Τοῦ Μητροπολίτου Λεμεσοῦ Ἀθανασίου, ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ὁμιλία: «Ἡ θεραπεία ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τοῦ Φαρισαϊσμοῦ»
Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι νὰ ξέρετε, αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι, οἱ θρῆσκοι ἄνθρωποι εἶναι τὸ πιὸ ἐπικίνδυνο εἶδος μέσα στὴν ἐκκλησία. Αὐτοὶ οἱ θρῆσκοι ἄνθρωποι εἶναι ἐπικίνδυνοι. Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς φυλάει ἀπ'αὐτούς. Ἔλεγε ἕνας ἁγιορείτης ὅταν ἔκαμνα μία φορὰ λειτουργία καὶ λέγαμε «Κύριε σῶσον τοὺς εὐσεβεῖς» λέει ἀστειευόμενος «Κύριε σωσον ἠμᾶς ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς» δηλαδὴ ὁ Θεὸς νὰ σὲ φυλάει ἀπὸ τοὺς θρήσκους ἀνθρώπους, διότι θρῆσκος ἄνθρωπος σημαίνει μία προσωπικότης διεστραμμένη ἡ ὁποία οὐδέποτε εἶχε προσωπικὴ σχέση μὲ τὸν Θεό. Ἁπλῶς μόνον κάμνει τὰ καθήκοντά της ἀπέναντί Του, ἀλλὰ καμιὰ σοβαρὴ σχέση δὲν εἶχε γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς δὲν λέει αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο τίποτε. Καὶ σᾶς ὁμολογῶ καὶ ἐγὼ ἀπὸ τὴν πείρα μου ὅτι δὲν εἶδα χειρότερους ἐχθρούς τῆς ἐκκλησίας ἀπὸ τοὺς θρήσκους ἀνθρώπους.
Ὅταν παιδιὰ θρήσκων ἀνθρώπων ποὺ μέσ' τὴν ἐκκλησία ἢ καὶ παπάδων ἀκόμα καὶ θεολόγων καὶ ἀνθρώπων ποὺ κάνουν τοὺς θρήσκους καὶ τοὺς πολλοὺς ἐδοκίμασαν τὰ παιδιά τους νὰ γίνουν μοναχοὶ ἢ ἱερεῖς αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ἔγιναν χειρότεροι καὶ ἀπὸ δαίμονες. Ἐξανέστησαν ἐναντίον τῶν πάντων. Ἔγιναν οἱ χειρότεροι ἐχθροὶ τῶν ἀνθρώπων. Θυμᾶμαι γονεῖς ποὺ ἔφερναν τὰ παιδιὰ τους εἰς τὶς ὁμιλίες καὶ ὅταν τὸ παιδὶ τους κάποια στιγμὴ ἔκαμε ἕνα βῆμα παραπάνω ἔγιναν οἱ χειρότεροι ἄνθρωποι ποὺ ἔλεγαν τὰ... χειρότερα λόγια. Καὶ ἐγὼ τοὺς λέω: Mὰ ἐσὺ ἔφερες τὸ παιδί σου στὴν ὁμιλία, δὲν τὸ ἔφερα ἐγώ. Καὶ μία φόρα εἶπα σὲ ἕναν πατέρα ὅταν ἔβλεπα ὅτι ἡ κόρη του, τέλος πάντων, εἶχε ζῆλο στὴν ἐκκλησία τοῦ λέω: Κοίταξε μὴν τὴν ξαναφέρεις στὴν ὁμιλία. Μὴν τὴν ξαναφέρεις νὰ τῆς μιλήσω διότι ἡ κόρη σου θὰ γίνει μοναχὴ καὶ αὔριο θὰ σοὺ φταίω ἐγώ. Ὄχι πάτερ μου, ἀλλοίμονο, ἐμεῖς σὲ λατρεύουμε. Καὶ ἔγινε ἡ κόρη του μοναχὴ ἑφτὰ χρόνια καὶ δὲν μοῦ μιλᾶ ἀκόμα. Ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἔχαναν ὁμιλία, ἔτσι, δὲν ἔχαναν ὁμιλία. Ἦταν πάντοτε οἱ πρῶτοι. Ὁμιλίες, ἀγρυπνίες, βιβλία, ξέρω ‘γῶ τὰ πάντα. Καὶ ἔφερναν καὶ τὰ παιδιά τους καὶ ὅταν ἦρθεν ἡ ὥρα ποὺ τὸ παιδὶ τους μέσα στὴν ἐλευθερία του, τέλος πάντων, ἀποφάσισε ἕναν δικό του δρόμο τότε οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἔγιναν τελείως στὸ ἀντίθετο στρατόπεδο καὶ ἀπέδειξαν ὅτι γιὰ αὐτοὺς ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε μιλήσει ποτὲ μὲς τὴν δική τους τὴν καρδιά. Ἁπλῶς ἦταν θρῆσκοι ἄνθρωποι.
Γι΄ αὐτὸ οἱ θρῆσκοι ἄνθρωποι εἶναι τὸ πιὸ δύσκολο εἶδος μεσ' τὴν ἐκκλησία. Γιατί ξέρετε κάτι. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι καμιὰ φορᾶ δὲν θὰ θεραπευθοῦν. Γιατί νομίζουν ὅτι εἶναι κοντὰ στὸν Θεό. Ἐνῶ οἱ ἁμαρτωλοί, ξέρω ΄γῶ, οἱ χαμένοι ἂς ποῦμε, ἔτσι, αὐτοὶ ξέρουν ὅτι εἶναι ἁμαρτωλοί. Γι΄ αὐτὸ ὁ Χριστὸς εἶπε ὅτι οἱ τελῶνες καὶ οἱ πόρνες θὰ πᾶν στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ εἶπε στοὺς Φαρισαίους: Ἐσεῖς, ἐσεῖς ποὺ εἴσαστε θρῆσκοι δὲν θὰ πάτε ποτὲ στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γιατί οὐδέποτε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἄλλαξε τὴν καρδιά τους. Ἁπλῶς ἀρκοῦνταν στὴν τήρηση τῶν θρησκευτικῶν τύπων.
Ἔτσι λοιπὸν ἐμεῖς ἂς προσέξουμε τὸν ἑαυτόν μας νὰ καταλάβομε ὅτι ἡ ἐκκλησία εἶναι ἕνα νοσοκομεῖο ποὺ μᾶς θεραπεύει μᾶς κάνει νὰ ἀγαποῦμε τὸν Χριστὸν καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία φλόγα ποὺ ἀνάβει μεσ' τὴν καρδιά μας καὶ νὰ ἐξετάζομε τὸν ἑαυτό μας ἐὰν βρισκόμαστε στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν βλέπομε μέσα μας ὅλες αὐτὲς τὶς κακίες καὶ τὶς ἀνιδιοτέλειες καὶ τὶς πονηρίες τότε πρέπει νὰ ἀνησυχοῦμε. Γιατί δὲν εἶναι δυνατὸ ὁ Χριστὸς νὰ εἶναι μέσα στὴν καρδιά μας καὶ νὰ 'μαστε γεμάτοι ξύδι.
Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ εἶσαι γεμάτος χολὴ ἐναντίον τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου. Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ διαβάζεις τὸ εὐαγγέλιο καὶ νὰ μὴν δέχεσαι τὸν ἀδερφό σου. Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ λὲς ἔχω τόσα χρόνια στὴν ἐκκλησία, ἔχω τόσα χρόνια ποὺ 'μαι μοναχὸς κληρικὸς ἡ ὁτιδήποτε καὶ ὅμως τὸ ἄλφα τῆς πνευματικῆς ζωῆς ποὺ 'ναι ἡ ἀγάπη. Ποῦ 'ναι τὸ νὰ ὑπομένεις τὸν ἀδερφό σου, νὰ κάνεις λίγο ὑπομονὴ μὲ τὸ νὰ μὴν τὸ δέχεσαι σημαίνει τίποτα δὲν ἔκαμες. Τίποτα ἀπολύτως τίποτα. Τίποτα ἀπολύτως. Ἐδῶ ὁ Χριστὸς ἔφτασε στὸ σημεῖο νὰ πεῖ γιὰ τὶς παρθένες ἐκεῖνες ὅτι δὲν εἶχε καμιὰ σχέση μαζί τους. Τοὺς πέταξε ἔξω ἀπὸ τὸν νυμφώνα παρ' ὅλα ποὺ 'χαν ὅλες τὶς ἀρετὲς γιατί δὲν εἶχαν τὴν ἀγάπη. Διότι ἤθελε νὰ τοὺς πεῖ ὅτι μπορεῖ νὰ ἔχετε ἀρετὲς ἐξωτερικὲς, μπορεῖ νὰ μείνατε παρθένες, μπορεῖ νὰ κάματε χίλια πράματα ἀλλὰ δὲν κατορθώσατε τὴν οὐσία αὐτοῦ ποὺ εἶχε σημασία ἀπ' ὅλα. Ἐὰν αὐτὸ δὲν τὸ καταφέρεις τί τὰ θέλεις τὰ ἄλλα ὅλα;
Τί τὰ θέλω ἐγὼ τώρα ἂν τρώω λάδι σήμερα καὶ δὲν τρώω λάδι. Μπορεῖ νὰ μὴν τρώω λάδι, ἂς ποῦμε καὶ νὰ τρώω τὸν ἀδερφό μου ἀπὸ τὸ πρωὶ ὡς τὴ νύχτα. Ἔλεγαν εἰς τὸ Ἅγιο Ὅρος λέει μὴν ρωτᾶς ἂν τρώω ψάρι. Τὸν ψαρὰ νὰ μὴν φάεις καὶ ψάρι φάε. Ἢ τὸν λαδὰ νὰ μὴν φαεῖς καὶ φάε μία σταξιὰ λάδι. Τὸ νὰ φάεις τὸν ἄλλον ἀπὸ τὴν γλώσσα εἶναι πολὺ χειρότερο ἀπὸ τὸ νὰ φᾶς μία κουταλιὰ λάδι. Καὶ ὅμως στέκομεν ἐκεῖ. Τρῶμε λάδι, δὲν τρῶμε λάδι, τρῶμε ψάρι, δὲν τρῶμε ψάρι. Ξέρω ‘γῶ βούτηξε τὸ κουτάλι στὸ ἄλλο φαγὶ καὶ μπορεῖ νὰ τσακωθοῦμε ἐκεῖ, νὰ σκοτωθοῦμε μὲ τὸν ἄλλον ἄνθρωπο γιατί ἐβούτηξε τὸ κουτάλι προηγουμένως σὲ ἕναν ἄλλο φαΐ. Καταλαβαίνετε πόσο γελοία εἶναι ἐτοῦτα τὰ πράγματα καὶ μᾶς κοροϊδεύουν καὶ οἱ δαίμονες ἀλλὰ καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι ἐκτὸς ἐκκλησίας. Καὶ ὅταν μπαίνουν κοντά μας ἀντὶ νὰ βλέπουν τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐκκλησίας μεταμορφωμένους σὲ Χριστὸ Ἰησοῦ, νὰ 'ναι γλυκὺς ἄνθρωποι καὶ νὰ 'ναι ὥριμοι ἄνθρωποι, ἰσορροπημένοι, ὁλοκληρωμένοι ἄνθρωποι, ἄνθρωποι γεμάτοι ἁρμονίας ἂς ποῦμε μέσα τους μᾶς βλέπουν δυστυχῶς μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ πάθη μας καὶ ὅλες ἐκεῖνες τὶς ξινίλες μας καὶ λένε: E, νὰ γίνω ἔτσι; Καλύτερα νὰ μοῦ λείπει....
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Η πλαστογραφία τής αγάπης λόγω ... αγαπητικότητας (!) πρός τόν ενανθρωπήσαντα υιό καί Λόγο τού Θεού, είναι πολύ εύκολη. Η υπερβάλλουσα αυτή "αγαπητικότητα" έκανε τόν Άρειο νά ισχυρίζεται ότι ο Χριστός ήταν κτίσμα τού Θεού, τόν Νεστόριο νά αρνείται τόν όρο Θεοτόκος γιά τήν Παναγία καί άλλους νά λέγουν διάφορα άλλα : Μονοφυσίτες, μονοθελήτες, διθεΐτες (φιλιόκβε) καί ο κατάλογος δέν έχει τελειωμό μέ τούς Προτεστάντες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣήμερα όλα αυτά αποτελούν παρελθόν, επειδή κυριαρχεί η (μία απροσδιόριστη) θεότητα τού αγίου Θεού και όπως κάθε άνθρωπος τήν αντιλαμβάνεται˙ είθισται, κατά τά προτεσταντικά πρότυπα - απόρροια τής παπικής στρέβλωσης τού φιλιόκβε. Τό ίδιο συνέβη καί μέ τόν ορισμό τής Εκκλησίας ( : μία, αγία, καθολική καί αποστολική), ο ορισμός τής οποίας (εντός παρενθέσεως) αποτελεί τήν ερμηνευτική προέκταση τού «Καὶ εις τὸ Πνεύμα τὸ Άγιον, τὸ κύριον, τὸ ζωοποιόν, τὸ εκ το Πατρὸς εκπορευόμενον, τὸ σὺν Πατρὶ καὶ Υιώ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλήσαν διὰ τών προφητών».
Τό Πανάγιον Πνεύμα «όλον συγκροτεί τόν θεσμό τής Εκκλησίας» καθόσον, καί αυτή, είναι Μία ακριβώς όπως ο άναρχος αγένητος (μή γενετός) Πατήρ, ο συνάναρχος γεννητός Υιός καί Λόγος, καί τό θείον Πνεύμα. Δηλαδή, η καθ' ημάς γνωριζόμενη - κατά Χάριν - εν Χριστώ άπειρος, άρρητος, ακατάληπτος Μία θεότητα τού ενός Θεού.
(Διάβαζε, «Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και Πατρός και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος είη μετά πάντων υμών»).
Κατά τά άλλα, τού Μητροπολίτη Λεμεσού Αθανασίου, αυτά εντάσσονται κατά τόν γράφοντα στό πνεύμα τής καινοτόμου αρνησίθρησκης Νεο-ορθοδοξιας, τό οποίο διακατέχει τόν Μητροπολίτη καί τούς σύν αυτώ νεοορθοδόξους. Γνώρισμά τους ή σύμπλεξη αληθείας και ψεύδους˙ αποτέλεσμα η θεολογική αφασία τών πιστών˙ αίτιο η απογύμνωση τής Εκκλησίας από τό θεωρητικό / θρησκευτικό είναι της. Θεολογία ερήμην Θρησκείας οδηγεί σέ παραληρηματικούς λογισμούς καί τό «θεραπευτήριο» εκκλησία γίνεται πλέον Νοσοκομείο ανιάτως πασχόντων.
Σάς ευχαριστώ γιά τήν δημοσίευση του σχολίου, κάτι που δέν συνέβη και μέ τό ιστολόγιο «Ρωμαΐικο Οδοιπορικό».
ΑπάντησηΔιαγραφήΔιόρθωση
ΑπάντησηΔιαγραφήΤό ιστολόγιο «Ρωμαΐκο Οδοιπορικό» δημοσίευσε τελικά τό σχόλιο. Ίσως, ήμουν λίγο βιαστικός στήν κρίση μου.
Ευχαριστώ καί πάλι.