Έτσι, θα λύνονταν τα θέματα του Παπισμού, της Ουνίας και του Προτεσταντισμού, ορίζουσα επί τέλους τη θέσι της Εκκλησίας επί του ψευδοπετρείου πρωτείου και των «διδαχών» των ψευδοσυνόδων Λυώνος, Φλωρεντίας, Βατικανής Ι και ΙΙ καθώς και τη θέσι του πρώτου στην Εκκλησία.
γ) Να δημιουργήσει Αυτοκέφαλες Εκκλησίες στην Ευρώπη, Αμερική, Καναδά και Αυστραλία, λύουσα το θέμα της Διασποράς, και
δ) Να ακολουθήσει την Πατερική οδό μαχίμου επανευαγγελισμού της Οικουμένης, με την δημιουργία δορυφορικής πλατφόρμας για την Ορθόδοξη μαρτυρία σε 100 γλώσσες. Με τον τρόπο αυτό, θα κονιορτοποιούσε τις διαμονικές ψευδοθρησκείες και αιρέσεις με παγκόσμιο λόγο και πατερική παρρησία, θα εδόξαζε τον Θεό και θα διεσφάλιζε τον άνθρωπον.
ε) Να λύση το ημερολογιακό που διασπά αναποδράστως τη λειτουργική ενότητα των Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Προς το παρόν, με τα δεδομένα, που έχουμε, δεν βλέπουμε πως η μέλλουσα Σύνοδος θα αποτελέσει αυθεντική και γνήσια συνέχεια των προηγουμένων Συνόδων και πως θα αποφασίσει πατερικά και αγιοπνευματικά, αλλά μάλλον οικουμενιστικά και εκκοσμικευμένα. Γι᾽ αυτό και εκτιμούμε ότι θα ήτο καλύτερον τελικά να μη συνέλθει, όπως πίστευαν μεγάλοι Άγιοι και Γέροντες των καιρών μας, όπως ο Άγιος Ιουστίνος ο Πόποβιτς με ειδικά υπομνήματα προς την ιεραρχία της Εκκλησίας της Σερβίας 6 , ο Άγιος Παίσιος ο Αγιορείτης, με όσα για ενέργειες του πατριάρχου Αθηναγόρα έγραψε 7 , και ο οσιακής βιοτής Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος, με ειδικά κείμενα περί της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου 8 .
Σε περίπτωση, όμως, που, εξαιτίας της αποστασίας, της απιστίας και των αμαρτιών μας, ο Τρισάγιος Θεός επιτρέψει την σύγκληση της Συνόδου, η οποία θα αποφασίσει αντικανονικώς, αντιπαραδοσιακώς και αντορθοδόξως, αυτή δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή από τον Ορθόδοξο κλήρο και τον λαό του Θεού, θα καταγραφεί στην εκκλησιαστική ιστορία ως οικουμενιστική, ληστρική και ψευδοσύνοδος, όπως η εν Εφέσω (430), η της Δρυός (403), η της Ιερείας, η Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-9), η εν Λυών (1274), και οι αποφάσεις της θα καταστούν ανίσχυρες έστω και αν γράφεται ότι θα απολαμβάνουν «πανορθοδόξου κύρους».
Επειδή διατυπώθηκε η αθεολόγητος θέση ότι «η Ορθόδοξος Εκκλησία θεωρεί καταδικαστέαν πάσαν διάσπασιν της ενότητος της Εκκλησίας, υπό ατόμων ή ομάδων, επί προφάσει τηρήσεως ή δήθεν προασπίσεως της γνησίας Ορθοδοξίας», και ότι «η διατήρησις της γνησίας ορθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται μόνον διά του συνοδικού συστήματος, το οποίον ανέκαθεν εν τη Εκκλησία απετέλει τον αρμόδιον και έσχατον κριτήν περί των θεμάτων πίστεως» 9 , θα πρέπει να τονισθεί εμφαντικά ότι η Αλήθεια δεν είναι ιδεοληψία ή υποκειμενική προσέγγιση ή ζήτημα αριθμητικής υπεροχής, αλλά ένσαρκος πραγματικότητα, που οντοποιείται στο πρόσωπο του τελείου Θεού και τελείου ανθρώπου Ιησού Χριστού, και επομένως καθίσταται αυταπόδεικτο το γεγονός ότι η Αλήθεια-πρόσωπο Ιησούς Χριστός και εις αποτελούν την πλειοψηφία, έστω και αν απέναντι βρίσκονται πολυεκατομμύρια άλλων.
Επίσης, εν Συνόδω βρισκόμαστε μόνο εντός της Ορθοδόξου Εκκλησίας, κοινωνώντας με το πρόσωπο του Χριστού, διότι «η ζωή και οδός Χριστός»10 , όπως ψάλλει η Ορθόδοξος Εκκλησία, και, όπως ο ίδιος διεσάλπισε, «εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή» 11 . Επομένως, εν τη Οδώ και εν Συν-όδω βρισκόμαστε μόνο, κοινωνώντας με την Αλήθεια, που είναι ο Χριστός, και όχι με την αίρεση, που είναι ο διάβολος. Σύμφωνα, τέλος, με τη διακήρυξη των τεσσάρων Πατριαρχών το 1848, «παρ’ημίν ούτε Πατριάρχαι ούτε Σύνοδοι εδυνήθησάν ποτέ εισαγαγείν νέα, διότι ο υπερασπιστής της θρησκείας εστίν αυτό το σώμα της Εκκλησίας, ήτοι αυτός ο λαός, όστις εθέλει το θρήσκευμα αυτού αιωνίως αμετάβλητον και ομοειδές τω των Πατέρων αυτού» 12 .
Σεβασμιώτατοι, Σεβαστοί Πατέρες, Ελλογιμώτατοι κ. Καθηγητές, Σεβαστό Προεδρείο,
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Σεβασμιώτατοι, Σεβαστοί Πατέρες, Ελλογιμώτατοι κ. Καθηγητές, Σεβαστό Προεδρείο,
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Η σημερινή ημερίδα είναι όντως μία ορθόδοξη μαρτυρία και μία αποφασιστική απάντηση στα διλήμματα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Η ημερίδα, εμπεριστατωμένα, με επιστημονικά και θεολογικά επιχειρήματα, θα καταδείξει την Αλήθεια του Χριστού και των Αγίων Του, μέσω των εξαιρέτων εισηγήσεων των εκλεκτών εισηγητών.
Κλείνοντας, θα ήθελα να εκφράσω τα θερμά, εγκάρδια και ειλικρινή συγχαρητήριά μου και τις ολόψυχες ευχαριστίες μου προς τους Σεβασμιωτάτους αδελφούς, άγιο Ναυπάκτου κ. Ιερόθεο, άγιο Γλυφάδας κ. Παύλο, άγιο Γόρτυνος κ. Ιερεμία, άγιο Κυθήρων κ. Σεραφείμ, την «Σύναξη Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών», τους ελλογιμωτάτους κ. Καθηγητές και την Επιστημονική και Οργανωτική Επιτροπή, για την εμπνευσμένη πρωτοβουλία να διοργανώσουν την πολύ νευραλγική αυτή ημερίδα με τη συμμετοχή τόσων εκλεκτών, σεβαστών και λίαν αγαπητών εισηγητών.
Ευχαριστίες θερμές υποβάλλομεν ωσαύτως και σε όλους εσάς που παρίστασθε θυσιαστικώς στην ομολογιακή αυτή μαρτυρία. Ο Κύριος εγγράφη την παρουσία Σας εν βίβλω Ζωής.
Με τις ταπεινές αυτές σκέψεις εις το όνομα του Αγίου Τριαδικού Θεού διά των ευχών της Κυρίας Θεοτόκου και των Αγίων και Θεοφόρων Πατέρων και πάντων των Αγίων κηρύσσω ως επιχώριος Επίσκοπος την έναρξη των εργασιών της σημερινής ημερίδος και εύχομαι ευόδωση και επιτυχία των εργασιών της.
1 Τό μήνυμα τῆς Σύναξης τῶν Ὀρθοδόξων Προκαθημένων (Φανάρι, 6-9 Μαρτίου 2014), 9-3-2014, http://fanarion.blogspot.gr/2014/03/6-9-2014.html
2 http://fanarion.blogspot.gr/2016/01/21-28.html
2 http://fanarion.blogspot.gr/2016/01/21-28.html
3 ΟΣΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, Περὶ τῶν πραχθέντων ἐν τῇ πρώτῃ αὐτοῦ ἐξορίᾳ 12, PG 90, 148.
4 http://entoytwnika1.blogspot.gr/2013/11/blog-post_5337.html
5 http://www.romfea.gr/diafora/6177-apofasis-sxeseis-tis-orthodojou-ekklisias-pros-ton-xristianiko-kosmo
6 ΟΣΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ, Περί τήν μελετωμένην “Μεγάλην Συνοδον” τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὑπόμνημα πρός τήν Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας τῆς Σερβικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».
7 Ὀρθόδοξος Τύπος (1-3-1969) 4, ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ, «Ἄγνωστη ἐπιστολή πόνου κατά οἰκουμενιστῶν καί φιλενωτικῶν», ἐν Ὀρθόδοξος Τύπος (9/16-3-2007) 1,5, Ὀρθόδοξος Τύπος (30-3-2007) 1,5 καί Θεοδρομία ΙΖ2 (Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2015).
8 Ὁ Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος (ὁ οὐρανοδρόμος ὀδοιπόρος, 1884-1980), τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1988, σσ. 43-49.
8 Ὁ Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος (ὁ οὐρανοδρόμος ὀδοιπόρος, 1884-1980), τ. Β΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1988, σσ. 43-49.
9 Σχ. βλ. κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» § 22, http://www.romfea.gr/diafora/6177-apofasis-sxeseis-tis-orthodojou-ekklisias-pros-ton-xristianiko-kosmo
10 Ε΄ Ἀναστάσιμο Ἑωθινό Ἐξαποστειλάριο
11 Ἰω. 14, 6.
12 ΙΩ. ΚΑΡΜΙΡΗΣ, Τά δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. ΙΙ, Graz-Austria 1968, σ. 920 [1000].
- See more at: http://ekklisiaonline.gr/eipan/item/12814#sthash.iqjaSxin.dpuf11 Ἰω. 14, 6.
12 ΙΩ. ΚΑΡΜΙΡΗΣ, Τά δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. ΙΙ, Graz-Austria 1968, σ. 920 [1000].
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου