Ένας δαιμονισμένος παιδεύοταν πολλά χρόνια από το δαιμόνιο. Οι Πατέρες ενός κοινοβίου, τον είχαν πάει σε πολλούς γέροντες για να τον θεραπεύσουν, αλλά κανείς δεν κατόρθωσε να βγάλει το δαιμόνιο. Τελικά τον πήγαν και σε έναν διακριτικό γέροντα, που ήταν μεγάλος νηστευτής. Ο γέροντας τους είπε:
- Αδερφοί και Πατέρες, δεν έχω το χάρισμα να εκβάλλω δαιμόνιο. Έχω όμως την αγάπη και παρακαλώ το δαιμόνιο να φύγει από αυτόν τον άνθρωπο και να έρθει σε μένα, για να ξεκουραστεί λίγο και αυτός ο αδερφός!
Πράγματι, βγαίνει το δαιμόνιο και μπαίνει σε αυτόν τον γέροντα, ενώ ο δαιμονισμένος έγινε καλά.
Ο γέροντας για πολλά χρόνια ήταν δαιμονισμένος, αλλά μια μέρα βγαίνει ο διάβολος, σαν ένας μαύρος γάτος, από τον γέροντα. Ο γέροντας βλέποντας να βγαίνει το δαιμόνιο, του λέει:
- Πού πάς; Εγώ δεν σε διώχνω!
Και ο διάβολος του λέει:
- Δεν αναπαύομαι σε ξηρανθείσα σάρκα!
Και σηκώθηκε και έφυγε.
Πάει το γουρούνι να κυλιστεί σε μια γούβα, που είναι ξερή; Δεν πάει, γιατί θέλει η γούβα να είναι μαλακή, για να κυλιστεί στην λάσπη. Έτσι και ο διάβολος, σε σάρκα ξηρανθείσα, εξαιτίας της νηστείας, δεν μπορεί να πάει.
Ο άνθρωπος, χωρίς να περιποιείται την σάρκα του με πολύ φαγητό και κάνοντας νηστεία, αποφεύγει την διαφθορά πιο εύκολα.
Δημήτριος Παναγόπουλος Ιεροκήρυκας †
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου