Πορεύεσθε, καί σταθέντες λαλεῖτε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ πάντα τά ῥήματα τῆς ζωῆς ταύτης᾽ (Πρ. ᾽Απ. 5, 20)

α. Στά ἐγκαίνια τῆς ἀνακύκλισης τοῦ Πάσχα πού γίνεται στήν ᾽Εκκλησία μας τήν Κυριακή τοῦ Θωμᾶ καί ἐφεξῆς, τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα πού ἀκούγεται ἀπό τίς Πράξεις τῶν ᾽Αποστόλων μᾶς μεταφέρει στόν πρῶτο καιρό τῆς δράσεως τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου μετά τήν Πεντηκοστή: τό κήρυγμά τους καί τά θαύματα πού ἐπιτελοῦνταν δι᾽ αὐτῶν προσέθεταν διαρκῶς καί νέα μέλη στήν ᾽Εκκλησία τόσο πού προκλήθηκαν γιά μία ἀκόμη φορά οἱ θρησκευτικοί ἄρχοντες, οἱ ὁποῖοι ἀπό φθόνο κινούμενοι ἔκλεισαν στήν φυλακή τούς ἀποστόλους. Μέ παρέμβαση ὅμως ἀγγέλου τοῦ Κυρίου ἀπελευθερώθησαν, γιά νά τούς δοθεῖ ἡ ἐντολή: ῾Πορεύεσθε, καί σταθέντες λαλεῖτε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ πάντα τά ῥήματα τῆς ζωῆς ταύτης᾽. Πηγαίνετε στόν ναό καί κηρύξτε στόν λαό τό μήνυμα γι᾽ αὐτήν την καινούργια ζωή.

β. 1. ῾Η νέα ζωή πού ἔφερε ἡ ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου, ζωή νίκης ἀπέναντι στήν ἁμαρτία, τόν θάνατο καί τόν διάβολο, ἐνεργοποιημένη στούς πιστούς ἀπό τήν ἐπιφοίτηση τοῦ ἁγίου Πνεύματος, λειτουργεῖ πιά  στόν κόσμο σάν ἕνα ποτάμι ξεχυλισμένο. Οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ἔμπλεοι τοῦ ῎Ιδιου ἐν Πνεύματι, συνιστοῦν τούς μάρτυρες τῆς ζωῆς αὐτῆς, κατά τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου (῾ὑμεῖς δέ ἐστέ μάρτυρες τούτων᾽), πού σημαίνει ὅτι καμμία ἀνθρώπινη ἤ σατανική δύναμη δέν μπορεῖ νά τούς ἀνακόψει ἀπό τό ἱεραποστολικό αὐτό ἔργο τους. ῾Η Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἦρθε ἐν δυνάμει, ὁ Χριστός δηλαδή βρίσκεται ἀδιάκοπα στόν κόσμο, παρών καί μετά τήν ᾽Ανάληψή Του μέσω τοῦ σώματός Του τῆς ᾽Εκκλησίας, (ἡ ᾽Εκκλησία εἶναι ὁ Χριστός παρατεινόμενος εἰς τούς αἰῶνας κατά τήν γνωστή πατερική ἔκφραση), λοιπόν ἡ δύναμη πού δρᾶ στόν κόσμο εἶναι ἡ δύναμη πρωτίστως τοῦ Θεοῦ. Οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ καί ὅλοι οἱ μετέπειτα μαθητές Του μέ τήν δύναμη αὐτή, ὡς ῾συνεργοί Αὐτοῦ᾽, θά συνεχίζουν τό ἔργο τῆς ἐπικρατήσεως τῆς Βασιλείας Του, κυριαρχίας Του δηλαδή στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, συνεπῶς ἀφενός ἡ ἐπέκταση τῆς Βασιλείας αὐτῆς δέν θά ἔχει τέλος μέχρις ὅτου ὁ κόσμος ὅλος ῾γενήσεται μία ποίμνη᾽ μέ ἕναν Ποιμένα τόν Χριστό, ἀφετέρου ὁ χαρακτήρας τῆς ἐπικρατήσεως τῆς Βασιλείας θά εἶναι αὐτός τῆς ἀγάπης καί τῆς ταπεινώσεως: ὅ,τι ῾κατακτᾶ᾽ τίς ἀνθρώπινες καρδιές. Καί νά ἀπαρχῆς ἡ ἀπόδειξη: ὁ ἡττημένος διάβολος, ἀπό τόν Σταυρό καί τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου, καθώς καί  τά πειθήνια ὄργανά του θά ἐπιχειρήσουν νά ἀνακόψουν τήν μαρτυρία τῶν ἀποστόλων, ἀλλά εἰς μάτην: ἄγγελος Κυρίου θά τούς ἐπαναφέρει θαυματουργικά στό ἔργο τους μέ σαφή τήν ἐντολή νά συνεχίσουν ὅ,τι ἔκαναν: τό ποτάμι εἴπαμε δέν μπορεῖ νά γυρίσει πίσω.

2. Μέ τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ λοιπόν οἱ ἀπόστολοι καλοῦνται νά συνεχίσουν νά κηρύσσουν ῾τά ρήματα τῆς ζωῆς ταύτης᾽. Κι αὐτά τά ρήματα δέν εἶναι ἄλλα ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο καί τό ἅγιο Εὐαγγέλιό Του: τόν Σταυρό καί τήν ᾽Ανάστασή Του, τίς ἐντολές Του καί τά θαύματά Του. ῾Κηρύξατε τό εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει᾽. Καί: ῾πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάσα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν᾽. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ἐκεῖνος ἰδίως ἀπό τούς ἀποστόλους πού μέ σαφήνεια θά προσδιορίσει τό περιεχόμενο τοῦ κηρύγματος τῶν ἀποστόλων: ῾Οὐ γάρ ἔκρινα τοῦ εἰδέναι τι ἐν ὑμῖν, εἰ μή ᾽Ιησοῦν Χριστόν καί τοῦτον ἐσταυρωμένον᾽. ῾Τοῦ γνῶναι Αὐτόν καί τήν δύναμιν τῆς ᾽Αναστάσεως Αὐτοῦ και τήν κοινωνίαν τῶν παθημάτων Αὐτοῦ᾽. Καί τά ρήματα αὐτά ἦταν καί εἶναι ὅσα διοχετεύουν τήν αἰώνια ζωή, δηλαδή τήν χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, στήν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου ἤδη ἀπό τήν ζωή αὐτή, δίνοντάς του ταυτοχρόνως καί  τήν παντοδυναμία ᾽Εκείνου. ῾Κύριε πρός τίνα ἀπελευσόμεθα; Σύ ρήματα ζωῆς αἰωνίου ἔχεις᾽. ῾᾽Εάν μείνητε ἐν ἐμοί καί τά ρήματά μου ἐν ὑμῖν μείνῃ, ὅ ἐάν θέλητε αἰτήσασθε καί γενήσεται ὑμῖν᾽.

3. Κι ἀξίζει ἰδιαιτέρως νά προσεχθῆ τό γεγονός ὅτι μιλώντας γιά τήν δύναμη τῶν ρημάτων τοῦ ἀποστολικοῦ κηρύγματος μιλᾶμε ταυτοχρόνως καί γιά τά θαύματα πού ὁ Θεός πραγματοποιοῦσε μέσω τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων. Θέλουμε νά ποῦμε ὅτι δέν μπορεῖ κανείς νά διακρίνει τό κήρυγμα ἀπό τά θαύματα, μέ τήν ἔννοια ὅτι τά ῾σημεῖα καί τέρατα᾽ πού ἐπιτελοῦσαν οἱ ἀπόστολοι ἀποτελοῦσαν τήν σφραγίδα τῆς γνησιότητας τοῦ κηρύγματός τους. Τά θαύματα δηλαδή ἦταν ἡ συνέχεια τοῦ κηρύγματος, ἕνας ἄλλος δραστικός τρόπος φανέρωσης τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ πού ἐπέτρεπε ᾽Εκεῖνος χάριν τῶν ἀνθρώπων. ῎Ετσι ἡ πίστη πού ἀπαιτεῖτο γιά τήν ἀποδοχή τοῦ κηρύγματος προεκτεινόταν καί βεβαιωνόταν μέ τά ἐπιτελούμενα ἀπό τούς ἀποστόλους θαύματα. Δέν ζητοῦσαν θαῦμα ἀπό τούς ἀποστόλους οἱ ἄνθρωποι γιά νά πιστέψουν, ἀλλά πιστεύοντας στό κήρυγμα τῶν ἀποστόλων ἔβλεπαν τό θαῦμα νά ἐνισχύει καί νά γιγαντώνει τήν ἤδη ὑπάρχουσα πίστη τους.  ῾Διά τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο σημεῖα καί τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλά...μᾶλλον δέ προσετίθεντο πιστεύοντες τῷ Κυρίῳ πλήθη ἀνδρῶν τε καί γυναικῶν᾽.

4. ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή τό ζητούμενο γιά νά ἀκούσει κανείς τά ρήματα τοῦ εὐαγγελίου καί νά πιστέψει, ἐνισχυόμενος ἴσως καί μέ τήν χάρη τοῦ θαύματος, ἦταν καί εἶναι ἡ καλοπροαίρετη διάθεση τοῦ ἀνθρώπου. Χωρίς καλοπροαίρετη διάθεση οὔτε τό κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ οὔτε ἀκόμη καί ἕνα θαῦμα μποροῦν νά συγκινήσουν καί νά κατανύξουν τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. ῾Η κακή προαίρεση δηλαδή λειτουργεῖ σάν ἕνα εἶδος φράγματος πού ἀποκρούει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί κάνει τόν ἄνθρωπο νά κλείνεται μέσα στό ὑπερφίαλο ἐγώ του, μέ τήν ἐπιρροή ἀσφαλῶς τοῦ Πονηροῦ. Πέραν τῶν ὅσων ἀναφέραμε, ἐκεῖνο πού μέ τρόπο ἄμεσο μᾶς ἀποκαλύπτει τήν ἀλήθεια αὐτή ἀπό τό σημερινό ἀνάγνωσμα εἶναι ἡ ἐντολή τοῦ ἀγγέλου στούς ἀπελεύθερους πιά ἀπό αὐτόν ἀποστόλους: ῾Πορευθέντες, καί σταθέντες λαλεῖτε ἐν τῷ ἱ ε ρ ῷ  τῷ λαῷ᾽. Τούς δίνει τήν ἐντολή νά κηρύξουν, ἀλλά στόν λαό πού συγκεντρώνεται στό ἱερό, στόν ναό, συνεπῶς φανερώνει ὁ λαός αὐτός τήν διάθεσή του νά τούς ἀκούσει καί νά τούς ἀκολουθήσει. Καί δέν εἶναι δυνατόν νά γίνει διαφορετικά: ὁ ῎Ιδιος ὁ Κύριος εἶπε νά προσφέρεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ σ᾽ ἐκείνους πού τόν ἐπιθυμοῦν καί τόν ζητοῦν: ῾Τῷ αἰτοῦντί σε δίδου᾽. ῾Μή δότε τά ἅγια τοῖς κυσί, μηδέ βάλητε τούς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων᾽. ῾Ο λόγος τοῦ Θεοῦ δηλαδή εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ ἀλλά γιά τούς καλοπροαίρετους ἀνθρώπους. ῾Ο Θεός δέν ἀποκαλύφθηκε μέ τόν ἐρχομό Του ὡς ἄνθρωπος σέ ὅλους, ἀλλά στούς μάγους τῆς μακρινῆς Περσίας καί στούς ἁπλούς βοσκούς τῆς ᾽Ιουδαίας. Κοινός παρανομαστής καί τῶν δύο ἦταν ἡ καλή τους διάθεση καί ἡ ἀναζήτηση τῆς ἀλήθειας. Πρόκειται γιά τό ἀνθρώπινο πού ζητεῖ ὁ Θεός ἀπό ἐμᾶς γιά νά μᾶς φανερωθῆ καί νά μᾶς δοθῆ γιά τήν σωτηρία μας.


γ. ῾Ο δύσπιστος μαθητής Θωμᾶς τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου ὅσο παρέμενε μόνος στό σπίτι του μακριά ἀπό τήν σύναξη τῶν ἄλλων ἀποστόλων δέν δεχόταν καί τήν ῾ἐπίσκεψη᾽ τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ. Μόλις ταπεινώθηκε καί πῆγε μέ τούς ἄλλους, πῆγε δηλαδή θά λέγαμε στήν ᾽Εκκλησία, ἐκεῖ φανερώθηκε καί σ᾽ αὐτόν ὁ Κύριος. Θέλουμε νά νιώθουμε κι ἐμεῖς τήν δύναμη τῆς νέας ζωῆς τοῦ Χριστοῦ πού ἀνέτειλε ἀπό τόν τάφο Του, νά λειτουργοῦμε ὡς μέλη Του μέ τήν παντοδυναμία ᾽Εκείνου, τό θαῦμα νά συνυπάρχει μέ τήν καθημερινότητά μας; Νά ζοῦμε ἐν ᾽Εκκλησία. ῎Αν καί ἡ δική μας καλή διάθεση κατατεθῆ στόν Κύριο, τότε ὁ λόγος Του θά μᾶς τρέφει, οἱ ἀρρώστιες καί οἱ πόνοι μας θά βροῦν τήν λύση τους - ὄχι πάντοτε ὡς ἀπαλλαγή ἀλλά ὡς ὑπομονή ἀντοχῆς μας – τό δέ σπουδαιότερο: ἡ ψυχή μας θά αἰσθάνεται τά σημάδια τῆς θεραπείας της. ῾Ο Κύριος πού ἐνεργοῦσε στά πρῶτα χρόνια διά τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων, ὁ ῎Ιδιος ἐνεργεῖ διά τῶν μυστηρίων καί ὅλων τῶν ἁγίων Του σέ κάθε ἐποχή. 



Ὤ, καλή ἀπιστία τοῦ Θωμᾶ!᾽

 Ἡ πρώτη Κυριακή μετά τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου, ἡ καί ᾽Αντίπασχα ὀνομαζομένη, εἶναι ἀφιερωμένη στόν μαθητή τοῦ Χριστοῦ  Θωμᾶ, ὁ ὁποῖος γίνεται πιά τό ῾μέσον᾽ διά τῆς ἀπιστίας του,  προκειμένου νά καταστεῖ βέβαιο τό γεγονός τῆς νίκης κατά τοῦ θανάτου. ῾᾽Απιστία πίστιν βεβαίαν ἐγέννησε᾽, κατά τόν ὑμνογράφο. Καί τοῦτο γιατί ἡ ἀπιστία αὐτή ῾προκαλεῖ᾽ τόν Κύριον νά τοῦ φανερώσει πιό ἔντονα τά σημάδια τῆς παρουσίας Του καί νά τόν ὁδηγήσει στή σωτήρια ὁμολογία: ῾ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου᾽.

1. Ἡ ἀπιστία τοῦ Θωμᾶ ἔτσι γίνεται καλή ἀπιστία. Ὅσο παράδοξα κι ἄν ἠχεῖ τοῦτο, ἡ πραγματικότητα εἶναι αὐτή: ὑπάρχει καλή, ἀλλά καί κακή ἀπιστία. Καλή ἀπιστία εἶναι αὐτή πού σέ πρώτη φάση ἐγκλωβίζει τόν ἄνθρωπο στήν ἀμφισβήτηση καί τήν ἄρνηση, θέτοντάς του ὡς προτεραιότητα τήν πίστη στή λογική καί τίς αἰσθήσεις. ῾᾽Εάν μή ἴδω, οὐ μή πιστεύσω᾽. Εἶναι ὁ σκεπτικισμός πού συναντᾶμε πολλές φορές μέσα στίς εὐαγγελικές διηγήσεις, σάν τήν περίπτωση γιά παράδειγμα τοῦ Ναθαναήλ, ὅταν καλεῖται νά γνωρίσει τόν Μεσσία ἀπό τόν φίλο του Φίλιππο - ῾ἐκ Ναζαρέτ δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι;᾽ - ἤ σάν τήν περίπτωση τοῦ τραγικοῦ πατέρα πού προσφεύγει μέν στόν ᾽Ιησοῦ γιά νά θεραπεύσει τό παιδί του, ἀλλά γεμάτος ἐρωτηματικά καί ἀμφισβήτηση: ῾᾽Αλλ᾽ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν᾽. Κι ὁ Κύριος τήν ἀμφισβήτηση καί τόν σκεπτικισμό αὐτόν δέν τά ἀπορρίπτει. Τά παίρνει ὡς τά πρῶτα ἐναύσματα τῆς πίστεως, πού θά ὁδηγήσουν στή στέρεα καί βεβαία πίστη. Διότι βλέπει ὅτι ἡ ἀπιστία αὐτή πηγάζει ἀπό μιά καρδιά πού πάσχει καί ἀγωνιᾶ.
 ῎Ετσι τό γνώρισμα τῆς καλῆς ἀπιστίας φαίνεται νά εἶναι αὐτό: ἡ ὀδυνωμένη καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, πού παλεύει μεταξύ τῆς πίστεως καί τῆς ἀπιστίας. ῾Πιστεύω, Κύριε,᾽ - γιά νά θυμηθοῦμε καί πάλι τό προαναφερθέντα πατέρα - ῾βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ᾽. Θυμᾶται κανείς ἐδῶ καί τό παρόμοιο γεγονός ἀπιστίας πού πέρασε καί ὁ Γέρων Παΐσιος στά παιδικά του χρόνια (᾽Αρσένιος τότε), ὅταν ἡ ἀπιστία ἑνός φοιτητῆ κλόνισε τίς μέχρι τότε βεβαιότητές του. Καί μᾶς περιγράφει τήν ὀδύνη τῆς καταστάσεως αὐτῆς: ῾Θόλωσε ὁ πνευματικός μου ὁρίζοντας. Γέμισα ἀπό ἀμφιβολίες. Θλίψη κατέλαβε τήν ψυχή μου᾽. Εἶναι ἡ παρόμοια κατάσταση πού περνάει κάθε ἄνθρωπος, μέχρις ὅτου στερεωθεῖ στήν πίστη του στόν Χριστό, γεγονός πού σημαίνει ὅτι ἡ φάση αὐτή τῆς ἀπιστίας δέν θεωρεῖται ὡς κάτι ἀρνητικό καί παράδοξο, ἀλλά φυσιολογικό σκαλοπάτι στήν πορεία τῆς πνευματικῆς ὡριμάνσεως τοῦ ἀνθρώπου.

2. Πότε ἡ ἀπιστία θεωρεῖται κακή; Ὅταν δέν θεωρεῖται καρπός ἐσωτερικῆς πάλης, ἀλλά ἀφορμή γιά νά ὁριστικοποιηθεῖ ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Χριστό, κάτι πού προφανῶς ἔχει ἤδη ἀποφασιστεῖ ἀπό αὐτόν. Μέ ἄλλα λόγια, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀποφασίσει νά δουλεύει στά πάθη του, ὅταν ἡ προτεραιότητά του εἶναι ἡ ἐμπαθής προσκόλλησή του στόν κόσμο τοῦτο, εἴτε ὡς φιληδονία εἴτε ὡς φιλοδοξία καί φιλαργυρία, ὅταν μέ ἄλλα λόγια τήν πρώτη θέση τήν καταλαμβάνει ὁ ἑαυτός του, τότε τήν ἀπιστία τήν χρησιμοποιεῖ ὡς ἀφορμή γιά νά δικαιώσει τίς ἐπιλογές του. Στήν περίπτωση αὐτή δέν βοηθεῖται ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ κατά τρόπο θετικό, ἤ μᾶλλον βοηθεῖται, ἀλλά μέ τρόπο πού παραπέμπει στό ῾φοβερόν τό ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος᾽. Ἡ περίπτωση τοῦ προδότη μαθητῆ τοῦ Χριστοῦ ᾽Ιούδα, πού καί αὐτός πέρασε ἀπό τό καμίνι τῆς ἀπιστίας, εἶναι, νομίζουμε, ἐν προκειμένῳ ἐνδεικτική.

3. Ποιό φαίνεται νά εἶναι τό ἀποφασιστικό σημεῖο τοῦ περάσματος ἀπό τήν ἀπιστία στήν πίστη; Ἡ ὕπαρξη ἑνός ἔστω ἐλάχιστου ποσοστοῦ ταπείνωσης, δηλαδή ἡ ἀμφισβήτηση τοῦ ἀπόλυτου τῶν ἐπιλογῶν τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου, πού τόν κάνει νά ἐμπιστευτεῖ τήν κοινή ἐμπειρία τῶν ἄλλων καί πού τόν ὁδηγεῖ στήν ᾽Εκκλησία. Ὁ Θωμᾶς κατορθώνει νά ἀπεγκλωβιστεῖ ἀπό τήν ἀπιστία του, μόλις ἀποφασίζει νά βγεῖ ἀπό τό ῾καβούκι᾽ του. Ἡ ταπείνωση πού ἐπιδεικνύει, ὡς στροφή πρός τούς ἄλλους καί ὄχι τόν ἑαυτό του, εἶναι τό ρίσκο πού ἀναλαμβάνει γιά νά μπεῖ στό χῶρο τῆς ἔκπληξης: τῆς ἐμπειρίας τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ. Ὁ Κύριος βλέπουμε ὅτι ἐκεῖ τοῦ φανερώνεται: στή σύναξη τῶν μαθητῶν, στήν ᾽Εκκλησία, καί ὄχι στό θολό σύννεφο τῶν λογισμῶν τῆς μοναξιᾶς του. Καί τόν καλεῖ μ᾽ ἕναν ἀπόλυτα προσωπικό τρόπο, πού διαλύει τίς ἀμφιβολίες του: ῾φέρε τόν δάκτυλόν σου ὧδε καί ἴδε τάς χεῖράς μου, καί φέρε τήν χεῖρά σου καί βάλε εἰς τήν πλευράν μου, καί μή γίνου ἄπιστος, ἀλλά πιστός᾽. Ἡ συγκλονιστική αὐτή ἐμπειρία τοῦ Θωμᾶ τόν ὁδηγεῖ πιά στή φυσιολογική στάση τῶν πιστῶν μαθητῶν: στήν προσκύνηση τοῦ Χριστοῦ καί στήν ὁμολογία τῆς πίστεως: ῾ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου᾽.

4. ῎Ετσι ἡ πίστη στήν ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου διαπιστώνεται ὅτι εἶναι γεγονός βιούμενο στήν ᾽Εκκλησία καί μόνον ἐκεῖ. Μόνον ὁ ἐν τῇ ᾽Εκκλησίᾳ ζῶν καί μάλιστα αὐτός πού ἀγωνίζεται νά βαδίζει τήν ὁδό τοῦ Κυρίου, δηλαδή νά τηρεῖ τίς ἅγιες ἐντολές Του, μπορεῖ καί νά βλέπει καί νά νιώθει τήν ἀναστημένη παρουσία ᾽Εκείνου. ῾Ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας. Μακάριοι οἱ μή ἰδόντες καί πιστεύσαντες᾽. Πέραν τοῦ γεγονότος μέ τόν Θωμᾶ, ὁ Κύριος τό εἶχε προείπει στούς μαθητές Του, στήν ἐκτεταμένη διδασκαλία Του στά πλαίσια τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου: μετά τή Σταυρική Του θυσία θά εἶναι ὁρατός καί θά Τόν αἰσθάνονται μόνον οἱ μαθητές Του. Στήν ἔνσταση τοῦ ᾽Ιούδα, ὄχι τοῦ ᾽Ισκαριώτη, ῾Κύριε, καί τί γέγονεν ὅτι ἡμῖν μέλλεις ἐμφανίζειν Σεαυτόν καί οὐχί τῷ κόσμῳ;᾽, στήν ἔνσταση δηλαδή τῆς κοσμικῆς λογικῆς πού ἀπαιτεῖ μιάν ἐξωτερική ἐπιβολή καί νίκη κατά τῶν ἐχθρῶν τῆς πίστεως, ὁ Κύριος εἶναι ἀπόλυτος καί σαφής: Μόνον ὅποιος τηρεῖ τίς ἐντολές Του, συνεπῶς οἱ πιστοί μαθητές Του, θά Τόν ζοῦν καί θά Τόν βλέπουν. ῾᾽Εάν τις ἀγαπᾷ με, τόν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ᾽ αὐτῷ ποιήσομεν᾽.

Κι εἶναι τοῦτο καί ἡ μόνιμη ἀπάντηση, πέραν τῶν ὅσων εἴπαμε, γιά τό πῶς βεβαιώνεται κανείς στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ: μόνον διά τῆς ἀγάπης στόν συνάνθρωπο. ῾Πίστις δι᾽ ἀγάπης ἐνεργουμένη᾽, πού σημειώνει ὁ ἀπ. Παῦλος. Μέ ἄλλα λόγια, ὅταν ἡ ἀμφιβολία καί ἡ ἀπιστία ἀρχίζουν νά μέ ταλαιπωροῦν, ἡ ἀπάντηση εἶναι νά θερμαίνω τήν καρδιά μου ἐντονότερα γιά τόν κάθε πλησίον μου καί μάλιστα τόν θεωρούμενο ἐχθρό μου. Τήν ὥρα πού θά παλεύω ν᾽ ἀγαπῶ ἐκεῖνον μέ τόν ὁποῖο φαίνεται νά ἔχω πρόβλημα, τήν ὥρα ἀκριβῶς αὐτή θά νιώθω καί τή χάρη τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ νά εἰσρέει στήν καρδιά μου. Εἶναι μιά ἐμπειρία τῆς ᾽Αναστάσεως πού βεβαίως, εἶναι αὐτονόητο, πρέπει κανείς νά πειραματιστεῖ στόν ἴδιο του τόν ἑαυτό γιά νά τή νιώσει.


ΠΗΓΗ ''ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ''

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top