Εἰς τάς 13 Νοεμβρίου 1870, μνήμην τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου εἰς τήν Μάδυτον δύο ἐνάρετοι γονεῖς ὁ Γεώργιος καί ἡ Μελπομένη Καβουρίδου ἔφερον εἰς τόν κόσμον ἕνα χαριτωμένο ἀγοράκι. Ἀπό εὐλάβειαν εἰς τόν Μεγάλον Ἅγιον καί Στυλοβάτην τῆς Ὀρθοδοξίας ἔδωσαν εἰς τόν τρίτοκον υἱόν τους, τό ὄνομα Χρυσόστομος. Πραγματικῶς ἀξιοθαύμαστος σύμπτωσις!




_1922.1
ΜΑΔΥΤΟΣ

        Ὁ νεαρός Χρυσόστομος ἐπεράτωσε τάς γυμνασιακὰς του σπουδὰς εἰς Μάδυτον. Τόν διέκρινε εὐλάβεια, ἐπιμέλεια καί πάντοτε διά τῆς συμπεριφορᾶς τοῦ ἔδιδε τήν ἐντύπωσιν μᾶλλον σκεπτικοῦ γέροντος παρά χαρίεντος παιδίου.

        Ἡ ἐπιθυμία τῶν γονέων τοῦ ἦτο νά γίνῃ ἔμπορος. Ἀλλά εἰς τήν ψυχήν τοῦ νεαροῦ Χρυσοστόμου δέν ὑπῆρχε οὔτε ἴχνος συμπαθείας πρός τόν κερδῶον Ἑρμῆν. Παρά τό νεαρόν της ἡλικίας ἀντελήφθη τήν τεραστίαν ἀξίαν τοῦ χριστιανισμοῦ καί ἤρχισε νά τόν διαφλέγη ἡ ἀσίγαστος ἐπιθυμία νά ὑπηρετήση τό Ἱερόν Θυσιαστήριον.

         - Κληρικός θά γίνω πατέρα.

         Οὐδείς συλλογισμός καί οὐδεμία προτροπή τῶν οἰκείων του ἠδυνήθησαν νά τόν μεταπείσουν. Μίαν ἡμέραν μάλιστα ὑπό τό κράτος τοῦ φλογεροῦ του ἐνθουσιασμοῦ ἐρρίφθη εἰς τήν θάλασσαν.

        Κατόπιν τῆς ἁγίας αὐτῆς ἐπιμονῆς ὑπεχώρησαν οἱ γονεῖς του. Ὁ ἔφηβος τότε Χρυσόστομος, διά νά μή ἐπιβαρύνη τήν οἰκογένειάν του μέ τά ἔξοδα τῶν θεολογικῶν του σπουδῶν, ἀπηυθύνθη εἰς τόν ἐκ μητρός θεῖον τοῦ Χαράλαμπον Στεφανίδην, πλούσιον βαμβακέμπορον τῆς Αἰγύπτου. Αὐτόν παρεκάλεσε νά τόν βοηθήση εἰς τάς σπουδάς του.

39129
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΧΑΛΚΗΣ


         Ὁ Χρυσόστομος εἰς Κωνσταντινούπολιν, ἦτο μεταξύ των πρώτων Ἱεροσπουδαστῶν τῆς περισέμνου Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης. Προικισμένος μέ ἰσχυράν ἀντίληψιν, ἀλλά καί ἀμετάκλητον θέλησιν νά σπουδάση, ἀφιερώθη ὁλοψύχως εἰς τήν μελέτην τῆς Ἱερᾶς Ἐπιστήμης ἀριστεύων πάντοτε. Αἱ νεανικαί διασκεδάσεις ἦσαν ἄγνωστοι διά τόν νεανίαν. Ὑπέταξε τά πάντα εἰς τήν δύναμιν τοῦ χαρακτῆρος καί ἀπό τῆς ἠφαιστιώδους καί ἀκαταστάτου αὐτῆς ἡλικίας ἀπελάμβανε ἤδη τάς ριγηλὰς ἠδονὰς τοῦ πνεύματος. Ἡ ἀριστοκρατία ὅμως αὐτή τοῦ πνεύματος, ἀντί νά καλλιεργήση μίαν ἔπαρσιν καί ἕναν ἑωσφορικόν ἐγωϊσμόν, ἀπ' ἐναντίας τόν ἐκόσμησε μέ μίαν ἀσκητικήν ἁπλότητα καί ταπείνωσιν. Οὕτω φοιτητής ὤν, δέν ἐδυσκολεύθη νά ὑπηρετῆ ὡς οἰκόσιτος ὑπηρέτης εἰς τήν οἰκίαν του τότε Διευθυντοῦ τῆς Σχολῆς Κωνσταντίνου Παρίτση, προκειμένου νά ἐξοικονομῆ τά ἔξοδά του. Διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ ἀπέκτησε τήν εὐχέρειαν νά στέλλη καί χρήματα εἰς τούς οἰκείους του, ἀντί νά γίνεται ἐνοχλητικός ἀπαιτῶν ἀπό αὐτούς, ὡς συνήθως κάνουν οἱ φοιτηταί, ἐξανεμίζοντες τάς πενιχρὰς οἰκιακὰς οἰκονομίας.

         Σπουδαστής ὤν χειροτονεῖται διάκονος καί τόν Ἰούλιο τοῦ 1901 ἔλαβε τό πτυχίον τοῦ ἐπί τῆς Β΄ Πατριαρχείας Ἰωακείμ Γ΄. Ἡ ἐπί πτυχίω διατριβή τοῦ ἔφερε τόν τίτλο «Ἡ Ὀρθοδοξία Κυρίλλου τοῦ Λουκάρεως», διορίζεται δέ ἱεροκήρυξ Πανόρμου. Εἰς Πανόρμον οἱ θόλοι τῶν Ἐκκλησιῶν ἀντήχησαν ἀπό τάς ὑπερόχους ὁμιλίας του καί ἠγαπήθη ἀπό τόν κόσμον. Ἦταν δεινότατος ὁμιλιτής καί πολλές ὁμιλίες τοῦ ἐφιλοξένησέ το τότε ἐπίσημον Πατριαρχικόν δημοσιογραφικόν ὄργανον «Ἐκκλησιαστική ἀλήθεια» (ἴδε ἔτος 1906 σέλ. 585).

pelagonia        Ἐπανελθῶν εἰς Κωνσταντινούπολιν, διετέλεσε τριτεύων Διάκονος τῶν Πατριαρχείων.

        Τήν 31ην Ἰουλίου 1908 ἡμέρα Πέμπτη ἡ Πατριαρχική Ἱερά Σύνοδος διά ψήφων κανονικῶν τόν ἀνέδειξε Μητροπολίτην Ἰμβρου. Οὕτω τό Σαββατον 5 Αὐγούστου 1908 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος ὑπό τοῦ Συνοδικοῦ Μητροπολίτου Σερβίων καί Κοζάνης Κωνσταντίνου. Τήν δέ ἑπομένη 6ην Αὐγούστου ἡμέρα Κυριακή ἑορτή τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Ἰμβρου ὑπό τῶν Συνοδικῶν Μητροπολιτῶν Σερβίων καί Κοζάνης, Κυζίκου, Νικοπόλεως καί Λεροῦ. Μετά τέσσαρα ἔτη θεοφιλοῦς ποιμαντορίας μετετέθη τήν 28η Ἰουλίου 1912 στήν Ἱερά Μητρόπολη Πελαγονίας (Μοναστηρίου). Τότε ἡ πόλις λόγω τῶν Βαλκανικῶν Πολέμων ἔγινε στόχος σφοδρῶν βομβαρδισμῶν. Καθ' ἑκάστην οἱ νεκροί ἤσαν πολλοί καί ὁ φόβος ἐκ τῶν βομβαρδισμῶν τοσοῦτος, ὥστε οἱ ἱερεῖς νά μήν ἔχουν τό θάρρος νά τούς θάπτουν. Ὁ Ἐπίσκοπος ὁ ἴδιος παρέμενε πλησίον των νεκρῶν, δίδων θάρρος εἰς τούς ἱερεῖς. Εἶχε δέ ἐξαιρετικόν συνεργάτην τόν μετέπειτα Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Ἀθηναγόραν. Ἡ προσήλωσίς του πρός τό καθῆκον ἦτο τοιαύτη, ὥστε νά μή κατέρχεται εἰς τό καταφύγιο κατά τούς ἐπικινδύνους βοβμαρδισμούς.

Μίαν ἡμέραν Γάλλοι ἀξιωματικοί, παρουσιασθέντες ἐνώπιόν του τόν ἠρώτησαν.

        - Πῶς θεωρεῖτε τούς βάλλοντας ἐναντίον τῆς πόλεως καί φονεύοντας τόσους ἐκ τοῦ ἀμάχου πληθυσμοῦ;

        Ὁ Ἐπίσκοπος, χωρίς νά χάση τό θάρρος του καί θεωρῶν τούς Ἀγγλογάλλους αἰτίους, διότι αὐτοί εἶχον γεμίσει τό Μοναστήρι μέ παντός εἴδους πολεμικά εἴδη, ὥστε νά εἶναι ἐπίζηλος στρατιωτικός στόχος, ἀπήντησε∙

       - Θά σᾶς ἀπαντήσω, ἀφοῦ προηγουμένως σᾶς ἐρωτήσω πῶς λέγονται οἱ μεταβάλλοντες τήν πόλιν εἰς μέγα ὁπλοστάσιον;

        Μίαν ἡμέραν κατήρχετο εἰς Θεσσαλονίκην δι' ὑποθέσεις τῆς Μητροπόλεώς του. Εἰς τό βαγόνι συνεταξίδευε μέ ἀξιωματικούς των δύο τότε ἐθνοκτόνων φατριῶν. Ἠκουσε λοιπόν μερικούς ἐξ αὐτῶν νά ὑβρίζουν τόν Βασιλέα εἰς ἐπήκοον Σέρβων καί Βουλγάρων Ἀξιωματικῶν. Ὁ μέχρι τότε σιωπηλός ἱεράρχης, λαβῶν τόν λόγον ἐκάκισε σφοδρότατα τήν ἀσέβειαν τῶν ἀξιωματικῶν πρός τόν Ἄρχοντα τοῦ Ἔθνους καί συνέστησε ὁμόνοιαν καί ἀγάπην τῶν φατριῶν χάριν τῶν ὑψίστων συμφερόντων τῆς πατρίδος.

        Μετά δύο λεπτά, ἀφοῦ εἰσῆλθε εἰς τήν Μητρόπολιν Θεσσαλονίκης, δύο Σενεγαλέζοι (στρατιῶται τῶν γαλλικῶν ἀποικιῶν) συνέλαβαν τόν Ἐπίσκοπον καί ὑπό τό πρόσχημα μιᾶς ἀνακρίσεως τόν ὠδηγησαν εἰς τάς φυλακάς καί τοῦ πῆραν τά χρήματα. Συνεφυλάκισαν τότε καί τόν Ἀρχιδιάκονόν του Ἀθηναγόραν. Ἐν συνεχεία δέ τόν ἐξώρισαν εἰς Ἅγιον Ὅρος εἰς τήν Σκήτην Μυλοποτάμου τῆς περιοχῆς Μ. Λαύρας παραμείνας εἰς αὐτήν ἐπί μία πενταετία μελετῶν καί προσευχόμενος ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ ἐμπεριστάτου ἔθνους.

        Μετά τήν ἐπάνοδόν του ἐκ τῆς ἐξορίας, ἔσπευσε καί τόν συνήντησε ὁ τότε Βασιλεύς τῆς Σερβίας, ὅστις τόν παρεκάλεσε νά παραμείνη Ἐπίσκοπός του καταληφθέντος ὑπό τῶν Σέρβων Μοναστηρίου ὁμιλῶν ὅμως καί λειτουργῶν σερβιστί καί ἑλληνιστί. Ὁ μέγας ὅμως ἐκεῖνος ἀνήρ ἀπήντησε μέ ἀξιοπρέπειαν.

        - Εἶμαι Ἕλλην Ἐπίσκοπος καί καλοῦμαι νά ποιμάνω ἑλληνικά ποίμνια.

        Ὁ Σέρβος Μονάρχης τοῦ ἐπέδωσε σημαντικόν ποσόν, μετά τήν ἄρνησίν του αὐτήν, ὡς ἀποζημίωσιν. Τά χρήματα αὐτά δέν τά ἐδέχθη καί τῇ ἐπιμονῇ τοῦ βασιλέως τῆς Σερβίας, τά ἐκράτησε τό Πατριαρχεῖον διά τάς ἀναγκας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χαλκης.

         Κατά τήν περίοδον τῆς Μικρασιατικῆς ἐκστρατείας ἐφέροντο ὡς ὑποψήφιοί του Πατριαρχικοῦ Θρόνου ὁ Χρύσανθος Τραπεζοῦντος καί ὁ πολύς Μελέτιος Μεταξάκης. Ἐξ Ὀρθοδόξου λοιπόν διαισθήσεως ὁ Μητροπολίτης Χρυσόστομος καί γνωρίζων τάς ἀσταθεῖς καί νεωτεριστικᾶς ἰδέας τοῦ Μεταξάκη ἐκινήθη κατά τῆς ἐκλογῆς του. Πρός τοῦτο ἀνεχώρησε ἐσπευσμένως εἰς τό Ἐσκί - Σεχήρ πρός συνάντησιν τοῦ Στρατηλάτου Κωνσταντίνου.

         Ὁ ἀείμνηστος καί δαφνοστεφής Βασιλεύς Κωνσταντῖνος ἠσθάνετο ἰδιαιτέραν ἐκτίμησιν καί εἰλικρινῆ σεβασμόν πρός τόν Μητροπολίτην Χρυσόστομον. Συχνάκις συνέτρωγον καί ἐλευθέρως προσήρχετο εἰς τά ἀνάκτορα. Εἰς τό Ἐσκί - Σεχήρ λοιπόν τόν ἐδέχθη προσηνέστατα εἰς τήν σκηνήν του ὁ Στρατηλάτης καί ἐθεώρησε τήν ἐπίσκεψίν του ὡς οὐρανίαν ἀναψυχήν κατά τάς δυσκόλους στιγμὰς, πού διήρχετο τό Ἔθνος.

        Ἀφού συνεζήτησαν τόν παρέπεμψεν εἰς τόν τότε πρωθυπουργόν τῆς Ἑλλάδος Δ. Γούναρην. Ὁ πρωθυπουργός ὅμως, παρ' ὄλας τάς προτροπὰς ἠδράνησε οὐχί ἐκ δόλου, ἀλλ' ἐξ ἑνός πνεύματος σχολαστικοῦ. Οὕτως ἐξελέγη πρός μεγίστην ζημίαν τῆς Ἐκκλησίας Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ὁ Μεταξάκης, διά νά ἀρχίση τό καταστρεπτικόν κατά τῆς Ὀρθοδοξίας ἔργον. Ἑπόμενον ἦτο μετά τήν ἐκλογήν τοῦ Μεταξάκη νά τεθῆ ὑπό διωγμόν ὁ ἁγνός ἰδεολόγος Χρυσόστομος.

        Οὔτε τήν κλίμακα τοῦ Πατριαρχείου δέν τοῦ ἐπετράπη νά ἀνέλθη. Πρός τούς λυπηθέντας φίλους καί ἀκραιφνεῖς ἐργάτας τῆς Ὀρθοδοξίας συνέστησε ψυχραιμίαν. Διορατικώτατος δέ ὤν, παρ' ὅλον τόν φλέγοντα πατριωτισμόν του, χάριν οὐ πολλὰς κακώσεις ὑπέστη, δέν ἐνέκρινε τόν ἀκράτητον ἐνθουσιασμόν τῶν Ἑλλήνων τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐξ ἀφορμῆς τῆς προσωρινῆς κατοχῆς τῆς Βασιλίδος. Ἦτο βέβαιος ὅτι ἡ αἰσχρά καί ἀνθελληνική διπλωματία τῆς Δύσεως, δέν θά ἐπέτρεπε τοιαύτην ἐθνικήν εὐτυχίαν εἰς τήν μικρὰν καί ἔνδοξον Ἑλλάδα. Δι' αὐτό καί συνεβούλευε μετριοπάθειαν καί συντηρητικότητα εἰς τάς ἐκδηλώσεις.

        Γεμάτος πικρίαν διά τάς ἐθνικὰς καί ἐκκλησιαστικὰς ἀνωμαλίας κατέρχεται ἀπό τήν Κωνσταντινούπολιν εἰς τάς Ἀθήνας, ἔνθα κατά πατρικόν καθῆκον τακτοποιεῖ Πρωτοσύγγελον Μητροπόλεως Ἀθηνῶν τόν πιστόν του Διάκονον καί μετέπειτα Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Ἀθηναγόραν.

        Ὁ Μεταξάκης διέταξε τήν σύλληψιν τοῦ ἀγωνιστοῦ Ἐπισκόπου· πλήν οὗτος προλαβῶν ἀνεχώρησεν εἰς Ἀλεξάνδρειαν. Ἐκεῖ ἠγαπήθη ὑφ' ὅλων των κληρικῶν καί τῶν λαϊκῶν καί ἐγένετο τό σέμνωμα τῶν Πατριαρχείων. Ἡ αἴγλη, μεθ' ἧς περιεβλήθη ὑπῆρξε ἀφάνταστος καί ὠδηγησε τούς θαυμαστᾶς του, μετά τήν χηρείαν τοῦ Πατριαρχικοῦ θρόνου Ἀλεξανδρείας νά «συνωμοτήσουν» κατά τῆς ταπεινοφροσύνης του, ἐνεργοῦντες διά τήν ἀνάρρησίν του εἰς τόν περικλεῆ θρόνον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου, τοῦ Μ. Ἀθανασίου, τοῦ Κυρίλλου καί ἄλλων ἐνδόξων της Ἐκκλησίας Πατέρων. Τοῦτο ἀντιληφθεῖς ὁ ὀξυνούστατος ἱεράρχης λάθρα ἀνεχώρησε ἀποφεύγων τάς τιμὰς καί τήν κατά κόσμον δόξαν. Μετά τοῦτο ἀνεδείχθη Πατριάρχης ὁ κ. Χριστόφορος.

         Εἰς Ἀθήνας ἀρχίζει πλουσίαν Ἐκκλησιαστικήν δράσιν. Μεταβαίνει εἰς Ἐπισκοπήν Φιλιατῶν ὡς Τοποτηρητής καί ἐν συνεχεία τό ἔτος 1924 ἐξελέγη Μητροπολίτης Φλωρίνης. Ἐκ τῆς θέσεως ταύτης ἐργάζεται μέ ζῆλον καί ἀφοσίωσιν διά τήν ἐνίσχυσιν τῆς πίστεως καί τῆς φιλοπατρίας παρά τῷ ποιμνίω τῆς Θεοπνεύστου Ἐπαρχίας του.

        Τό 1923 ἡ Ἰταλική Κυβέρνησις ἐξ ἀφορμῆς τοῦ φόνου ὑπό τῶν ληστῶν τοῦ Στρατηγοῦ Τελλίνι, προέδρου τῆς Ἐπιτροπῆς διαχαράξεως τῶν Ἑλληνοαλβανικῶν συνόρων, καταλαμβάνει στρατιωτικῶς τήν Κερκυραν. Ἐπειδή δέ ἡ τότε Ἑλληνική Κυβέρνησις, ἐθνοπρεπέστατα ἐνεργοῦσα, ἀπέρριψε τήν νόταν τῆς Ἰταλικῆς Κυβερνήσεως, ὁ στρατός Κατοχῆς Κερκύρας προέβη εἰς παντοίας καταδυναστεύσεις τοῦ Κερκυραϊκοῦ λαοῦ καί διαπόμπευσιν τῶν Ἑλληνικῶν ἐθνικῶν συμβόλων.

        Εἰς τήν δύσκολον αὐτήν στιγμήν εὑρέθη ὁ Μητροπολίτης Χρυσόστομος εἰς Κερκυραν φιλοξενούμενος τοῦ Μητροπολίτου Ἀθηναγόρου. Παραβλέπων δέ τούς τύπους καί ἀποβλέπων εἰς τήν οὐσίαν ὡς γνήσιος Ἕλλην, συμμετέχει εἰς τήν ἐθνικήν αὐτήν δοκιμασίαν, ἀλλά καί ἀγωνίζεται σθεναρῶς. Οὕτως ἀδιαφορῶν διά τήν παρουσίαν τῶν Ἰταλικῶν στρατευμάτων ὁμιλεῖ μέ σθένος καί ἐθνικήν ἀξιοπρέπειαν ἀπό τοῦ Δημαρχείου τῆς Κερκύρας καί εἰς τήν πλατείαν ἐκείνην τοῦ χειμαζομένου Κερκυραϊκοῦ λαοῦ.

        Τό 1928 ἐξελέγη συνοδικός καί εὑρέθη εἰς τάς Ἀθήνας. Ἀσθενήσας βαρέως εἰσῆλθε πρός νοσηλείαν εἰς τόν «Εὐαγγελισμόν». Μετά τήν ἀποθεραπείαν τοῦ τό ἔτος 1930 παρητήθη τῆς Ι. Μητροπόλεως Φλωρίνης διά λόγους ὑγείας χωρίς νά παύση τήν Ἐκκλησιαστικήν του δράσιν. Ὠμίλει τακτικώτατα εἰς διαφόρους αἰθούσας καί δή εἰς τήν αἴθουσαν «Τριῶν Ἱεραρχῶν».

        Κατά προτροπήν τῶν φίλων του ἀπεφάσισε νά ἀποκτήση μικρόν οἰκίσκον, τόν ὁποῖον ἠγόρασε διά προσφορᾶς δανείων ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Ἀθηναγόρα καί τοῦ τότε Ἀρχιμανδρίτου Χριστοφόρου Χατζῆ. Διά τῆς συντάξεώς του ἐξώφλησε ἐντός δύο ἐτῶν τό χρέος.

        Παραμένων πλέον μέσα εἰς τήν πρωτεύουσαν παρηκολούθει μέ ἰδιαιτέραν συγκίνησιν τόν ἀγώνα καί τάς ταλαιπωρίας τοῦ ἀγωνιζομένου διά τάς παραδόσεις ποιμνίου.

        Εἰς τάς Ἀθήνας ἐγνωρίσθη μέ ἐκπροσώπους παλαιοημερολογιτῶν. Εὐθύς ἐξ ἀρχῆς ἐξετίμησε τό φρόνημά των καί συνεκινήθη ἀπό τούς ἀγώνας των. Πολλάκις ἐθεάθη νά παρακολουθῆ ἰδιωτικῶς τάς καθόδους τῶν Παλαιοημερολογιτῶν εἰς Φαληρον, ὅπως κατά τήν 6ην Ἰανουαρίου 1935, ἐπί τῇ τελετή τῆς καταδύσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.

        Ἡ πρώτη ἐπίσημος ἐπαφή μεταξύ της «Κοινότητος Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος» -διαχειριζομένης τότε τόν ἱερόν ἀγώνα- καί ἐκείνου ἐγένετο τόν Δεκέμβριον τοῦ 1934 εἰς τήν ἐπί τῆς ὁδοῦ Κρίσσης οἰκίαν του. Εἰς τήν ἐπαφήν αὐτήν συνετέλεσε καί ὁ ἐξ Ἁγίου Ὅρους εὐλαβέστατος μοναχός Ἀντώνιος Μουστάκας, γνωρίζων τόν Σεβασμιώτατον ἐκ τῆς ἐν Ἁγίω Ὀρει παρά τόν Μυλοπόταμον διαμονῆς του. Συνεδέθη ἐπίσης μετά τοῦ Σεβασμιωτάτου καί ὁ ἐκλεκτός ἀδελφός Ἠλίας Ἀγγελόπουλος, εἰς ὅν ὁ ἀείμνηστος παρέδιδε τά δημοσιευόμενα εἰς τόν «Κήρυκα τῶν Ὀρθοδόξων» ἄρθρα του.

chrysostom-of-florina
Ο ΠΡΩΗΝ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΩΝ


         Ἡ ἀρχική ἀπόφασις ἦτο νά ἐξέλθη εἰς τόν ἀγώνα τήν Κυριακήν της Ὀρθοδοξίας τό 1935. Πλήν ἐματαιώθη λόγω τοῦ ἐπισυμβάντος τότε στασιαστικοῦ κινήματος. Καθ' ὅλον αὐτό τό διάστημα ἐπεκοινώνει μετά τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Δημητριάδος Γερμανοῦ, διά νά κατέλθωσιν ἀπό κοινοῦ εἰς τόν ἀγώνα.

        Ἡ λαμπρά διά τήν Ὀρθοδοξίαν ἡμέρα ἦτο πλέον πραγματικότης. Τήν 13ην Μαΐου Κυριακήν της Σαμαρείτιδος τρεῖς Ἀρχιερείς∙ ὁ Πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, ὁ Δημητριάδος Γερμανός καί ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος, ἐξήρχοντο διά νά ἠγηθῶσι τοῦ ἱεροῦ κινήματος εἰς τόν ἱερόν Ναόν τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου παρά τόν Κολωνόν Ἀθηνῶν. Ὅσοι εὑρέθησαν τήν ἡμέραν ἐκείνην, ἀσφαλῶς θά δύνανται νά ὁμολογήσουν ὅτι δέν ἀνέτειλε εὐτυχεστέρα ἡμέρα διά τούς Ἕλληνας τούς ἀγωνιζομένους ὑπέρ τῆς πατρώας εὐσεβείας.

        Τελεσιγραφική ἦτο ἡ ἀναγγελία τῆς ἀποφάσεώς του εἰς τούς οἰκείους του.

        - Θά βγῶ εἰς τόν ἀγώνα τῶν παλαιοημερολογιτῶν!!!

        Ὅταν οἱ οἰκεῖοι του ἠθέλησαν νά τόν ἐμποδίσουν, ἐπικαλούμενοι τούς κινδύνους εἰς τούς ὁποίους θά ἐξετίθεντο ἠθικῶς καί ὑλικῶς καί αὐτοί, ἐξ αἰτίας του, ὁ ἀείμνηστος ποιμενάρχης ἀπήντησε μέ ἀμετάκλητον σταθερότητα.

        - Ὁ ἀγαπῶν Μητέρα ἡ Πατέρα ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστί μου ἄξιος - εἶπεν ὁ Χριστός.

Three_Metropolitans_May-1935        Μετά τήν προσχώρησιν αὐτήν ἀρχίζει περίοδος λαμπρῶν, ἀλλά καί σκληρῶν ἀγώνων. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ὠρυομένη, ἀλλά καί θορυβηθεῖσα ἐκ τοῦ κινήματος ὠρκισθη ἐκδίκησιν καί ἐξόντωσιν τῶν εὐσταλῶν Ἱεραρχῶν. Ὅθεν καί συγκροτήσασα ἐκτάκτως Συνοδικόν Δικαστήριον τήν 1ην τοῦ Ἰουνίου μηνός κατεδίκασε τούς Τρεῖς Ἀρχιερεῖς εἰς ἔκπτωσιν ἐκ τοῦ Ἀρχιερατικοῦ βαθμοῦ, ὑπαγωγήν αὐτῶν εἰς τήν τάξιν τῶν Μοναχῶν καί εἰς πενταετῆ περιορισμόν αὐτῶν εἰς ἀπομεμακρυσμένας καί ἐρήμους Μονάς. Τοῦ μέν ἀειμνήστου Χρυσοστόμου ὠρισθη ἡ ἐν τῷ Ὀλύμπω ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Διονυσίου, τοῦ Δημητριάδος Γερμανοῦ ὠρισθη ἡ νῆσος Ἀμοργός καί τοῦ Ζακύνθου Χρυσοστόμου ἡ ἐν τῇ Ἀκαρνανία Ἱερά Μονή τῆς Ρομβης.

        Ἐν τῇ Ἱερά Μονή τοῦ Ὀλύμπου διέμεινεν ὁ ἀείμνηστος Χρυσόστομος μέχρις Ὀκτωβρίου τοῦ 1935, ὄτε τή καλοκαγαθία του τότε Κυβερνήτου Γ. Κονδύλη ἐπανῆλθεν εἰς Ἀθήνας.

        Δέν παρέμεινεν ὅμως ἐν Ἀθήναις ἐπί πολύ, διότι ὁ ἔνθεος ζῆλος ὑπέρ τῆς γαλήνης καί ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας καταφλέγων τήν καρδίαν αὐτοῦ, ὑπεχρέωσε τοῦτον ἴνα ἐπιχειρήση ταξείδιον εἰς Ἱερουσαλήμ καί ἐκεῖθεν εἰς Δαμασκόν πρός συνάντησιν καί συνεννόησιν μετά τῶν Προέδρων τῶν τῆς Ἀνατολῆς Πατριαρχικῶν Θρόνων. Διο καί ἀνεχώρησεν ἐξ Ἀθηνῶν κατά τάς ἀρχάς Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους ἐκείνου, φθάσας ἐν μέσω χειμῶνος εἰς Ἱερουσαλήμ. Ἀμφότεροι οἱ Πατριάρχαι ὑπεδέχθησαν τόν ἀείμνηστον δικαιώσαντες τάς προσπαθείας καί τάς θυσίας αὐτοῦ καί ὑποσχεθέντες τήν συνδρομήν αὐτῶν διά τήν σύγκλησιν τῆς Προσυνόδου ἡ μεγάλης Ὀρθοδόξου Συνόδου, πρός τακτοποίησιν τῶν ἐκκρεμούντων ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων, πρώτην θέσιν κατέχοντος μεταξύ αὐτῶν τοῦ ἐορτολογικοῦ. Ἑτοιμασθεῖς δέ ἵνα ἐπιστρέψη εἰς τήν Ἑλλάδα, ἠμποδίσθη ὑπό τοῦ ἐν Ἱεροσολύμοις Ἕλληνος Προξένου, ἐκτελοῦντος διαταγὰς δοθείσας αὐτῶ ἐξ Ἀθηνῶν, καί μή ἐπικυροῦντος τά διαβατήρια Αὐτού∙ οὕτω δέ ἀπεκλείσθη ἐκεῖσε μείνας αἰχμάλωτος ἐπί πέντε περίπου μήνας.

        Ἐνταύθα δέν δυνάμεθα νά παραλείψωμεν τό εἰς τόν ἀείμνηστον γενόμενον θαῦμα ὑπό τοῦ Μεγαλομάρτυρος Ἁγίου Γεωργίου.

image1        Εὐρίσκετο ἐν Ἱεροσολύμοις ἀποκλεισμένος καί κατά φυσικήν συνέπειαν πολύ στενοχωρημένος ὡς μή δυνάμενος νά πληροφορηθῆ περί τῆς πορείας ἐν Ἑλλάδι τοῦ ἐορτολογιακοῦ ζητήματος, τοῦ ὁποίου εἶχεν ἀναλάβει τήν ὑπεύθυνον διαχείρισιν. Οὕτω δέ εὑρισκόμενος, μετά τήν θείαν λειτουργίαν τήν τελεσθεῖσαν τήν 23ην Ἀπριλίου ἐπί τῇ μνήμη τοῦ Μεγαλομάρτυρος Ἁγίου Γεωργίου, ἀνέπεμψε θερμήν δέησιν πρός τόν Μεγαλομάρτυρα Τροπαιοφόρον Ἅγιον, εἰπών∙ «Ἅγιε Μεγαλομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Γεώργιε. Σύ εἶσαι τῶν αἰχμαλώτων ἐλευθερωτής καί τῶν πτωχῶν ὑπερασπιστής Σύ θαυμάστωσον καί ἐπ' ἐμοί τό ὄνομά Σου ἀπαλλάσσων μέ τῆς αἰχμαλωσίας ταύτης». Καί μετά τήν θερμήν ταύτην προσευχήν, ἀναχωρήσας ἐξ Ἱεροσολύμων καί κατελθῶν εἰς Γιάφαν εἰσῆλθεν ὅλως ἀπαρατήρητος εἰς τό ἀναχωροῦν διά τόν Πειραιά ἀτμοπλοῖον ἄνευ διαβατηρίου καί τῶν λοιπῶν Προξενικῶν ἐγγράφων, ἔφθασεν εἰς τόν Πειραιά. Καί τοῦτο τό εἰς αὐτόν τελεσθέν θαῦμα τοῦ Μεγαλομάρτυρος διεκήρυσσε μέχρι τῆς ὁσίας τελευτῆς τοῦ ὁ ἀείμνηστος.

        Ἀπό τῆς ἐξ Ἱεροσολύμων ἐπανόδου τοῦ ὁ ἀείμνηστος Χρυσόστομος, ἐν συνεργασία μετά τῶν ἀειμνήστων Δημητριάδος Γερμανοῦ, Κυκλάδων Γερμανοῦ καί Βρεσθένης Ματθαίου, ἐπεδόθη εἰς τήν Ποιμαντορίαν καί τόν Πνευματικόν καταρτισμόν τῶν ἀκολούθων τοῦ Παλαιοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου, ἕνεκα τοῦ ὁποίου καταμηνυθεῖς εἰς τά Πολιτικά Δικαστήρια ὑπό τῶν διοικούντων τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος, εἰσήχθη εἰς δίκην κατά ἀλληλοδιάδοχον συνέχειαν εἰς τό Πλημμελιοδικεῖον, Ἐφετεῖον καί τόν Ἄρειον Πάγον, καταπλήξας τούς Δικαστᾶς τοῦ διά τῆς εὐφραδείας καί τῶν ἀκαταμαχήτων, ὑπέρ τῆς ἀληθείας καί τοῦ δικαίου ἐπιχειρημάτων, καί ἀναγκάσας τούτους ἐν τέλει νά ὁμολογήσωσιν εἰπόντες «ἔχετε ἀπόλυτον δίκαιον, ἀλλά διά λόγους σκοπιμότητος εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νά σᾶς δικάσωμεν». Καί ἐξέδωκαν καταδικαστικήν ἀπόφασιν.

         Αἱ τρεῖς μνημειώδεις ἀπολογίαι τοῦ ἀειμνήστου ἐκτυπωθεῖσαι εἰς ἰδιαίτερον φυλλάδιον, ἀποτελούσι στηλογράφημα καί εἰκόνα πρός μίμησιν ἀξιοζῆλον, διότι ἐν αὐταῖς ἐμφαίνεται καί τονίζεται τό Ἀποστολικόν «Πειθαρχεῖν δεῖ Θεῶ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις».

         Συνεχίζων τήν Ποιμαντορίαν καί διοργάνωσιν τῶν Παλαιοημερολογιτῶν ὁ ἀείμνηστος, ἐλυπήθη μεγάλως διά τόν γενόμενον - ὡς μήποτ' ὤφειλεν - ἀποχωρισμόν τῶν Κυκλάδων Γερμανοῦ καί Βρεσθένης Ματθαίου, ἀποχωρησάντων κατά Σεπτέμβριον τοῦ 1937, μή ὑπάρχοντος οὐδενός οὐσιώδους λόγου∙ μείνας δέ ἔκτοτε καί μετά τοῦ Δημητριάδος Γερμανοῦ συνεργαζόμενος μέχρι τῆς κοιμήσεως ἐκείνου, ἐπωμίσθη ἔκτοτε καί ἐβάστασε μόνος -ὡς ἄλλος μυθικός Ἄτλας- ὅλον το βάρος τοῦ ἱεροῦ ἀγῶνος τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν μέχρι τῆς μακαρίας τελευτῆς του.

        Ἀξιοσημείωτος εἶναι, καί θά μείνη ἀλησμόνητος ἡ ὑπομονή καί ἐπιμονή εἰς τό ἱερόν καθῆκον τοῦ ἀειμνήστου Χρυσοστόμου, ὅστις καθ' ὅλον το διάστημα τῆς ξενικῆς της Πατρίδος ἠμων κατοχῆς (1941-1944), μή ὑπάρχοντος τότε οὐδενός συγκοινωνιακοῦ μέσου, κατήρχετο καθ' ἑκάστην - πολλάκις δέ καί δίς τῆς ἡμέρας - πεζή ἀπό τῆς ἐν τῇ συνοικία Κυψέλης κατοικίας τοῦ εἰς τά Γραφεῖα τοῦ ἱεροῦ ἀγῶνος καί ἐπέστρεφε πεζοπορῶν, διάστημα μιᾶς καί ἠμισείας περίπου ὥρας, καί τοῦτο καθ' ἑκάστην, ἴνα διά τῆς παρουσίας καί τῶν λόγων τοῦ παρηγορήση τούς τεθλιμμένους, καί λάβη γνῶσιν τῆς πνευματικῆς καί ἠθικῆς καταστάσεως τῶν πνευματικῶν τέκνων του. Τοσούτον κατέφλεγε τήν καρδίαν αὐτοῦ ὁ ζῆλος καί τό ἐνδιαφέρον πρός τό καθῆκον ὑπέρ τοῦ Ποιμνίου του!

         Τόν αὐτόν ζῆλον καί τό αὐτό ἐνδιαφέρον ὑπέρ τοῦ ἱεροῦ ἠμων ἀγῶνος ἐπέδειξε καί μετά τήν ἀπελευθέρωσιν τῆς Πατρίδος ἐκ τῆς ξενικῆς κατοχῆς, συγγράφων καθ' ὅλον το διάστημα καί ἐκδίδων ἀδιακόπως διάφορα βιβλία ὑπέρ τοῦ Ἐορτολογιακοῦ ζητήματος, καί μετά νεανικῆς προθυμίας ἐπισκεπτόμενος ἐκ περιτροπῆς πάντας τους ἱερούς Ναούς τοῦ ἀγῶνος, κηρύττων ἐν αὐτοῖς τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί στηρίζων τούς ἀγωνιζομένους Ἀδελφούς, τόσον τούς τῶν Ἀθηνῶν καί τοῦ Πειραιῶς, ὅσον καί τούς τῶν ἐν ταῖς Ἐπαρχίαις παραρτημάτων, τούς ὁποίους πολλάκις ἐπεσκέφθη καί ἐνίσχυσε παρά τό προβεβηκός τῆς ἡλικίας του. Ὄχι δέ ὀλίγας φορᾶς ὑπεστήριξε τά δίκαιά του ἀγῶνος ἠμων διά διαλέξεων ἀπό τοῦ βήματος τῶν αἰθουσῶν τοῦ «Παρνασσοῦ» τῶν Φίλων του λαοῦ, τῆς αἰθούσης τῶν Ἐμποροϋπαλλήλων κ.α., τάς δέ διαλέξεις τοῦ παρηκολούθησαν πλεῖστοι ἐπίσημοι Ὑπουργοί, Βουλευταί Στρατηγοί κ.α.

         Τήν αὐτήν τακτικήν ἠκολούθησεν ὁ ἀείμνηστος Χρυσόστομος μέχρι τοῦ ἔτους 1951, ὄτε ἐνεργείαις καί εἰσηγήσεσι τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Σπυρίδωνος Βλάχου, ἐξεδόθη ὑπό τῆς τότε Κυβερνήσεως Βενιζέλου - Παπανδρέου ἡ ἀντισυνταγματικωτάτη ὑπ' ἀριθ. 45/51 Πράξις τοῦ Ὑπουργικοῦ Συμβουλίου, βάσει τῆς ὁποίας ἐκινήθη ἄγριος διωγμός κατά τῶν Παλαιοημερολογιτῶν κληρικῶν καί λαϊκῶν, κλεισθέντων καί σφραγισθέντων πάντων των Ναῶν αὐτῶν.

        Καίτοι ἡ μνημονευθεῖσα ὑπ' ἀριθ. 45 ὑπουργική αὐτή Πράξις διά δύο ἀποφάσεων τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας (ὑπ' ἀριθ. 1055/51 καί 500/52), ἐχαρακτηρίσθη ὡς «στερουμένη ἐκτελεστικοῦ χαρακτῆρος» ἐν τούτοις συνελήφθησαν, ἐκακοποιήθησαν, ἀπεσχηματίσθησαν καί ποικιλοτρόπως διεπομπεύθησαν πλεῖστοι Ἱερεῖς Παλαιοημερολογίται Μοναχοί καί Μοναχαί, καί ἐγένοντο εἰς βάρος τῶν πιστῶν χριστιανῶν ὅσα δέν ἀναγράφει ἡ Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ὡς γενόμενα ὑπό τῶν εἰδωλολατρῶν, τῶν εἰκονομάχων καί τῶν ἱεροξεταστῶν τοῦ μεσαιῶνος καί τά ὁποῖα ἀποτελούσι μελανήν κηλίδα εἰς τήν ἱστορίαν τοῦ 20ου αἰῶνος τοῦ ἐπαγγελλομένου - κατ' ἐπίφασιν καί μόνον - τήν ἐλευθερίαν τῆς συνειδήσεως.

        Βάσει τῆς ἀνωτέρω ὑπουργικῆς Πράξεως, καί κατόπιν ἐπιμόνου ἀξιώσεως τοῦ προκαθημένου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τόν Μάρτιον τοῦ 1951 συνελήφθη καί ὁ ἀείμνηστος Χρυσόστομος μεταφερθεῖς - δίκην ληστοῦ - συνοδεία ἐκ τῆς οἰκίας του καί περιορισθεῖς εἰς τό Ὀρφανοτροφεῖον Βουλιαγμένης, ἔνθα ὑπό φρούρησιν παρέμεινεν ἐπί διάστημα ἐκβιαζόμενος ἵνα παραδεχθῆ τάς ἀπόψεις καί τό μνημόσυνον τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, ἐπί τοῦ ὁποίου σημείου οἱ ἐχθροί του συνήντησαν τήν γρανιτώδη ἀντίστασιν τοῦ ἀειμνήστου, προτιμήσαντος ἐξορίαν ἰσοδυναμοῦσαν μέ εἰς θάνατον καταδίκην αὐτοῦ καί ὄχι παρέκκλισιν ἐκ τῆς ὀρθοδόξου πορείας του καί τῆς γραμμῆς τοῦ ἱεροῦ ἀγῶνος τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.

         Ἐπροτάθη εἰς τόν ἀείμνηστον ἴνα ἀποδεχθῆ τάς προτάσεις καί συμμορφωθῆ πρός τάς ἀπαιτήσεις τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σπυρίδωνος, μέ τήν ὑπόσχεσιν ὅτι θά δοθῶσιν εἰς αὐτόν αἱ ἀπό τοῦ 1935 καθυστερούμεναι Ἀρχιερατικαί του συντάξεις μετά τῶν τόκων καί ἐπιτοκίων καί... παχυλῶν δώρων∙ πρός τοῦτο ἀφέθη πρός στιγμήν -καθ' ὑστεροβουλίαν βέβαια- ἐλεύθερος ἵνα συνεννοηθῆ μετά τῶν συνεργατῶν καί τῶν οἰκείων του.

        Ἐπεχείρησαν ὅμως ἀδύνατα «γράφοντες εἰς ὕδωρ, καί τοξεύοντες εἰς οὐρανόν» κατά τήν παροιμίαν, ἐφ' ᾧ καί ἀπεφάσισαν τήν ἐξορίαν αὐτοῦ εἰς τήν ἐν τῇ νήσω Μυτιλήνη καί παρά τήν Ἄντισσαν Ἱεράν Μονήν τοῦ Ὑψηλοῦ τήν ἐπ' ὀνόματι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου καί Εὐαγγελιστοῦ τιμωμένην.

moni-ipsilou
Η ΜΟΝΗ ΥΨΗΛΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ

        Ὑπό αὐστηρὰν συνοδείαν χωροφυλάκων μετήχθη εἰς Μυτιλήνην ὁ ὀγδοηκοντούτης πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος, ὁ τοσαύτας καθ' ὅλον τόν βίον αὐτοῦ προσενεγκῶν ὑπηρεσίας εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί τό Ἔθνος, διά τάς ὁποίας ὑπό μέν τῆς πρώτης ἠμείφθη διά τῆς ἐκφράσεως εὐαρεσκείας καί εὐφήμου μνείας, ὑπό δέ τοῦ δευτέρου ἠμείφθη διά τῆς ἀπονομῆς παρασήμου∙ ὑπ' ἀμφοτέρων ὅμως ἐπ' ἐσχάτων καί περί τάς δυσμᾶς τοῦ βίου του ἠμείφθη διά τῆς ἐξορίας, μόνον καί μόνον διά τήν ἐμμονήν του εἰς τήν ἱεράν παράδοσιν τοῦ Πατρίου Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου. Δέν ἔπαυσεν ὅμως λέγων καί ἐπαναλαμβάνων τούς λόγους τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου νουθετοῦντος τούς κακοπαθούντας Χριστιανούς καί λέγοντος∙ «Ἀδελφοί μή τίς ὑμῶν πασχέτω ὡς φονεύς, ἡ κλέπτης ἡ κακοποιός ἡ ὡς ἀλλοτριοεπίσκοπος∙ εἰ δέ ὡς χριστιανός πάσχη, μή αἰσχυνέσθω, δοξαζέτω δέ τόν Θεόν ἐν τῷ μέρει τούτω∙ ὅτι καιρός τοῦ ἄρξασθαι τό κρίμα ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ Θεού∙ εἰ δέ πρώτον ἀφ' ἠμων, τί τό τέλος τῶν ἀπειθούντων τῷ τοῦ Θεοῦ Εὐαγγελίω;» (Α΄ Πετρ. Δ΄ 15-17). Εἰς τήν Μονήν τοῦ Ὑψηλοῦ ἔφθασεν ὁ ἀοίδιμος τήν 11 Μαρτίου εὐθύς δέ ἐνεκλείσθη εἰς ἕν τῶν σκοτεινοτέρων κελλίων αὐτῆς, πρό τῆς εἰσόδου τοῦ ὁποίου ἐτοποθετήθησαν δύο χωροφύλακες πρός φρούρησιν ἐκ... φόβου ἀποδράσεως!!! Καί εἰς τήν σκοτεινήν ἐκείνην φυλακήν θά εὕρισκεν ἀσφαλῶς τόν θάνατον, ἐάν δέν ἐπαρουσιάζετο ἡ καλοκάγαθος βοήθεια τοῦ ἐν πᾶσιν ἀρίστου Καθηγουμένου τῆς ἱερᾶς ἐκείνης Μονῆς Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμανδρίτου Σεραφείμ, ἐκτιμήσαντος ἀπό τῆς πρώτης ἡμέρας τήν ἀξίαν τοῦ ἀειμνήστου καί συνδεθέντος μετ' αὐτοῦ διά δεσμῶν ἀρρήκτου φιλίας.

         Θά ἦτο παράλειψις σπουδαία ἐάν δέν ἐμνημονεύετο εὐφήμως ἐνταύθα το ὄνομα τοῦ Πανοσιολογιωτάτου τούτου Καθηγουμένου τοῦ ὁποίου ἡ μεγάλη καλωσύνη ἐξηπλοῦτο ὄχι μόνον ἐπί τοῦ ἀειμνήστου, ἀλλά καί ἐπί ὅλων των πολυπληθῶν ἐπισκεπτῶν αὐτοῦ.

        Διότι ἐξ Ἀθηνῶν, ἐκ Πειραιῶς καί ἐξ ὅλων των μερῶν τῆς Ἑλλάδος καί τοῦ ἐξωτερικοῦ ἔσπευδον καθ' ὁμάδας καί μεμονωμένως ἐπίσημοι καί ἀνεπίσημοι ἴνα ἐπισκεφθῶσι τόν Μέγαν ἔγκλειστον (ἡ μᾶλλον τόν Δεσμώτην Προμηθέα ὡς τίς προσφυῶς ὠνόμασεν αὐτόν) ἄλλοι μέν ἴνα ἀπολαύσωσι τῶν εὐχῶν καί εὐλογιῶν του, καί ἄλλοι ἴνα ἐκφράσωσι τόν θαυμασμόν των∙ διότι ἐν τῷ αἰώνι τούτω τῆς ὕλης, εὑρίσκονται καί ἄνθρωποι προτιμῶντες τόν θάνατον ὑπέρ μιᾶς ἱερᾶς ἰδέας.

        Ἡ Ἱερά Μονή τοῦ Ὑψηλοῦ ἀπέχουσα τῆς πόλεως Μυτιλήνης περί τά 45 χιλιόμετρα, κεῖται ἐπί βραχώδους ὑψηλοῦ λόφου ἔνθα, ἕνεκα τῶν προσβαλλόντων αὐτόν πανταχόθεν ἰσχυρῶν ἀνέμων καί τοῦ ἀείποτε ἐπικρατοῦντος δριμυτάτου ψύχους ὄχι δένδρα, ἀλλ' οὐδέ χόρτα φύονται∙ στερεῖται δέ αὕτη καί πηγαίου ὕδατος, ἐξυπηρετουμένων τῶν οἰκητόρων αὐτῆς εἰς πάσας τάς χρείας διά τῶν ὑδάτων τῆς βροχῆς συγκεντρουμένων ἐπί εἰδικῶν δεξαμενῶν.

        Εἰς ταύτην τήν ἀπό πάσης ἀπόψεως ἀπαράκλητον Ἱεράν Μονήν ἐξωρίσθη ὁ ἀείμνηστος Ποιμενάρχης τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, ἔχων ὡς μόνην παρηγορίαν τήν καθημερινήν συναναστροφήν τοῦ μορφωμένου καί εὐγενεστάτου τούς τρόπους Πανοσιολογιωτάτου Καθηγουμένου Ἀρχιμανδρίτου Σεραφείμ καί τῶν ἐκ διαφόρων μερῶν ἐπισκεπτομένων Αὐτόν.

Snap_2010.10.11_14h06m08s_002        Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Ἀθηναγόρας χρηματίσας Ἀρχιδιάκονος τοῦ ἀειμνήστου ἐν τῇ Μητροπόλει Πελαγονίας -ὡς προελέχθη- ἀπέστειλεν ἐπιστολήν παραγγείλας καί προφορικῶς διά τοῦ ἐπιδότου αὐτῆς πρός τόν «Γέροντά» του, ὡς ἐνησμενίζετο νά ἀποκαλῆ τόν ἀοίδιμον, προσκαλῶν αὐτόν εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν, καί ὑποσχόμενος ἴνα τῷ προσφέρη μίαν ἐκ τῶν καλλιτέρων Μητροπόλεων, καί πάσαν ἄλλην ἀνάπαυσιν. Ἀλλ' ὁ ἀείμνηστος ἀπήντησε πρός τόν Πατριάρχην, ὄτι∙ ἡ μόνη ἀνάπαυσις καί ὑπηρεσία ἡ ὁποία θά εὐχαριστήση αὐτόν καί τό πλῆθος τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν ἀλλά καί Αὐτόν τόν Θεόν μετά τῶν Ἀγγέλων Αὐτοῦ, εἴναι∙ Νά φροντίση τήν ἕνωσιν τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν διά τῆς ἐπαναφορᾶς ἐν τῇ Ἐκκλησία τοῦ Πατρίου Ἑορτολογίου.

        Δέκα ἑπτά μήνας συνεπλήρωσεν ἐν τῇ ἐξορία μετ' ἀξιοθαυμάστου ὑπομονῆς ὁ ἀείμνηστος∙ καθ' ὅλον δέ τό διάστημα τοῦτο ἐγένοντο πολλαί καί ποικίλαι ἐνέργειαι διά τήν ἀνάκλησίν του. Τό ζήτημα τοῦτο πάνυ φιλοτίμως ἀνέλαβον καί διεχειρίσθησαν οἱ εὐγενέστατοι βουλευταί κ.κ. Ν. Ζορμπάς βουλευτής Χίου, Χ. Σκουτέρης βουλευτής Ἀττικῆς καί Χ. Γοργίας βουλευτής Σερρῶν, ὄχι μόνον ἐπεμβάντες ἁπλῶς ἀλλά καί πίεσιν ἀσκήσαντες ἐπί τοῦ τότε Πρωθυπουργοῦ Ν. Πλαστήρα, ὑπό τοῦ ὁποίου ἐδόθη ἐπί τέλους ἡ διαταγή τῆς ἀνακλήσεως. Αὕτη ἐπραγματοποιήθη τήν 18ην Ἰουλίου 1952, ἀφιχθέντος ἀεροπορικῶς εἰς τόν ἀερολιμένα τοῦ Ἑλληνικοῦ, τοῦ ἀειμνήστου Χρυσοστόμου καί γενομένου ἐνθουσιωδῶς δεκτοῦ ὑπό τῶν ἀνωτέρω ἀξιοτίμων βουλευτῶν, ὁλοκλήρου του Διοικητικοῦ Συμβουλίου τῆς Π.Θ.Ε.Ο.Κ. καί πλήθους λαοῦ Γνησίων Ὀρθοδόξων, συνοδεία τῶν ὁποίων καί ἀνῆλθεν εἰς Ἀθήνας ἐπανελθῶν εἰς τήν οἰκίαν του.

         Ἀπό τῆς ἐπανόδου ἐκ τῆς ἐξορίας τοῦ ὁ ἀείμνηστος Χρυσόστομος ἐπανήρχισε τό προσφιλές αὐτῶ ἔργον τῆς διαποιμάνσεως τοῦ κλήρου καί λαοῦ τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων, παρ' ὄλας τάς προβαλλομένας ἀντιδράσεις ἐκ μέρους τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας ὁ Προκαθήμενος ἀπό Ἰωαννίνων κ. Σπυρίδων Βλάχος, διά μέσου του ἀνωτέρου ὑπαλλήλου τοῦ ὑπουργείου Παιδείας καί Θρησκευμάτων κ. Ἰωάννου Πούλου, ἐκάλεσε τοῦτον εἰς τήν ἐν τῷ Ψυχικῶ οἰκίαν του καί διά σχήματος ὑποκρινομένης φιλίας εἶπε πρός αὐτόν∙ «Ἄκουσε Χρυσοστομε∙ Σύ ἔχεις μίαν πολύ καλήν "θέσιν" εἰς τήν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας, μή θέλης ἑπομένως νά ἀμαυρώσης τό παρελθόν σου ἐπιμένων εἰς τό Παλαιόν Ἡμερολόγιον. Βλέπεις ὅτι σέ ἐγκατέλειψαν οἱ συνεργᾶται σου καί διέρρευσαν διαλυθέντες οἱ ὀπαδοί τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου. Ἐπανελθε λοιπόν εἰς τούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία μεταξύ των ἄλλων θά σοῦ δώση καί τάς καθυστερουμένας ἀποδοχᾶς ἐκ τῶν συντάξεών σου ἀνερχομένας εἰς πολλᾶς χιλιάδας λιρῶν».

        Αὐτά καί πλείονα ὅμοια τούτων εἶπεν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Σπυρίδων, νομίζων ὅτι δι' αὐτῶν θέλει ἐκφοβίσει ἡ δελεάσει καί κλονίσει τόν ἀκλόνητον βράχον διακόψαντα τοῦτον ἀποτόμως καί εἰπόντα πρός αὐτόν:
       «Μακαριώτατε∙ Φρόντισε νά ἑνώσης τήν Ἐκκλησίαν ἐπαναφέρων εἰς αὐτήν τό πατροπαράδοτον Ἑορτολόγιον, ἵνα ἡσυχάσουν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Περί συντάξεων καί χρημάτων δέν ἐνδιαφέρομαι, οὐδέ χάριν τούτων ἀποφασίζω νά παραβιάσω τήν συνείδησίν μου, τώρα μάλιστα εἰς τάς δυσμᾶς τοῦ βίου μου. Εἶναι ψευδέστατον ὅτι διελύθησαν ἡ διαλύονται οἱ Παλαιοημερολογίται, τῶν ὁποίων μάλιστα χαλυβδοῦται τό θρησκευτικόν αἴσθημα. Ἀλλά καί ἄν, καθ' ὑπόθεσιν, ὅλοι οἱ Παλαιοημερολογίται διαρρεύσουν πρός τό νέον ἡμερολόγιον, ὡς ἰσχυρίζεσθε, καί μείνη εἰς καί μόνον Παλαιοημερολογίτης, αὐτός θά εἶμαι ἐγώ».

        Κατάπληκτος ἐπί τῷ ἀκούσματι τῶν λόγων τούτων ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Σπυρίδων, ἀντί ἄλλης ἀπαντήσεως εἶπε πρός τόν ἀείμνηστον Χρυσοστομον∙ «Ὁ Θεός νά Σέ ἐλεήση». Πλήν ἤκουσεν εἰς ἀπάντησιν ἐκ τοῦ ἁγίου ἐκείνου στόματος∙ «Ἀμήν. Νά ἐλεήση καί ἐμέ καί σας, Μακαριώτατε, καί νά σᾶς φωτίση νά ἐνώσητε τήν Ἐκκλησίαν, τῆς ὁποίας εἶναι ἀρκετά τα βέλη τά ὁποῖα δέχεται ἐκ τῶν ἔξωθεν ποικιλωνύμων ἐμφανῶν καί ἀφανῶν ἐχθρῶν της. Μή θέλητε λοιπόν καί σεῖς ἴνα πληγώνητε τά σπλάγχνα αὐτῆς ἐκ τῶν ἔνδον διά τῆς διαιρέσεως. Νέα ἐξορία μου δέν μέ φοβίζει∙ διότι ἐσυνήθισα τάς ἐξορίας, δέν ἔλυσα ἄλλωστε ἀκόμη καί τάς ὀλίγας ἀποσκευάς μου ἐπανελθῶν ἐκ τῆς προσφάτου ἐξορίας».

         Αὐτή ἦτο ἡ ἀπάντησις, ἀλλά καί ἡ τελευταία συνάντησις τοῦ ἀειμνήστου Χρυσοστόμου μετά τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σπυρίδωνος ἐξακολουθοῦντος τήν ἰδίαν τακτικήν καί τάς ἰδίας πιέσεις κατά τοῦ ἀειμνήστου καί γενικῶς ὅλων των Παλαιοημερολογιτῶν Κληρικῶν καί λαϊκῶν, ἀλλά ἐξ ἀντιθέτου καί ὁ μακάριος Ἡγέτης τοῦ ἱεροῦ ἀγῶνος τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Κυρός Χρυσόστομος ἐξηκολούθησε τήν ἰδίαν τακτικήν μετά τοῦ αὐτοῦ θάρρους καί τῆς αὐτῆς αὐταπαρνήσεως μέχρι τῆς μακαρίας τελευτῆς καί μεταθέσεώς του εἰς τάς αἰωνίους Μονάς, λαβούσης χῶραν τήν 6ην πρός 7ην Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 1955, τῆς κηδείας τοῦ γενομένης τήν 8ην Σεπτεμβρίου ἡμέραν Τετάρτην ἐκ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Κυψέλης ἔνθα ἐψάλη ἡ νεκρώσιμος Ἀκολουθία. Ἡ σορός ἀκολουθουμένη ὑπό πομπῆς 300 καί πλέον ταξί αὐτοκινήτων, μετεφέρθη καί ἐτάφη εἰς τήν παρά τήν Παρνηθα Ἱεράν Μονήν τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου∙ το δέ μακάριον πνεῦμά του ἐποπτεύει οὐρανόθεν τους συνεχίζοντας τό ἔργον αὐτοῦ.

_

Αἰωνία αὐτοῦ ἡ μνήμη!

O ΠΡ. ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ)

"Δίκαιοι εἰς τὸν αἰῶνα ζῶσι"

ΣΗΜΕΙΩΣΗ "ΚΡΥΦΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ": Τὴν ἐποχὴ ποὺ ἔδρασε ὁ ἀείμνηστος πρ. Φλωρίνης, δὲν ὑπήρχε ἀκόμη ἐπισήμως ὁ ὅρος "Οἰκουμενισμὸς", ἀλλά τὰ κύρια στοιχεία του περιλαμβάνονται σε λέξεις καὶ φράσεις ὅπως "συγχρονισμὸς", "νεωτερισμὸς", "προσέγγισις τῶν ἐκκλησιῶν", "ἔνωσις τῶν ἐκκλησιῶν".



«Τὸ Ἐκκλησιαστικὸν τοῦτο Συνέδριον (σ. σ. ἐννοεῖ τὸ "Πανορθόδοξο" Συνέδριο τοῦ 1923), εἰς ὅ ἀντεπροσωπεύθησαν μόνον αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι τῆς Ἑλλάδος, τῆς Σερβίας καὶ τῆς Ρουμανίας, ἀπεφάσισε κατ’ ἀρχὴν τὴν εἰσαγωγὴν τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου καὶ ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἀνατολικῇ Ἐκκλησίᾳ διὰ τὰς ἀκινήτους μόνον ἑορτάς, ἐπιφυλαχθὲν τοῦτο ἐν προσεχεῖ μέλλοντι νὰ διαρρυθμίσῃ καὶ τὸν Πασχάλιον Κανόνα ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου, πρὸς προσέγγισιν, ὡς ἀπεφάνθη ὁ Πρόεδρος, τῶν Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀνατολῆς πρὸς τὰς Ἐκκλησίας τῆς Δύσεως καὶ εἰς τὸν ἑορτασμὸν τῆς Βασιλίδος τῶν ἑορτῶν τοῦ Πάσχα καὶ τῶν ἐξ αὐτοῦ καθοριζομένων λοιπῶν Δεσποτικῶν ἑορτῶν».


   (Ἐπιστολὴ πρὸς Πατριάρχην Ἀλεξανδρείας Νικόλαον τόν Ε΄, Ἱεροσόλυμα, 10-4-1935)




   «Τὸ ζήτημα τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου ἔχει βαθύτερα τὰ αἴτια καὶ ἐλατήριά του. Οἱ ἐμπνευσταὶ καὶ πρωτεργάται τούτου, οἷοι ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Μελέτιος καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος, στερούμενοι δυστυχῶς βαθέως ὀρθοδόξου πνεὺματος, ἐγένοντο ἐν γνώσει ἢ ἀνεπιγνώστως ὄργανα ξένων ἐπιθυμιῶν καὶ σκοπῶν, δι’ ὧν ἐπιδιώκεται ἡ διάσπασις τῆς ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν  καὶ τῆς Ἑλληνικῆς ἰδεολογίας ἀπὸ τῆς Ὀρθοδοξίας Οἱ δύο οὕτοι Ταγοὶ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας καὶ τῆς Ἑλλάδος ἁμιλλώμενοι εἰς δόξαν μεταρρυθμιστοῦ καὶ συγχρονισμένου Κληρικοῦ, ἀνεπέτασαν ἐλαφρᾷ τῇ συνειδήσει τὴν σημαίαν τῶν Ἐκκλησιαστικῶν μεταῤῥυθμίσεων, ἀρχὴν ποιησάμενοι ἀπὸ τῆς μεταβολῆς τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου, ὅπερ ἀποτελεῖ ἕνα τῶν ἐνωτικῶν κρίκων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ τὴν πυξίδα τῆς θείας λατρείας καὶ τῶν ἔργων τῆς πατρῴας πίστεως καὶ εὐσεβείας.
    
     ...Ἐκεῖνο ὅπερ καθιστᾶ ὕποπτον τὴν σύγκλησιν τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ τούτου Συνεδρίου (σ. σ. τῆς λεγομένης "Πανορθοδόξου" Συνόδου) εἶναι ὅτι παρεκάθησαν ἐν αὐτῷ καὶ δὐο Κληρικοί ἑτεροδόξου Ἐκκλησίας, καθ' ἃς ἔχομεν ἐξωδίκους πληροφορίας, ὡς καὶ ἡ ἀντορθόδοξος καὶ προτεσταντισμοῦ  ὄζουσα ἀπόφασις αὐτοῦ, νὰ μὴ θεωρηθῇ ἡ ἀποδοχὴ τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου ὑπὸ τινων Ἐκκλησιῶν ὡς λόγος Σχίσματος ὑπὸ τῶν ἄλλων, τῶν ἐμμενουσῶν εἰς τὸ πάτριον Ἰουλιανὸν ἡμερολόγιον (σ.σ. δὲν κατέστησε δηλαδὴ τὶς ἀποφάσεις της ὑποχρεωτικές γιὰ ὄλες τὶς Τοπικὲς Ἐκκλησίες, γεγονὸς πρωτοφανὲς γιὰ Πανορθόδοξη -ὅπως ψευδῶς τὴν ἀποκάλεσαν- Σύνοδο: ἄλλη μία ἀπόδειξη ὅτι οὐσιαστικὰ ἐπρόκειτο γιὰ Ἀντορθόδοξη).
     ...Ἰδοὺ ποὺ ἔγκειται ἡ ἀχίλλειος ξενικὴ πτἐρνα τοῦ Πατριάρχου Μελετίου καὶ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, οἵτινες εἰσάγοντες μίαν ἀρχὴν προτεσταντικὴν εἰς τὴν ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, προάγουν αὐτὴν εἰς τὴν ὁδὸν τοῦ Προτεσταντισμοῦ, ὅστις ἀφίνει πλήρη ἐλευθερίαν εἰς τοὺς ὀπαδοὺς αὐτοῦ, οὐ μόνον εἰς τὰς λιτᾶς διατάξεις τῆς λατρείας, ἀλλὰ καὶ εἰς αὐτὴν τὴν πίστην καὶ τὴν ἀντίληψιν τῶν Δογμάτων, μὴ ἔχων διὰ τὴν ἐξήγησιν τούτων Κριτήριον Ἐκκλησιαστικὸν. Τοιαῦτα ὄντως κατετόλμησαν ὁ Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, οἱ δύο οὗτοι Λούθηροι της ὁρθοδόξου Ἐκκλησίας, οἵτινες ὑπὸ τὸ πρόσχημα τοῦ συγχρονισμοῦ δὲν ἐδειλίασαν οὐδ' ἀπερρίγησαν νὰ καταπατήσωσιν ἀποφάσεις πανορθοδόξων Συνόδων καὶ καὶ Ἀποστολικοὺς καὶ Συνοδικοὺς Κανόνας, ἵνα προσεγγίσωσι πρὸς τὰς Ἐκκλησίας τῆς Δύσεως διὰ τῆς ἡμερολογιακῆς καινοτομίας ἐπὶ διασπάσει τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἐπ' ἀθετήσει τῆς αἰωνοβίου πράξεως τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας.


     ...Εἶναι δὲ γνωστὴ εἰς τοὺς Ἐκκλησιαστικοὺς Κύκλους ἡ ἐκκλησιαστικὴ δρᾶσις τῶν πρωτεργατῶν τῆς ἡμερολογιακῆς καινοτομίας οἷοι εἶναι ὁ Μελέτιος Μεταξάκης, καὶ ὁ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, ἀρχηγοὶ, κρίμασιν οἷς οἶδε Κύριος, ὁ μὲν τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἀλεξανδρέων, ὁ δὲ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Οὔτοι ἐκδιωχθέντες ἐκ τῆς γειναμένης καὶ θρεψαμένης αὐτοὺς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων, ἐπεκάθησαν ἐπὶ τῶν θρόνων τῶν Ἑλληνικῶν Ἐκκλησιῶν μὲ τὸν ἀπροκάλυπτον σκοπὸν νὰ ὁδηγήσωσιν αὐτὰς εἰς τὸν συγχρονισμόν, δηλαδὴ εἰς τὸν Καθολικισμὸν καὶ τὸν προτεσταντισμὸν. Διότι εἰς τίνα ἄλλον σκοπὸν ἀποβλέπουσιν αἱ Ἐκκλησιαστικαὶ μεταῤῥυθμίσεις ἃς εἰσηγήθησαν ἐν τῷ κακῶς ὀνομασθέντι Πανορθοδόξω Συνεδρίῳ τῆς Κωνσταντινουπόλεως οἱ δύο οὕτοι μεταῤῥυθμισταί, περὶ τῆς ἐνδυμασίας τῶν Κληρικῶν, τῆς ἀγαμίας τῶν Ἀρχιερέων, μὴ δευτερογαμίας τῶν χηρευόντων Ἱερέων, τῆς τροποποιήσεως τῶν νηστειῶν, τῆς συντομίας τῶν ἀκολουθιῶν, τῆς διαῤῥυθμίσεως τοῦ Πασχαλίου Κανόνος, τῆς προσαρμογῆς τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου πρὸς τὸ Γρηγοριανόν, καὶ τῆς ἀναθεωρήσεως τῆς ὅλης Ἐκκλησιαστικῆς νομοθεσίας καὶ τῆς προσαρμογῆς ταύτης πρὸς τὰς συγχρόνους ἀνάγκας τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς κοινωνίας; Ταῦτα πάντα τί ἄλλο σημαίνουσι, παρὰ τὸ νεωτεριστικὸν πνεῦμα τῶν δύο τούτων Ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν, οἵτινες ἐν τῇ ἐπιπολαίῳ ἀντιλήψει τῆς Ἐκκλησιαστικῆς αὐτῶν ἀποστολῆς, ἐνόμισαν ὅτι δύνανται νὰ μετακινήσωσι τὰ αἰώνια ὅρια ἃ ἔθεντο οἱ Ἅγιοι καὶ θεοφόροι Πατέρες ἡμῶν;
     ...Μόνον ὅσοι τῶν Ἑλλήνων Ἱεραρχῶν ἐπιψαύδην καὶ ἐπιπολαίως ἐμυήθησαν τῆς μυσταγωγίας τῆς ὀρθοδοξίας καὶ ἐρραντίσθησαν μόνον χωρὶς να βαπτισθῶσιν εἰς τὰ ζείδωρα καὶ φερέζωα νάματα τῆς Ἑλληνικῆς Κασταλίας, μόνον οὗτοι δύνανται νὰ διϊσχυρίζονται ὅτι ἐξυπηρετούσι τὴν ἐθνικὴν  ἰδέαν, προσεγγίζοντες τὴν ὀρθόδοξον ὁμολογίαν πρὸς τὴν αἱρετικὴν κακοδοξίαν οὐχὶ διὰ τῆς προσχωρήσεως ταύτης πρὸς ἐκείνην, ἀλλὰ διὰ τῆς θυσίας τοῦ ἐλευθέρου πνεύματος τῆς ὀρθοδοξίας εἰς τὸ κοσμοπολιτικὸν καὶ ἀπολυταρχικὸν ἤ καὶ τὸ ἄκρως δημοκρατικὸν ( σ.σ. ἐλευθεριακὸ, ἀσύδοτο) πνεῦμα τῆς Καθολικῆς καὶ Προτεσταντικῆς (σ.σ. ἀντίστοιχα) Ἐκκλησίας».
   ...Τὸ ἡμερολόγιον ἔχει ἄμεσον σχέσιν καὶ μὲ τὴν θείαν λατρείαν διότι, ἐκτὸς τῆς συγχύσεως, ἥν προκαλεὶ ἡ ἀλλαγὴ τούτου εἰς τὴν τάξιν τῆς θείας λατρείας καὶ τοῦ Τυπικοῦ τῆς Ἐκκλησίας, διὰ τῆς καταργήσεως ἱερῶν ὕμνων καὶ ἱερῶν ἀκολουθιῶν, χωρίζει τὰς ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας εἰς τὰς ἡμέρας τῶν ἐορτῶν καὶ τῶν νηστειῶν καὶ κάμνει τινὰς ἐξ αὐτῶν νὰ συνεορτάζωσι καὶ νὰ νηστεύωσιν οὐχὶ μετὰ τῶν ἄλλων ἀλλὰ μετὰ τῶν Δυτικῶν Ἐκκλησιῶν τῶν κακοδόξων, καὶ Αἱρετικῶν, παρὰ τὴν παράδοσιν τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦς Ἱεροὺς Κανόνας.

     ...Ὅτι δὲ τοιοῦτος εἶναι ὁ μύχιος πόθος (σ.σ. τὸν αναφέρει προηγουμένως: "νὰ προσεγγίσωσι πάσῃ θυσίᾳ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μὲ τὰς Ἐκκλησίας τῆς Δύσεως") καὶ σκοπὸς τῶν δύο τούτων μεταρρυθμιστῶν (σ.σ. Μεταξάκη καὶ Παπαδόπουλου) τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δείκνυται τόσῳ ἐκ μιᾶς ἐρωτήσεως, ἥν ἀπηύθυνε ὁ Ἀντιπρόσωπος τοῦ Μακαριωτάτου ἐν τῷ Πανορθοδόξῳ λεγομένῳ Συνεδρίῳ τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅσῳ καὶ ἡ ἐκ τῆς ἀποκρίσεως ἥν ἔδωκεν ὁ προεδρεύων Οἰκουμενικός τότε Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης. Εἰς πίστωσιν παραθέτομεν αὐτουσίας τὴν ἐρώτησιν καὶ τὴν ἀπόκρισιν. Ἐρώτησις: "Εἶναι ἀνάγκη νὰ μεταρρυθμισθῇ καὶ τὸ Πασχάλιον, ἤ ἀρκεῖ μόνη ἡ προσαρμογὴ τῶν ἀκινήτων ἑορτῶν πρὸς τὰς ἀντιστοίχους ἡμερομηνίας τοῦ πολιτικοῦ ἡμερολογίου;". Ἀπόκρισις: "Μετὰ τὴν ἀποδοχὴν ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ νέου ἡμερολογίου διὰ τὰς ἀνἀγκας τὰς βιοτικὰς, ἡ προσαρμογὴ πρὸς αὐτὸ, καὶ δὴ ταχέως, καὶ τοῦ ἑορτολογίου ἀποβαίνει ἀναπόφευκτος. Ἄλλος λόγος ἐπὶ πλέον πρὸς ἄμεσον προσαρμογὴν καὶ τοῦ Πασχαλίου εἶναι ἡ μεγάλη ἠθικὴ σημασία καὶ ἐντύπωσις, ἥν θὰ παραγάγῃ εἰς ὅλον τὸν πεπολιτισμένον κόσμον ἡ διὰ τῆς ἀβιάστου πρωτοβουλίας ταύτης προσεγγίσις τῶν δύο Χριστιανικῶν κόσμων τῆς Ἀνατολῆς καὶ τῆς Δύσεως ἐν τῷ ἐορτασμῷ τῶν μεγάλων Χριστιανικῶν ἐορτῶν" (Γρηγορίου Ευστρατιάδου, περὶ ἡμερολ. σελ. 7). Καὶ ἡμεῖς ἀναντιρρήτως ἐπιθυμοῦμεν καὶ δὲν ἀποστέργομεν, οὐδ' ἀπαναινόμεθα ποσῶς τὴν προσέγγισιν, ὡς καὶ αὐτὴν τὴν ἔνωσιν τὼν Ἐκκλησιὼν, τοῦθ' ὅπερ άλλως τε καθ' ἑκάστην εὔχεται καὶ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἡμῶν, ἀλλ' ὁ πόθος οὗτος καὶ ἡ ευχὴ δὲν πρέπει ποτὲ νὰ ἐπιδιωχθῇ μὲ τὴν θυσίαν καὶ τὴν ἀπεμπόλησιν τῆς Ὀρθοδοξίας, προσχωρούσης πρὸς τὸ μέρος τῆς κακοδοξίας, ἀλλὰ μὲ τὴν θυσίαν ταύτης προσχωρούσης εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν. Ἀρκούντως φρονοῦμεν, κατεδείξαμεν δι' ὅσον ἐξεθέσαμεν, ὅτι σκοπὸς τῶν δύο μεγαλόσχημων Ἑλλήνων Ἱεραρχῶν εἶναι ἡ ὁπωσδήποτε προσέγγισις τῶν δύο Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀνατολῆς καὶ τῆς Δύσεως μὲ τὴν θυσία τῶν ὀρθοδόξων θεσμῶν, καὶ αἰωνοβίων παραδόσεων, ἃς καθιέρωσαν οἱ Ἅγιοι καὶ Θεοφόροι Πατέρες εἰς τὰς 7 Οἰκουμενικὰς Συνόδους, αἵτινες ἀποτελοῦσι τὴν ἀνωτέραν πνοὴν τῆς ὀρθοδοξίας καὶ τὸ ἀρίζηλον σέμνωμα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἡμῶν ὑμνωδίας καὶ φιλολογίας. Καὶ ὅταν ἡ Ὀρθόδοξος θεία λατρεία ἀπογυμνωθῇ ὅλου αὐτοῦ τοῦ θείου θησαυροῦ τῶν Ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων, οἵτινες ἀποπνέουσιν σὺν τῇ  εὐωδίᾳ τοῦ θείου Πνεύματος καὶ τὴν θυμήρη εὐωδίαν τῆς Ἐλληνικῆς σοφίας, τότε εὐκολώτερον θὰ δύνανται οἱ μεταρρυθμισταὶ οὗτοι νὰ κάμωσι καὶ μίαν ἀβαρίαν πρὸς τὸ μέρος τὸ δογματικὸν, διὰ τὴν ἕνωσιν τῶν Ἐκκλησιῶν.
     
   (Τὸ ἐκκλησιαστικόν ἡμερολόγιον ὡς κριτήριον τῆς Ὀρθοδοξίας, Ι.Μ. Ἁγ. Διονυσίου Ὀλύμπου [σ.σ. ἐκεὶ ἤταν ἐξορία ὁ ἀείμνηστος], 1-14/7/1935)


   «…παντὶ σθένει ἐπιδιώκει (σ. σ. μιλᾷ γιὰ τὴν Ἀγγλικανικὴ Ἐκκλησία) τὴν ὁπωσδήποτε προσέγγισίν της μετὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας… Καὶ ἂν μὲν ἡ προσπάθεια αὕτη τῆς Ἀγγλικανικῆς Ἐκκλησίας  ἀπέβλεπεν εἰς τὴν ἐξυπηρέτησιν τοῦ δικαίου καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, οὐδεὶς θὰ εἶχεν ἀντίῤῥησιν νὰ ὑποβοηθήσῃ τὴν ὑπ’ Αὐτῆς ἐπιδιωκουμένην προσέγγισιν μετὰ τῆς ἡμετέρας Ἐκκλησίας. Ἀλλ’ ἡ προσέγγισις αὕτη ἐπιδιώκεται διὰ τῆς παραχωρήσεως πάντοτε ὀρθοδόξου ἐδάφους εἰς τὰς ἀπαιτήσεις καὶ τὰς κατακτητικὰς ἀξιώσεις τῆς Ἀγγλικανικῆς Ἐκκλησίας, μετὰ φανατισμοῦ ταύτης ἐμμενούσης εἰς τὰς ἰδίας δοξασίας καὶ παραδόσεις. Ἀπόδειξις, ὅτι ἡ Ἀγγλικανικὴ Ἐκκλησία διὰ τῶν ἐνωτικῶν τούτων προσπαθειῶν ἐπέτυχε νὰ ἀποσπάσῃ ἀπὸ τοῦ ἀειμνήστου Πατριάρχου Μελετίου καὶ τοῦ νῦν Πατριάρχου τῆς Ῥουμανίας Μύρωνος  τὴν αναγνώρισιν τῶν Ἀγγλικανικῶν χειροτονιῶν σὺν τῇ ἀποδοχὴ τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου, ἐνῶ ἐξ ἀντιθέτου Αὕτη οὐδεμίαν ἔκαμεν ἀβαρίαν ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας εἰς τὰς παραδόσεις καὶ τὰς Ἐκκλησιαστικὰς Αὐτῆς δοξασίας».


   (Ἔκθεσις πρὸς τὴν Διοικοῦσαν Σύνοδον τῆς Ἑλλάδος περὶ τῆς γνώμης τῶν Πατριαρχεῖων Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας, Ἱεροσολύμων ἐν σχέσει πρὸς τὸ Ἐκκλησιαστικὸν ἡμερολόγιον, Ἀθῆναι 10/11/1936)




   «…οἱ δύο μεγαλόσχημοι Κληρικοὶ καὶ ῥηξικέλευθοι καινοτόμοι, ὁ ἐκλιπὼν Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης καὶ ὁ ἐπιζὼν Ἀρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, εἶχον καὶ ἔχουσι κατὰ νοῦν νὰ προσαρμόσωσι καὶ τὸ Πασχάλιον τῶν 318 Ἁγίων καὶ Θεοφόρων Πατέρων τῆς Ἀης Οἰκουμενικῆς Συνόδου πρὸς τὸ Γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον, ἀδιαφοροῦντες ἂν θὰ καταπατηθῇ διὰ τῆς προσαρμογῆς ταύτης ὁ 7ος Ἀποστολικὸς Κανὼν καὶ τὸ Θεόπνευστον κῦρος τῆς Συνόδου, εἰς ἓν μόνον ἀποβλέποντες ἤτοι εἰς τὴν μεγάλην ἐντύπωσιν ἣν θὰ παραγάγῃ δῆθεν εἰς ὅλον τὸν πεπολιτισμένον κόσμον ἡ μεγάλη χειρονομία καὶ πρωτοβουλίαν αὐτῶν εἰς τὸν ἑορτασμὸν τῶν μεγάλων Χριστιανικῶν ἑορτῶν!!! Ἔστω καὶ διὰ τῆς περιφρονήσεως τῶν Ἀποστολικῶν Διαταγῶν. Καὶ τοῦτο, διότι οὔτοι δὲν αἰσθάνονται τὸν ὀρθόδοξον παλμὸν καὶ διότι «ἠγάπησαν μᾶλλον τὴν δόξαν τῶν ἀνθρώπων, ἤπερ τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ» κατὰ τὴν Εὐαγγελικὴν ῥῆσιν (Ἰωάν. Κεφ. ΙΒ΄, 43)».


   (Ἀναίρεσις τοῦ «Ἐλέγχου» τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου  - 1937)




«…ὁ πόλεμος οὗτος (σ. σ. Α΄ Παγκόσμιος) λόγῳ συμμαχιῶν τῶν ἐμπολέμων Κρατῶν ἠνάγκασε τοὺς Ὀρθοδόξους νὰ συμπροσεύχωνται εἰς τὸ πολεμικὸν μέτωπον καὶ τὰς Ἐκκλησίας μετὰ τῶν κακοδόξων Αἱρετικῶν καὶ Σχισματικῶν, τουθ' ὅπερ ἀπαγορεύουσιν οἱ θεῖοι καὶ ἱεροὶ Κανόνες, κατὰ τὴν αὐστηρὰν καὶ ἀκριβῆ ἔννοιαν τῆς Ὀρθοδοξίας. Τὸ τοιοῦτον ὅπερ ἐγένετο κατ’ οἰκονομίαν λόγῳ τῶν ἐμπολέμων περιστάσεων ἐνεθάῤῥυνε τὸ μεταῤῥυθμιστικὸν καὶ νεωτεριστικὸν πνεῦμα ἐνίων ῥηξικελεύθων Ἐκκλησιαστικῶν ἀρχηγῶν καὶ ὤθησεν αὐτοὺς εἰς Ἐκκλησιαστικὰς μεταῤῥυθμίσεις ἐπὶ τῷ σκοπῷ νὰ προσεγγίσουν ἐκ παντὸς τρόπου τὴν Ὀρθόδοξον Ἀνατολικὴν Ἐκκλησίαν πρὸς τὰς Ἐκκλησίας τῆς Δύσεως. Τὴν πρωτοβουλίαν εἰς τάς Ἐκκλησιαστικὰς ταύτας μεταῤῥυθμίσεις εἶχον δυστυχῶς δύο Ἕλληνες Ἱεράρχαι, ὁ μὲν Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης τότε καὶ εἴτα Ἀλεξανδρείας ὑπὸ τὴν ἐπωνυμίαν Μελέτιος Μεταξάκης, ὁ δὲ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν ὑπὸ τὴν ἐπωνυμίαν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος. Οἱ δύο οὕτοι φιλόδοξοι Κληρικοὶ μὴ ἐκτιμήσαντες δεόντως τὴν δύναμιν τοῦ βαθέος ὀρθοδόξου πνεύματος καὶ τὴν μεγάλην καὶ θείαν ἀποστολήν, ἣν κέκτηται ἡ Ὀρθοδοξία διὰ τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ἐνόμισαν ἐν τῇ ἀφελεῖ αὐτῶν συνειδήσει καὶ ἀβαθεῖ κρίσει ὅτι προσφέρουσιν ὑπηρεσίαν εἰς τὸν χριστιανικὸν κόσμον προσεγγίζοντες ἐκ παντὸς τρόπου τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν πρὸς τάς Ἐκκλησίας τῆς Δύσεως, ἔστω καὶ διὰ τῆς θυσίας τοῦ ἀπέφθου τῆς ὀρθοδοξίας θησαυροῦ εἰς τὸν ὡς χρυσὸν λάμποντα ὀρείχαλκον τῶν Δυτικῶν Ἐκκλησιῶν. Οὕτω ὁ Πατριάρχης Μελέτιος ἐν συνεργασίᾳ καὶ συνεννοήσει πάντως μετὰ τοῦ συμβούλου καὶ συνεργάτου Αὐτοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν συνεκάλεσεν κατὰ Μάϊον τοῦ 1923 ἐν Κωνσταντινουπόλει Ἐκκλησιαστικὸν Συνέδριον, ὅπερ καὶ ἀπεκλήθει κακῶς πανορθόδοξον, διότι εἰς τοῦτο δὲν ἀντεπροσωπεύθησαν παρὰ μόνον αἱ Ἐκκλησίαι τῆς Ἑλλάδος, τῆς Σερβίας καὶ τῆς Ῥουμανίας καὶ μάλισται αἱ δύο τελευταῖαι διὰ λαϊκῶν ἀντιπροσώπων. Εἰς τὸ Συνέδριον τοῦτο ἔλαμπον διὰ τῆς ἀπουσίας αὐτῶν αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι τῆς Ῥωσσίας, τῆς Κύπρου, τοῦ Θεοβαδίστου ὅρους Σινᾶ, τῆς Πολωνίας καὶ δὴ τὰ τρία Πατριαρχεῖα τῆς Ἀνατολῆς, ἤτοι τῆς Ἀλεξανδρείας, τῆς Ἀντιοχείας καὶ τῶν Ἱεροσολύμων, προυτάθησαν ὑπὸ τοῦ Παναγιωτάτου προέδρου Κυροῦ Μελετίου οὐκ ὀλίγαι Ἐκκλησιαστικαὶ μεταῤῥυθμίσεις πρὸς τὸν σκοπόν, ὅπως προσαρμοσθῇ καὶ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία πρὸς τὰς συγχρονισμένας καὶ προοδευτικὰς κοινωνικὰς ἀντιλήψεις καὶ εὐχερανθῇ οὕτω ἡ προσέγγισις Αὐτῆς μετὰ τῶν Ἐκκλησιῶν τῆς Δύσεως… Ἐξ ἄλλου ἡ ἐκ παντὸς τρόπου ὡς ἐδηλώθη ἐν τῷ σχεδιαγράμματι τῶν μεταῤῥυθμίσεων προσέγγισις τῶν Ἐκκλησιῶν καθιστᾷ εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς προφανῆ μὲν τὸν ἑνωτικὸν ζῆλον, ἀλλὰ διακυβεύει τὸ ἀκραιφνῶς ὀρθόδοξον πνεῦμα τῶν σχόντων τὴν πρωτοβουλίαν τοῦ Συνεδρίου, ἐννοούντων βεβαίως διὰ τῆς φράσεως ταύτης  τὸ ἐπεῖγον τῆς προσεγγίσεως καὶ μὲ τὴν θυσίαν ἀκόμη τῶν προαιωνίων καὶ σεπτῶν θεσμῶν τῆς Ὀρθοδοξίας… Τὸ ἐνωτικὸν τοῦτο πρόγραμμα ὁ Πατριάρχης Μελέτιος ἔχων ὡς σύμβουλον καὶ συνεργάτην καὶ τόν ποτε Διδάσκαλόν του, τὸν ὁμόφρονα Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν τὸν κ. Χρυσόστομον, ὡς ἔφθημεν εἰπόντες, ἤρξατο ἀπὸ τῆς προσαρμογῆς τοῦ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου πρὸς τὸ Γρηγοριανόν…».


(Ὑπόμνημα ἀπολογητικὸν ὑπὲρ ἀναστηλώσεως τοῦ Πατρίου Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου -  1945)



''Ο ΜΕΓΑΣ ΕΞΟΡΙΣΤΟΣ'' ΠΟΙΗΜΑ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟ ΠΟΙΜΕΝΑΡΧΗ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ ΚΑΒΟΥΡΙΔΗ







ΜΝΗΜΗ ΙΕΡΑΡΧΟΥ




ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ








ΔΙΑΛΕΞΙΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΥΝΑΜΕΩΣ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ





ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡ. ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΚΑΒΟΥΡΙΔΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΙΚ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΦΩΤΙΟ 







0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top